,

Η προστάτιδα άχνη.

17 Σεπτεμβρίου και γιόρταζε. Έμεινε σπίτι όπως κάθε χρονιά για να απαντήσει στα τηλεφωνήματα για τις ευχές. Και ως συνήθως έφτιαξε το γιορτινό γλυκό της. Κέικ καρότου. Κάτι μου λέει ότι δεν πρέπει να είναι και τόσο νόστιμο διότι είναι γνωστό τοις πάσι ότι γλύκισμα άνευ σοκολάτας δεν εστί γλύκισμα. Εξαίρεση το γαλακτομπούρεκο, ίσως και το ραβανί. Καροτοκέικ ωστόσο δεν έχω δοκιμάσει, αλλά πώς να το κάνουμε δεν ακούγεται και πολύ γευστικό. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα ή κέικ.

Με φροντίδα μαγείρευε, με φροντίδα έφτιαχνε κάθε τι χειροπιαστό, τα γλυκά της, τα κασκολάκια και τα σκουφιά που δώριζε. Φρόντιζε και φροντίζει αυτά με τα οποία καταπιάνεται κι όλα είναι ξεχωριστά με ιδιαίτερη σημασία. Το φαγητό να είναι νόστιμο με γαρνιτούρα για να ευχαριστήσει τον άνθρωπό της, όχι απλά να υπάρχει στο τραπέζι κάτι φαγώσιμο. Να το ευχαριστηθεί, το γλυκό της να ενθουσιάσει τους καλεσμένους, όχι απλά το στομάχι αλλά και τις αισθήσεις, να γίνει μια όμορφη ανάμνηση.

Έχει περάσει καιρός από τότε που νόσησε και μέχρι τώρα όλα καλά δείχνουν, μα πλέον έχει γίνει νοσοκόμα και του συζύγου, προστάτιδα, στήριγμα, εγκλωβισμένη. Η έξοδος για τα ψώνια και τις εξετάσεις είναι η ανάσα της, περιμένει πως και πώς να χρειαστούν κάτι στο σπίτι για να βγει. Κι αυτό όμως με το ρολόι στο χέρι, να μην καθυστερήσει, να μην ανησυχήσει ο αγαπημένος της, μην συμβεί κάτι και γρήγορα επιστροφή στο σπίτι.
Υπομονετικά και πάντα με θετική σκέψη, ρίχνει την άχνη πάνω στο κέικ. Φωτεινό λευκό απαλό στα μάτια χρώμα. Μια ελαφριά μυρωδιά, ντελικάτη, ηρεμιστική. Χαμογελά ενώ πασπαλίζει το γλυκό, η τελευταία πινελιά. Την κάλεσα να της ευχηθώ. Η φωνή της στο τηλέφωνο πάντα γελαστή και στις πιο δύσκολες στιγμές. Πόσο με εκνευρίζει αυτό το πράγμα! Ό,τι και να της πω θα βρει κάτι αισιόδοξο, δεν είναι ποτέ απόλυτη και έχει πάντα μια καλή κουβέντα για όλους. Θαυμασμό, σεβασμό, ενθουσιασμό. Μα, πόσο με εκνευρίζει! «Είναι δυνατόν;;; Τον δικαιολογείς για αυτά που είπε; Που έκανε;;; Αμ η άλλη; Η κακούργααααα, η άθλιαααα ….» τη ρωτάω και της αραδιάζω δεκάδες επιχειρήματα για να αποδείξω το δίκιο μου, να εξηγήσω ότι υπάρχει σοβαρότατος λόγος που γκρινιάζω και θάβω όποιον περπατάει, πετάει και κολυμπάει και κείνη ήρεμη και ψύχραιμη να δικαιολογεί τους πάντες και τα πάντα. Με τσαντίζει. Νοιώθω άσχημα για τα λόγια που ξεφουρνίζω και τον τρόπο που σκέφτομαι.

Της τηλεφώνησα λίγο πριν το μεσημέρι. Την ώρα εκείνη έβαζε την άχνη στο κέικ. «Ξέρεις τι σκεφτόμουν;» «Για πες.» «Έτσι όπως πέφτει η άχνη και καλύπτει το γλυκό μοιάζει με πέπλο που μας προστατεύει από τις στεναχώριες και τις αναποδιές. Δεν θα ‘ταν όμορφα να είχαμε την άχνη να μας προσέχει;» Το ζάχαρο στα ύψη θα ανέβαζε αλλά τέλος πάντων θα συμφωνήσω ένεκα που γιορτάζεις, ένεκα που έχω τόση ανάγκη για τέτοια προστασία. Να σου πω όμως κάτι; Πολύ θα το ‘θελα να ξέρω ότι στην άκρη του μυαλού, στο ροζ συννεφάκι μου που άπειρες φορές μ’ έχουν κοροϊδέψει και κατηγορήσει που το κρατώ μέσα μου, εκεί λοιπόν στα κρυφά, θα ήθελα να πιστεύω στο λευκό πέπλο, όχι το νυφικό, το άλλο με τις θερμίδες, που δεν θα αφήσει τη λύπη να διαπεράσει και θα εμποδίσει έστω και λίγο τη μαυρίλα να φτάσει στο κέικ της ψυχής μου.

Χρόνια σου πολλά Σοφούλα.

Απάντηση


%d