,

SLASHER STORY (Τerror)

Ο Μιχάλης Μαχαίρογλου άνοιξε τα μάτια του όταν άκουσε τα βογγητά. Η καλύβα του ήταν σκοτεινή. Τα κεριά στα κηροπήγια είχαν καεί, ενώ έξω από το παράθυρο τα δέντρα έμοιαζαν ήσυχα. Στον τοίχο πάνω από το κρεβάτι, μια κρεμασμένη μαριονέτα του Jason Voorhees κρατούσε τη χατζάρα του με τα δύο χέρια μπροστά από τα αρτίδια του.

Είχε αντιληφθεί το μίνι βαν που έφτασε στο κάμπινγκ. Ό,τι γινόταν στο δάσος του, το αντιλαμβανόταν την ώρα που συνέβαινε. Ήξερε αν κατέφτανε κάποιος στην περιοχή και τι έκανε. Όχι ότι έρχονταν πολλοί πλέον. Πολύ σπάνια. Και κυρίως νεαρά άτομα κοντά στα είκοσι. Τα αγαπημένα του. Βασικά, κάποτε τα αγαπούσε. Τώρα βαριόταν να τα κυνηγάει.

Αχ, αχ…
Ναι, ναι…

Να, αυτά δεν μπορούσε ο Μαχαίρογλου.
Γιατί του το έκαναν αυτό;
Αναθεμάτισε και σηκώθηκε. Έσαξε τη βρόμικη φόρμα του, με όλες τις τρύπες από σφαίρες και μαχαιριές και τις πιτσιλιές από αίματα, και φόρεσε τη ζώνη με το μαχαίρι του. Έπειτα, στάθηκε μπροστά από τη φιγούρα του μακελάρη των ταινιών Friday the 13th και είπε με τη σκέψη του, σαν να προσευχόταν: Ave, Jason, morituri te salutant*. Ανατρίχιασε, νιώθοντας πως είχε ξανά τις ευλογίες του θεού του.
Ο Μαχαίρογλου βγήκε από την καλύβα. Δεν κλείδωσε, ποτέ δεν το έκανε. Ούτε έκλεινε τα παντζούρια στα παράθυρα. Πολλοί έρχονταν, και εκεί μέσα ήταν εύκολη λεία.

Περπάτησε νωχελικά στο σκοτεινό τοπίο. Το δάσος τού άρεσε γενικά, ενώ η λίμνη ήταν λες και είχε πλαστεί από το αίμα του Ιησού: γαλήνια. Όσες φορές κι αν είχε πεθάνει εκεί μέσα ο Μαχαίρογλου, άλλες τόσες είχε αναστηθεί.

Τα βογγητά συνεχίζονταν. Γύρω στο ένα χιλιόμετρο μακριά. Ο Μαχαίρογλου έκανε μερικά ακόμα βήματα και μετά βρέθηκε ακριβώς έξω από το μίνι βαν. Ήταν ένα από τα κολπάκια που εφάρμοζε συχνά: μπορεί να ήταν στην καλύβα τη μια στιγμή και την επόμενη…. τσαααακ… ήταν διακόσια μέτρα παραπέρα. Δεν το κατάφερνε ανέκαθεν, παρά μόνο μετά τον πρώτο του θάνατο από μια μελαχρινή κοπέλα που είχε μείνει τελευταία. Πολλά, θεωρητικώς αδύνατα πράγματα κατάφερνε μετά από εκείνο το βράδυ: μεταξύ άλλων, εξαφανιζόταν και εμφανιζόταν σαν επίμονο κουνούπι, διέλυε ανθρώπινα σώματα σαν να ήταν ξεπαγωμένο ζελέ και σημάδευε λες και τον είχε εκπαιδεύσει ο Τζον Γουίκ.

Κοίταξε μέσα από το παράθυρο. Δυο νεαρά άτομα έκαναν σεξ. Ήταν δεν ήταν πάνω από είκοσι πέντε. Τα κορμιά τους γυάλιζαν από τον ιδρώτα.
Ο Μαχαίρογλου έστησε αυτί και άκουσε κι άλλους νεαρούς. Συνολικά, είχε να κάνει με δέκα άτομα. Δύο αυτοί στο βαν και άλλοι οκτώ διασκορπισμένοι σε διάφορα σημεία. Κι άλλα βογγητά. Κι άλλο σεξ.
Τέλεια.
Not.
Οι νέοι συνέχιζαν τα βογγητά τους.
Morituri te salutant.

Άνοιξε απαλά την πόρτα του βαν, το οποίο τραμπαλιζόταν. Μπήκε. Στάθηκε σκυφτός πάνω από την πλάτη του νεαρού που είχε καβαλικέψει την κοπέλα. Έβγαλε το μαχαίρι του. Η κοπέλα τον είδε. Γούρλωσε τα μάτια και ούρλιαξε.
«Τόσο πολύ σ’ αρέσει, μωρό μου;» ρώτησε βογκώντας ο νεαρός.
«Πίσω σου!»

Αυτός γύρισε.
Ο Μαχαίρογλου αηδίασε όταν ο άλλος έχυσε πάνω στη φόρμα του και έτσι κατέβασε με περισσότερη δύναμη από όση χρειαζόταν το μαχαίρι, καρφώνοντάς το στο λαιμό του νεαρού. Έπειτα, και προσέχοντας το πουλί του άλλου που μίκραινε σιγά-σιγά, τον άρπαξε από το κεφάλι και τον ώμο και κατέβασε το κορμί του προς την κοπέλα. Η λεπίδα μπήχτηκε βίαια και στο λαιμό αυτής, αναγκάζοντάς την να ανοίξει το στόμα πιο πολύ και να γευτεί τα μακριά μαλλιά του boyfriend –ή του friend with benefits· δεν το είχαν ξεκαθαρίσει.

Ο Μαχαίρογλου πήρε πίσω το μαχαίρι του.

Τότε αντιλήφθηκε πως δεν ήταν μόνος. Σήκωσε απότομα το κεφάλι και είδε μία κοπέλα και ένα αγόρι να πετάγονται προς τα πίσω, από το ξάφνιασμα.
Θα τρέξουν, σκέφτηκε.
Έτρεξαν.
Βγήκε από το βαν.
Σήκωσε το χέρι. Σημάδεψε.
Πέταξε το μαχαίρι.
Πέτυχε την κοπέλα στο κεφάλι, αλλά με τη λαβή, όχι με τη λεπίδα. Αυτή έπεσε. Ο νεαρός δε σταμάτησε.

Ο Μαχαίρογλου δύο βήματα έκανε και βρέθηκε από πάνω της. Αυτή έκλαιγε. Την έπιασε με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο σήκωνε το μαχαίρι. Την έστησε σε ένα δέντρο και κάρφωσε το μαχαίρι στην καρδιά της. Εκείνη σπαρτάρησε για λίγο και τελικά πέθανε, αφού πρώτα έριξε μια γερή αιματοροχάλα στον Μαχαίρογλου.

Είκοσι δευτερόλεπτα αργότερα, ο νεαρός σταμάτησε να τρέχει. Γύρισε να δει. Κανείς πίσω του.
Στράφηκε να συνεχίσει.
Ο Μαχαίρογλου τον έπιασε από το κεφάλι με τα δύο και το πίεσε στις γροθιές του. Ο νεαρός ούρλιαξε, μέχρι που το κρανίο διαλύθηκε.
Επόμενος σταθμός, η λίμνη. Next station, the lake. Παρακαλούμε, προσέχετε το κενό. Please, mind the gap.

Δύο (morituri) νέοι επέπλεαν στα σκοτεινά νερά και φιλιούνταν.
Πολύ απλή δουλειά.

Enter στο νερό, πιάνεις τα κορμιά των νέων, που έτσι κι αλλιώς είναι ενωμένα, και τα παρασύρεις στο βυθό. Παλεύουν, αλλά, εντάξει, η έλλειψη οξυγόνου δεν αφήνει πολλά περιθώρια για σοβαρή αντίδραση, και τους κρατάς για λιγότερο από δύο λεπτά, κυρίως γιατί ούτε ο ίδιος αντέχεις περισσότερο πια, επειδή έχεις γίνει παππούς και καλά δεν ακούς –που λέει ο λόγος.
Τους άφησε να αναδυθούν, δύο σώματα με κενό υγρό βλέμμα. Δεν θα είχε Μεγάλο Σάββατο γι’ αυτούς.
Οπότε τέσσερις έμειναν.
Ήταν στην καλύβα.
Τους είδε να εξερευνούν το μέρος. Τα κατεστραμμένα πλέον έπιπλα. Τα βάζα με τις μπάμιες. Τον Pinhead που πρόσφερε βελονισμό σε ένα ταλαιπωρημένο alien.
Morituri te salutant.
Άκουσε την κραυγή μιας κοπέλας, που, μάλλον, είχε βρει τα κρανία των γονιών του.
Ένα από τα αγόρια βγήκε να κάνει ένα τσιγάρο.

Οι άλλοι είδαν τον Μαχαίρογλου να σηκώνει τον φίλο τους, κρατώντας τον από το πόδι και το σβέρκο.
«Άφησέ τον!» φώναξε η μία κοπέλα.
«Αυτός είναι», είπε η άλλη και έσφιξε στην αγκαλιά της ένα βιβλίο με ένα γκρι γάτο στο εξώφυλλο. «Ω Θεέ μου!»
Η πρώτη κοπέλα, οπισθοχωρώντας, έριξε κατά λάθος τα κρανία.
Ο Μαχαίρογλου τσαντίστηκε. Γύρισε στο πλάι και σκόπευσε. Η κοπέλα κατάλαβε τι θα έκανε και πήδησε στην άκρη, τη στιγμή που ο φίλος της εκτοξευόταν με το κεφάλι προς αυτήν. Το κεφάλι του τύπου καρφώθηκε με το ανοιχτό στόμα στην χατζάρα του Ave-Jason-morituri-te-salutant και το σώμα έμεινε να αιωρείται, σε μια καθαρά σεξουαλική στάση.
Ο άλλος νεαρός επιτέθηκε. Κατάφερε μερικά χτυπήματα στον Μαχαίρογλου, κάνοντάς τον να υποχωρήσει. Οι κοπέλες βρήκαν την ευκαιρία και βγήκαν.
Ο Μαχαίρογλου έπιασε το χέρι του νεαρού και το έσπασε, την ώρα που, βλέποντας τις κοπέλες να διαφεύγουν, κινήθηκε και… τσαααακ… βγήκε μπροστά στη μία και την έπιασε και ένωσε τα κρανία των δύο νέων, βυθίζοντας τη μύτη του ενός στο δεξί μάτι του άλλου.
Μετά, μπήκε στην καλύβα.
Η κοπέλα που είχε ξεφύγει βρέθηκε σε ένα ξέφωτο. Ένιωθε το βιβλίο να γλιστράει στην αγκαλιά της, από τον ιδρώτα της. Ο δρόμος απλωνόταν μπροστά της και…
Και ένα κόκκινο χαλί, επίσης.
Έμεινε άναυδη.
Έπειτα, είδε τον Μαχαίρογλου να στέκεται στη μέση του δρόμου και να κοιτάζει και στις δύο πλευρές.
Όταν εμφανίστηκε κάποιο αμάξι, το σταμάτησε. Ύστερα, άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και έκανε νόημα στην κοπέλα να μπει. Να περπατήσει στο χαλί και να μπει στο αμάξι.
Το είχε πάρει απόφαση με τα χρόνια. Η τελευταία κοπέλα δεν πέθαινε –το είχε δοκιμάσει. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάποιες τον είχαν σκοτώσει κιόλας. Γενικά, όλο κάπως του ξέφευγαν. Οπότε πλέον απλά βοηθούσε όποια έμενε να φύγει. Έστρωνε το κόκκινο χαλί και την ξεπροβόδιζε.
Και μετά ξανάπεφτε επιτέλους για ύπνο, με την άδεια του Jason.
Όπως έγινε τελικά και σήμερα.

————————————————-
Σημειώσεις: *(λατιν.) Χαίρε, Jason, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν – βασισμένο στο χαιρετισμό «Ave, Caesar, morituri te salutant», τον οποίο απηύθυναν οι μονομάχοι στον Ρωμαίο αυτοκράτορα, λίγο πριν αρχίσουν οι μεταξύ τους αναμετρήσεις.
Το κείμενο έχει χιουμοριστικό χαρακτήρα.


%d