,

Όπου είσαι, είμαι

“Θέλω να μείνω λίγο μόνος μου!” 

Σηκώθηκε από το στήθος του και τον κοίταξε στα μάτια. Τα λόγια του έπαιζαν σε λούπα μες στο κεφάλι της. 

“Τι εννοείς;”, του είπε διατηρώντας όλη την αυτοκυριαρχία της και προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τρεις επόμενες λέξεις που θα ακολουθούσαν. 

“Αυτό που κατάλαβες! Θέλω να μείνω λίγο μόνος μου! Δεν εννοώ κάτι άλλο, ούτε κρύβω κάποιο μήνυμα πίσω απ’ αυτές τις λέξεις!”. 

Σηκώθηκε όρθια και πήγε προς το παράθυρο χωρίς να τον κοιτάξει. Άφησε το βλέμμα της να περιπλανηθεί στην παγωμένη και βρεγμένη Αθήνα ενώ τον άκουγε που έστριβε το τσιγάρο του. Κανένας από τους δύο δε μιλούσε. Εκείνη τι να του έλεγε; Λες και μπορούσε να του αλλάξει γνώμη. Κανείς δεν μπορεί! Μονάχα ο ίδιος… Εκείνος από την άλλη τα είχε πει όλα. 

Πήρε μια μεγάλη ανάσα, έβαλε τις σκέψεις της σε τάξη και μόλις άκουσε τον ήχο από το σπίρτο ήξερε πως έχει στη διάθεσή της πέντε ολόκληρα λεπτά να πει όλα όσα σκέφτεται. Πέντε! 

“Ξέρεις, το περίμενα πως θα ερχόταν αυτή η στιγμή. Τη φοβόμουν από την πρώτη μέρα. Οι τέσσερις αυτές λέξεις, μαζί με τις τρεις που τις συνοδεύουν, είχαν μόνιμη θέση μες στο κεφάλι μου τόσο καιρό. Τις έδιωχνα αλλά όχι… εκεί! Και προσπαθούσα να σκεφτώ τους λόγους που θα σε έκαναν να τις ξεστομίσεις. Έναν προς έναν. Είναι πολλοί για να είμαι ειλικρινής, αλλά πίστευα, ήμουν σίγουρη βασικά, πως κανένας από αυτούς δε θα σε έκανε να παραιτηθείς. Και πορευόμουν μ’ αυτό. Στηριζόμενη στο θάρρος και στη δύναμή σου. Και ένιωθα ασφάλεια. Παραδινόμουν… 

Μα δες… Ήρθε η ώρα! Έκανα λάθος. Και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να σε μεταπείσω… Μόνο να σ’ αγαπάω σιωπηλά και βαθιά μέσα μου να ελπίζω πως θα αλλάξεις γνώμη. Εγώ τον τήρησα το λόγο μου…”. 

Πέντε λεπτά…. Έσβησε το τσιγάρο του και σηκώθηκε από τον καναπέ. Έκανε να την πλησιάσει με το κενό της βλέμμα τον αφόπλισε. Την αγαπούσε όμως πολύ για να δειλιάσει. Έπρεπε να της εξηγήσει… Έπρεπε να τον ακούσει. 

“Δε φταις εσύ. Εγω φταίω! Δε θέλω να σε πάρω μαζί μου! Δε θέλω να σε βουλιάξω. Εσύ μου έδωσες κίνητρο να φτιάξω τη ζωή μου. Δεν μπορώ να στη στέρησω. Βλέπεις ότι δεν είμαι καλά και όσο κι αν προσπαθείς πέφτεις στο κενό. Βασανίζεσαι…” 

“Μα αυτό είναι η σχέση! Αυτό σημαίνει να στηρίζεις και να βοηθάς τον άνθρωπό σου. Λες να μην καταλαβαίνω ότι δεν είσαι καλά; Λες να μην στεναχωριέμαι; Να μην σπάω το κεφάλι μου να βρω τη λύση; Γιατί αυτό σημαίνει να αγαπάς! Αυτό σημαίνει να λειτουργείς σαν ένα. Αυτό είναι το μαζί…. Τώρα πες τις τρεις λέξεις και φύγε… Δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα αντέξω…” 

Άφησε τα χέρια του να πέσουν βαριά. Έσκυψε το κεφάλι μα λέξη δε βγήκε από το στόμα του. Γύρισε προς την πόρτα και άφησε τα δάκρυά του ελεύθερα. Δεν ήθελε να τη χάσει. Δε θα το άντεχε… Για να τη σώσει, θα φύγει. 

“Αφού θες τις τρεις λέξεις σου, θα στις δώσω… Όπου είσαι, είμαι! Περίμενέ με… Θα γυρίσω σε εσένα…”. 

Μόλις έμεινε μόνη της ξέσπασε σε λυγμούς.

Αυτή ήταν η υπόσχεση του και ήταν σίγουρη πως θα την τηρούσε…

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: