,

Η τελευταία κουβέντα

Ώρα μεσημεριανού φαγητού σε ένα υπαίθριο εστιατόριο, χωρίς πολύ κόσμο. Τηλεφώνημα που εξελίσσεται σε διπλανό τραπέζι :

«Έλα γλυκιά μου, τι κάνεις; Χάθηκες. Αν δε σηκώσω εγώ το ακουστικό…», χαιρέτησε με χαμόγελο τη συνομιλήτριά της η περιποιημένη μεσόκοπη γυναίκα που γευμάτιζε μόνη.

…….

«Σιγά σιγά… Πάρ’ το από την αρχή. Δεν κατάλαβα τίποτα», συνεχίζει σαστισμένη σαν να την πήρε από τα μούτρα η συνομιλήτρια.

…….

«Από πού να το μάθω; Αφού ξέρεις ότι μόνο με σένα μιλάω από το σόι», απαντά με ένα απολογητικό ύφος.

……

«Τι λες βρε παιδί μου… Ειλικρινά λυπάμαι. Τι θα κάνεις τώρα;», ρωτάει με ενδιαφέρον και το χαμόγελο έχει σβήσει τελείως από τα χείλη.

……

«Μην το βάζεις κάτω, έχεις και τα παιδιά. Τα παιδιά έχουν σημασία… Αυτά να είναι καλά. Αλλά και εσύ. Και για ό,τι χρειάζεσαι είμαι εδώ.», λέει παρηγορητικά.

……

«Δεν καταλαβαίνω το ύφος σου. Τι εννοείς ότι έχω κάνει ήδη αρκετά; Εγώ πού κολλάω; Τι σχέση έχω;», ρωτάει απορημένη.

……

«Α, σε παρακαλώ! Εγώ ένα καλό πήγα να κάνω τότε. Να σας ξελασπώσω. Δε θα βρω και τον μπελά μου τώρα. Μετά από τόσα χρόνια», απαντά εμφανώς ενοχλημένη.

……

«Καταλαβαίνω ότι είσαι συγχυσμένη και τώρα μιλάει ο θυμός σου», αποκρίνεται προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία της. Κομματιάζει μια χαρτοπετσέτα.

……

«Λοιπόν, επειδή υπάρχει ένταση και είμαι σε κόσμο, θα τα πούμε άλλη στιγμή που θα έχεις ηρεμήσει. Πραγματικά εύχομαι να πάνε όλα καλά», λέει όσο πιο ήρεμα μπορεί. Φαίνεται να επιδιώκει να λήξει το τηλεφώνημα, γιατί μυρίζει μπαρούτι. Κουνάει το πόδι της νευρικά και δαγκώνει το κάτω χείλος της.

…..

«Κοίτα ρε φίλε, πήρα να πω μία καλημέρα και βρήκα το διάολό μου!», μονολογεί απελπισμένα. Σηκώνει το κεφάλι και το ελεύθερο χέρι της προς τον ουρανό. Φυσικά έχει μετανιώσει για το τηλεφώνημα.

……

«Σε παρακαλώ πολύ, τώρα το χοντραίνεις. Αυτό με προσβάλει. Δεν έχεις κανένα δικαίωμα», λέει φανερά εκνευρισμένη.

……

«Α και φταίω εγώ γι’ αυτό; Εμένα θα χρεώσεις για τη δική του ανικανότητα;», απαντά νευριασμένα αρνούμενη την ανάληψη όποιας ευθύνης.

……

«Τι είπα λέει; Αυτά είναι ψέματα. Οικτρά ψέματα. Κι εσύ το ξέρεις καλύτερα απ’ όλους», διαμαρτύρεται ανάβοντας παράλληλα τσιγάρο. Έχει αναψοκοκκινίσει.

……

«Α το ‘χεις χάσει τελείως», σχολιάζει ειρωνικά καθώς υπάρχει πλήρης ασυνεννοησία.

……

«Πού το ξέθαψες τώρα αυτό; Αυτή η υπόθεση έκλεισε πριν χρόνια. Μη σκαλίζεις παλιές ιστορίες», απαντά απηυδισμένη.

……

«Για άκου να σου πω. Έχεις πάρει φόρα και δε ξέρεις τι λες μου φαίνεται. Για βάλε λίγο φρένο, γιατί κι εγώ αν ανοίξω το στόμα μου….», λέει και αρχίζει να χάνει την ψυχραιμία της. Για μια στιγμή σηκώνεται όρθια και χτυπά το χέρι της στο τραπέζι, αλλά ξανακάθεται συνειδητοποιώντας ότι δεν είναι μόνη. Προσπαθεί να χαμηλώσει τη φωνή της, ανεπιτυχώς.

……

«Τι έκανε λέει; Ποια αστυνομία; Eίσαι τρελή για δέσιμο!», ψελλίζει πανικοβλημένη πια.

……

«Ποια στοιχεία; Για ποιο DNA μου τσαμπουνάς;», εξάπτεται ακόμα περισσότερο καθώς η αδρεναλίνη ανεβαίνει. Η ίδια είναι πλέον κάθιδρη. Τα χέρια της αρχίζουν και τρέμουν.

……

«Λοιπόν άκου για να τελειώνουμε. Άσε τις απειλές σε μένα και να είσαι σίγουρη ότι αν πέσω εγώ θα πάρω πολύ κόσμο μαζί μου. Πρώτο και καλύτερο τον αντρούλη σου! Τότε να δεις τι καλά θα περάσεις εσύ και τα παιδάκια σου. Δε θα ξέρετε που να κρυφτείτε! Γι’ αυτό μαζέψου!», ούρλιαζε σχεδόν χωρίς να υπολογίζει τον περίγυρο.

……

«Εσύ να το βουλώσεις, ηλίθια! Και βάλτο καλά στο μυαλό σου! Την τελευταία κουβέντα θα την πω ΕΓΩ», είπε κοφτά με σταθερή φωνή και της έκλεισε το τηλέφωνο κατάμουτρα.

Αναστασία Λαζαράκη

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading