,

Διάλογος για Έναν

Κοιτάζεις τον άνθρωπο που έχεις απέναντι σου, τι βλέπεις;

Ένα κεφάλι, λαιμό, ώμους, στήθος και χέρια. Τον περιεργάζεσαι. Το πρόσωπο του είναι περίεργο. Γνώριμο, σίγουρα αλλά κάτι δεν πάει καλά, κάτι δεν σου κολλάει. Το μέτωπο είναι χαλαρό αλλά αν παρατηρήσεις προσεκτικά μπορείς να διακρίνεις τις ρυτίδες απ’ τις εκφράσεις όταν ξαφνιάζεται, όταν σκέφτεται, όταν λυπάται. Τα μάτια είναι ανέκφραστα, δεν κρύβουν καμιά έκπληξη που σε αντικρίζουν, κανένα συναίσθημα. Όχι ότι περίμενες κάτι διαφορετικό. Η μύτη είναι εκεί, όχι κάτι που παρατηρείς συχνά τελευταία. Ίσως κάποτε να ήθελες να την αλλάξεις, να σου φαινόταν παράταιρη απ’ το υπόλοιπο σύνολο, τώρα όμως δεν δίνεις καμιά σημασία. Τα χείλη είναι πιεσμένα σε μια λεπτή γραμμή, ενδεχομένως το μόνο ίχνος συναισθήματος στην εικόνα που αντικρίζεις. Πάλι όμως ήταν αναμενόμενο. Ο λαιμός σου περνά αδιάφορος; δεν θυμάσαι τις φορές που έβαλες τα χέρια σου γύρω του για να δείξεις έμπρακτα τον πνιγμό που ένιωθες μέσα σου όπως και δεν θυμάσαι τις φορές που κάποιος τον φίλησε τρυφερά.

Οι ώμοι είναι απλά εκεί για να στηρίζουν το κεφάλι, για να δίνουν λόγο ύπαρξης στα χέρια. Αγνοείς τη ζεστασιά που προσφέρουν όταν κάποιος τους αγκαλιάζει. Το στήθος είναι μεγάλη ιστορία: περιέχει πνεύμονες που δίνουν ζωή αλλά ξέρεις ότι καταστρέφονται με κάθε τζούρα απ’ το τσιγάρο, περιέχει την καρδιά στην οποία ποτέ δεν έδωσες τα εύσημα που της αναλογούν παίρνοντας τη για δεδομένη. Θα λειτουργεί για πάντα, ίσως με το δικό της ιδιόρρυθμο τρόπο αλλά θα είναι εκεί. Και τέλος τα χέρια, το τελευταίο πράγμα στο οπτικό σου πεδίο. Μπράτσα που δεν έχουν χρησιμεύσει και σε τίποτα φοβερό, ίσως κάποτε να έδωσαν θαλπωρή με μια αγκαλιά, αλλά πού να θυμάσαι. Αχνοφαίνεται ο πήχης που ξέρεις ότι έχει ουλές που μπορεί να μη φαίνονται πια, αλλά εσύ τις δημιούργησες’ σχεδόν νιώθεις ακόμη φρέσκια την πληγή. Και τα δάχτυλα. Αυτά έχουν φέρει μόνο την καταστροφή: αυτά στρίβουν τα τσιγάρα που πληγώνουν τους πνεύμονες, αυτά στέλνουν λάθος μηνύματα σε λάθος άτομα, αυτά ο, τι και όποιον ακουμπάνε το μετατρέπουν σε στάχτες και μετά πρέπει εσύ να μαζέψεις τα σπασμένα.

Κι όλα αυτά πρέπει να τα αγαπήσεις κιόλας; Τα χείλη σχηματίζουν ένα στραβό χαμόγελο. Δεν έχεις σταματήσει να κοιτάς τον καθρέφτη και δεν μπορείς να βρεις ένα πράγμα που να αξίζει τον κόπο. Γιατί δεν θυμάσαι ένα καλό πράγμα που να έχεις κάνει. Αν στύψεις λίγο το μυαλό σου, μπορεί να θυμηθείς. Μπορείς όμως να ξεκινήσεις απ’ την αρχή. Με το ίδιο πρόσωπο, λαιμό, ώμους, χέρια αλλά με διαφορετικές επιλογές. Δεν θα ξεχάσεις ποτέ την εντύπωση που σου άφησε αυτή η εικόνα, αλλά μην ξεχνάς ότι μπορείς ανά πάσα στιγμή να δημιουργήσεις μια καινούργια. Αλλά πώς; Πώς αλλάζεις τα πάντα, πώς σταματάς να κάνεις τα ίδια λάθη ξανά και ξανά και ξανά; Θέλει σθένος -και ειλικρινά, πόσο σου έχει μείνει απ’ αυτό;- και θράσσος. Θέλει δύναμη και να αψηφήσεις ό,τι ήσουν μέχρι τώρα για να γίνεις κάτι καινούργιο. Τόσο μικρές λέξεις, τόσο μεγάλη βαρύτητα.

Ίσως όμως να θέλει μόνο υπομονή. Μία μέρα τη φορά, ένα βήμα κάθε φορά. Δημιουργείς ξανά τη δική σου ιστορία, μην το ξεχνάς. Και οι ιστορίες θέλουν χρόνο για να γραφτούν, θέλουν πείσμα, να σκέφτεσαι την κάθε σου κίνηση και να γυρνάς πάντα πίσω, να διορθώνεις και να μαθαίνεις απ’ τα λάθη σου. Θέλουν αρχή, μέση και τέλος. Είσαι ακόμη στην αρχή κι έχεις δρόμο ακόμη μπροστά σου για το τέλος. Δεν πειράζει αν δεν το φτάσεις ποτέ, οφείλεις όμως να προσπαθήσεις.

Μην αγαπήσεις τον εαυτό σου αμέσως, δεν πειράζει. Είπαμε, αργά αργά. Φρόντισέ τον όμως. Άκου τι σου λέει το σώμα σου και ηρέμισε το νου σου. Και μην ξεχνάς να προσπαθείς να είσαι λίγο καλύτερος από χθες. Απέναντι στον εαυτό σου και απέναντι στους γύρω σου. Και όλα θα φτιάξουν. Σ’ το υπόσχομαι.

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: