Να σου πω κάτι; Μεγάλη κουβέντα η φιλία. Τεραστίων διαστάσεων και βάρους. Δεν μετριέται αλλά υπολογίζεται. Οι κολλητές που απέκτησα στη ζωή ξεκίνησαν από συζητήσεις για γκομενικά. Στα 20 με 22 ήταν ωραία να μιλάς για αυτόν που σου άρεσε, σου μίλησε δεν σου μίλησε, σε κοίταξε, σε πήρε τηλέφωνο έστειλε μήνυμα, δεν υπήρχαν facebookια τότε και καλύτερα μου φαίνεται. Ώρες ατελείωτες στο τηλέφωνο τρεις τέσσερις φορές την ημέρα. Κάθε μέρα. Οι μαμάδες να φωνάζουν να κλείσουμε, ένεκα που δεν υπήρχαν ούτε οι «απεριόριστες αστικές και υπεραστικές κλήσεις». Και φυσικά η μόνιμη απορία. “Τι λέτε τόσες ώρες;” Τι να λέμε. Τα ίδια και τα ίδια που όλως περιέργως φαίνονταν καινούργια, αναλύαμε καρέ καρέ κάθε σκηνικό με τόση λεπτομέρεια, ένα ένα τα στοιχεία που εντοπίζαμε, το βλέμμα, το άγγιγμα. «Μου ακούμπησε το χέρι!» «Κατάλαβα, πάλι άπλυτη θα μείνεις». «Με κοίταξε και μου είπε πρόσεχε μη σκοτωθείς.» Προφανώς θα σκοτωνόμουν αφού κόντεψα να πέσω από τη σκάλα. Γιατί το είπε; Από ενδιαφέρον για τη σκάλα; Μη χαλάσει το μάρμαρο; Μην πέσω, γεμίσω αίματα και αναγκαστεί να με μαζέψει; Μήπως δεν αντέχει τα αίματα; Να δεις που ήθελε να με σώσει …. Κι άλλα τέτοια χαζοχαρούμενα. Όλα αυτά καλά ήταν τότε. Ε, μετά περνούσαν τα συναισθηματικά, περνούσε κι έφευγε και η φιλία.
Δέκα, δεκαπέντε χρόνια αργότερα, με θέμα και πάλι κάποιον άντρα, βρίσκεις την επόμενη κολλητή. Μεγαλύτερη ούσα πλέον, οι συζητήσεις σοβαρότερες, αλλά πάντα να στρέφονται γύρω από το σερνικό. Και χτίζεται σιγά σιγά η σχέση και ανακαλύπτεις ότι τελικά να, αυτή είναι πραγματική φιλία. Την αγαπάς τη φιλενάδα σου γιατί είναι καλός άνθρωπος και σκέφτεσαι πως αν χρειαστείς κάτι θα σου σταθεί και θα τρέξει. Έρχεται λοιπόν η ώρα που πέφτεις στα πατώματα και η φιλενάδα σου τηλεφωνεί 5 φορές τη μέρα να δει τι κάνεις και μπούρου μπούρου να σου πιπιλάει το κεφάλι να πάρεις τα πάνω σου, να βάλεις μυαλό και να προσέξεις τον εαυτό σου. Έχεις να το λες, μετρημένοι στα δάχτυλα αυτοί όσοι βρέθηκαν στο πλάι σου και είναι πάντα οι ίδιοι και είναι τιμή σου και καμάρι που τους έχεις στη ζωή σου.
Ξέρεις τι συμβαίνει με τα μοναχοπαίδια; Κάποια από αυτά είναι καλομαθημένα, ειλικρινά δεν ξέρω αν είναι τα περισσότερα ή όχι, αλλά κάποια βγήκαμε καλομαθημένα, προστατευμένα με αποτέλεσμα το παραμικρό πρόβλημα να δείχνει βουνό. Η άκρη του παγόβουνου και οϊμέ, τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε εμείς τα κακόμοιρα … Κάποια είμαστε λίγο πιο μόνα μας.
Σου έχω θυμώσει. Γνωρίζεις πόσο δυσκολεύομαι αυτό το διάστημα. Είμαι μόνη μου σχεδόν και τώρα που σε χρειάζομαι περισσότερο δεν βρίσκεις χρόνο να δεις τι κάνω.
Ξέρεις ότι δεν έχω βοήθεια και θέλεις να πιστέψω ότι μέσα στην ημέρα δεν βρήκες 3 λεπτά να τηλεφωνήσεις να δεις αν χρειάζομαι κάτι;
Σου είπα τα μαντάτα για τη μαμά, μπήκε νοσοκομείο και το βράδυ θυμήθηκες να με πάρεις να δεις τι κάνει; Γιατί;;;; Ήσουν το πρώτο άτομο που σκέφτηκα να στραφώ αν ποτέ πάθαινε κάτι η μαμά και ξαφνικά τώρα στέλνεις κάποιο μήνυμα λίγο πριν κοιμηθείς;
Εσένα είχα. Εσένα θεωρούσα ότι είχα, ο δικός μου άνθρωπος που εμπιστεύομαι απόλυτα και συ δεν βρήκες ούτε τρία λεπτά. Έχεις τόσες υποχρεώσεις, τρέχεις από το πρωί μέχρι τα ξημερώματα που σε παίρνει ο ύπνος όρθια από την κούραση.
Είμαι άδικη. Δεν πρόκειται να σου πω όσα σκέφτομαι διότι δεν έχω το δικαίωμα. Όσα χρόνια γνωριζόμαστε δεν ζήτησες ποτέ τη βοήθειά μου. Είμαι άδικη. Ξέρεις τι είναι αρκετό πολλές φορές; Μια απλή κουβέντα. Ας έλεγες ότι θα ήσουν εκεί και δεν επρόκειτο να ζητήσω κάτι.
Σιγουριά ήθελα, ότι υπάρχει ένας δικός μου άνθρωπος σε περίπτωση που χρειαστώ βοήθεια, κάποιος να με αγαπάει και να με προσέχει όπως η μαμά μου. Μα δεν γίνεται αυτό. Γίνεται;