«Αχ, τι υπέροχη ταινία!» ψιθύρισε ονειροπόλα η Λίνα, σφίγγοντας το μπράτσο του Κώστα.
«Μμμ…» συμφώνησε γλαρωμένος εκείνος, ενώ ευγνωμονούσε το Θεό που τέλειωσε επιτέλους αυτή η γλυκανάλατη αμερικανιά.
«Τι ρομαντική!» αναφώνησε και σφίχτηκε πιο πολύ πάνω του, κάνοντάς τον να τιναχτεί ξαφνιασμένος. Η Λίνα του έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο και εκείνος την χάιδεψε μαλακά στην πλάτη , ενώ σκάναρε τον δρόμο έξω από το επαρχιακό σινεμά. Τα ρουθούνια του είχαν διασταλεί και ρουφούσε τον αέρα με δύναμη.
«Και το τέλος, φανταστικό! Οι δυο τους, σ’ ένα σκάφος, να πλέουν στο ηλιοβασίλεμα! Τόσο ρομαντικό!»
«Και πρωτότυπο!» ψέλλισε με ειρωνικό τόνο ο Κώστας, κάνοντας στροφή και παρασέρνοντάς τη, προχώρησαν μαζί στο στενό πεζοδρόμιο.
«Αχ, πόσο θα ‘θέλα να ζήσω κάτι τέτοιο!»
«Νάτο!» αναφώνησε ξαφνιάζοντάς τη και έκανε να μπει.
«Ποιο;» τον συγκράτησε μπήγοντας τα μακριά, καλοβαμμένα νύχια της στο μπράτσο του.
«Το σουβλατζίδικο του Μανώλα!» έκανε ευχαριστημένος εκείνος και της έδειξε την κακόγουστη ταμπέλα με τα άπειρα λαμπάκια γύρω γύρω.
«Ναι, ε και;» τον ρώτησε φανερά εκνευρισμένη.
«Τι ε και; Ρε Παντελίνα!» την κοίταξε ξαφνιασμένος.
«Λίνα, είπαμε. Λίνα και χωρίς το ρε!» τον κεραυνοβόλησε κοιτώντας τον απειλητικά με μισόκλειστα μάτια.
«Μου το σύστησαν, ως το καλύτερο σουβλάκι του Αγρινίου!»
«Σουβλάκι θα φάμε;»
Την κοίταξε μπερδεμένος.
«Μετά από μια τέτοια ταινία που είδαμε, εσύ με έφερες να φάμε σουβλάκι; Οοο! Τι ρομαντικό! Να τρέχουν τα τζατζίκια και ‘συ να τα ρουφάς και να βρομάς!»
«Και τι θες να φάμε;»
«Δε ξέρω! Κάτι πιο εκλεκτό! Πιο ρομαντικό!»
«Δε ξέρω πού πουλάν ρομαντικό φαγητό, δε ξέρω καν αν υπάρχει κάτι τέτοιο…» έκανε μαλακά ο Κώστας και έβαλε το χέρι στη τσέπη να μετρήσει νοερά τα λιγοστά χρήματά του. Η Λίνα τον κοίταξε, έπειτα κοίταξε το μικρό μαγαζί και η γαργαλιστική μυρωδιά χτύπησε τα ρουθούνια της. Ανάσανε βαθιά.
«Εντάξει, θα φάμε σουβλάκι, αλλά…»
«Αλλά;»
«Θα με πας βαρκάδα στο ηλιοβασίλεμα!»
«Τιιιιιιι;» ο Κώστας ετοιμάστηκε να αρθρώσει ένα σωρό αντιρρήσεις, αλλά τον έκοψε απότομα και τον τράβηξε στο μαγαζί.
Είχαν περάσει δύο μήνες από κείνη τη νύχτα και είχε στερέψει πια από δικαιολογίες, έτσι τώρα, φανερά αναστατωμένος, περίμενε τη Λίνα, μπροστά από τη δανεισμένη βάρκα του θείου του. Δεν άργησε να φανεί , σχεδόν έτρεχε προς το μέρος του, ενθουσιασμένη!
«Τι φοράς;» τη ρώτησε συνοφρυωμένος μόλις πλησίασε, ρίχνοντας ένα αποδοκιμαστικό βλέμμα στο κοντό, κόκκινο, εξώπλατο φόρεμα.
«Δεν είναι τέλειο; Μοιάζει με εκείνο της πρωταγωνίστριας!» τιτίβισε χαρούμενη τινάσσοντας το καλοχτενισμένο μαλλί της.
Ανέβλεψε εκνευρισμένος.
«Δε σ’ αρέσω;»
«Πολύ, μα δεν είναι για τη βάρκα!» είπε και πήδησε μαλακά στη μικρή γαίτα. Έψαξε κάτω από το πλώριο κατάστρωμα και βρήκε ένα παλιό στρατιωτικό σακάκι.
«Έλα, φόρα το!» τη διέταξε πλησιάζοντάς τη και απλώνοντας το χέρι του, για να τη στηρίξει να μπει μέσα.
«Δεν είσαι με τα καλά σου! Βρομά ψαρίλα!» έκανε ζαρώνοντας τη μύτη της με αηδία, καθώς προσπαθούσε να μπει ακροβατώντας με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της.
«Βάρκα είναι, τι θες να μυρίζει;» μα το απειλητικό βλέμμα της τον έκοψε.
«Φόρα το!»
«Αποκλείεται»
«Άμα αρχίσουν τα κουνούπια…» είπε με τόνο προειδοποιητικό.
«Πάμε;» του αντέτεινε.
Ο Κώστας έβαλε μπρος τη μηχανή, που γουργούρισε αφήνοντας λίγο μαύρο καπνό και κάθισε στο τιμόνι.
«Αχ τη όμορφα που είναι!» αναφωνούσε κάθε λίγο η Λίνα και τραβούσε φωτογραφίες με το κινητό της.
#βαρκάδαστηλιμνοθάλασσα #romance #inlove και ανάρτηση!
Σε λίγο άφησαν πίσω τους το γραφικό νησάκι του Αιτωλικού και βγήκαν στ’ ανοιχτά. Οι φαλαρίδες έπλεαν νωχελικά μαζεμένες σε μεγάλα κοπάδια. Ο νεφελώδης ουρανός βάφτηκε με τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος, που η λιμνοθάλασσα αντανακλούσε σαν ένα γιγάντιος καθρέπτης. Το ροδοκόκκκινο των βαριών σύννεφων πλέκονταν με το λαμπερό πορτακαλοκίτρινο, που σκόρπιζε ο ολόχρυσος ήλιος γύρω του, αποσυρόμενος σιγά σιγά προς τη βραδινή του κλίνη. Πάχνη σύρθηκε και τύλιξε σε διάφανο πέπλο τους γύρω λόφους, σαν τοπίο του Ντα Βίντσι.
«Κώστα, έλα να βγάλουμε μια σέλφι!»
«Δε μπορώ ν’ αφήσω το τιμόνι!» της απάντησε σοβαρός κοιτώντας πέρα μακριά.
«Εεε, άστο για λίγο, σβήσε και τη μηχανή ν’ απολαύσουμε! Μας ξεκούφανε!»»
«Αν το κάνω, θα σου ορμήσουν τα κουνούπια!»
«Ανοησίες!» τον έκοψε και κλυδωνιζόμενη, έκατσε δίπλα του.
«Χαμογέλα! Μπράβο! Κάτσε να τη δω! Αααα, δεν είναι καλή, ξανά!» η Λίνα κοίταξε την επισκόπηση.
«Χαμογέλα!» πρόσταξε.
Ο Κώστας, χαζεμένος από τα νάζια της, τα φιλιά και τα σφιχταγκαλιάσματά της, έσβησε τη μηχανή και το ερωτευμένο ζευγάρι άρχισε να φιλιέται παθιασμένα. Η ώρα πέρασε, ο ήλιος κρύφτηκε πίσω από τα χαμηλά βουνά, ο αέρας έπεσε τελείως, όταν ξαφνικά η Λίνα τραβήχτηκε απότομα από την αγκαλιά του. Κοίταξε έκπληκτη το μαύρο, σιφόν πέπλο, που την τύλιγε και άρχισε να ουρλιάζει!
«Αααα!»
«Γαμώτο! Στο ‘πα! Άμα πέσει ο ήλιος, τα κουνούπια κάνουν πάρτι!» έκραξε ο Κώστας και έγειρε να πιάσει το παλιό σακάκι.
Η Λίνα χτυπιόνταν τώρα σα μανιακή, με τις παλάμες της στα μπράτσα και στα πόδια. Όμοια μαινάδα έκανε να σηκωθεί. Μα το τακούνι της πιάστηκε σε μια τρύπα στα σανίδια και πριν το καταλάβει βρέθηκε στο νερό.
Προσπαθώντας να συγκρατήσει το δυνατό γέλιο του, της πρότεινε το μακρόστενο σταλίκι για να πιαστεί, ενώ η Λίνα ούρλιαζε από πανικό, νιώθοντας τα πόδια της να έχουν βουλιάξει ως την κνήμη στο βούρκο και τα γλοιώδη φύκια να την τυλίγουν. Ευτυχώς το νερό δε ξεπέρναγε το ένα μέτρο και κατάφερε με ευκολία να μπει στη βάρκα ασθμαίνοντας και ουρλιάζοντας από το τρόμο.
Με γρήγορες κινήσεις την τύλιξε με το παλιό σακάκι, έβαλε μπρος τη μηχανή, την αγκάλιασε σφιχτά και ξεκίνησαν για την επιστροφή.
«Νομίζω ότι αυτό θα πρέπει να το απαθανατίσουμε!» είπε μετά από λίγο και έβγαλε το κινητό του.
«Δεν είσαι με τα καλά σου!» ούρλιαξε η Λίνα, που προσπαθούσε ακόμα να συνέλθει.
«Γιατί όχι; Μια σέλφι με φόντο το ηλιοβασίλεμα, μαζί με το πανέμορφο κορίτσι μου…»
«Αποκλείεται!»
«Να δείξεις και το δαχτυλίδι;» τη ρώτησε παιχνιδιάρικα προσπαθώντας να συγκρατήσει το χαμόγελό του.
«Ποιο δαχτυλίδι;» ψέλλισε η Λίνα και τον κοίταξε.
Έβγαλε ένα μικρό κουτάκι από το μπουφάν του.
Σκούπισε τα μάτια της, για να δει καλύτερα.
«Κλαις;»
«Στάζω…» ψέλλισε κοιτώντας το δαχτυλίδι και τον αγκάλιασε σφιχτά.
«Μετά πάμε για σούσι;» είπε γελώντας o Κώστας καθώς απομάκρυνε ένα φύκι από τα μαλλιά της.
«Προτιμώ τα σουβλάκια!»
#sunset #marriageproposal #loveforever
Αναστασία Χ.