Το ερωτηματικό στο βλέμμα της ήταν ξεκάθαρο.
– Τι εννοείς τελείωσες συναισθηματικά;
– Δεν υπάρχει πιο ξεκάθαρη εξήγηση. Εγώ μαζί σου τέλος. Από δω και πέρα θα σε κοιτάζω και θα βλέπω μόνο ένα κενό άνθρωπο. Αυτό σου αξίζει αυτό θα πάρεις. Μου απαγορεύω να διαθέσω το παραμικρό συναίσθημα απέναντί σου. Αυτό έχω και με αυτό, αν θες, θα πορευτείς από δω και πέρα.
– Δεν μπορώ να σε καταλάβω. Τι ήταν αυτό που έκανα που σε τάραξε και είσαι τόσο σκληρή απέναντί μου;
Το μυαλό της Σταματίας ήδη είχε πετάξει στο παρελθόν και η ερώτηση ακούστηκε σαν μακρινός ψίθυρος.
***
Η Σταματία ήταν μια γυναίκα 39 ετών. Γεμάτη από την οικογενειακή ζωή και άδεια από την φιλική. Πάντα είχε σαν κύριο οδηγό στις σχέσεις, την παράδοση άνευ όρων. Δεύτερες σκέψεις δεν χωρούσαν, ήθελε να ήταν ίση ή ακόμα και κατώτερη. Δεν την ενοχλούσε, ίσα ίσα που την ευχαριστούσε οι φίλοι της να νιώθουν όμορφοι, έξυπνοι, δυναμικοί. Η ζήλια στο κομμάτι της φιλίας δεν υπήρχε στο DNA της. Ξεχώριζε το καλύτερο, ήθελε να το φτάσει, αλλά ποτέ να το εξοντώσει. Έτσι λοιπόν, για τους προηγούμενους λόγους, έμενε πάντα μετά από λίγο καιρό μόνη της. Όσο είχε αυτή να δώσει, άλλο τόσο ήθελαν οι άλλοι να πάρουν χωρίς επιστροφή. Λες και κάτι τους έσπρωχνε να ρουφήξουν και να αφανίσουν οτιδήποτε καλό είχε μέσα της. Είχε κουραστεί πλέον, είχε παραδώσει τα όπλα και αρκούνταν σε επιφανειακές σχέσεις του απλού καφέ και της τυπικής επαφής.
Ώσπου ένα πρωινό μπήκε στην ζωή της η Αρετή.
Η Αρετή ήταν ένα πλάσμα που μόλις αντίκριζες το χαμόγελό της, σου άνοιγε την πόρτα της ευτυχίας. Μόλις 25 χρόνων, με οικογένεια ήδη φτιαγμένη. Είχε έναν τρόπο να σε κάνει να νιώθεις οικειότητα και χαρά μαζί. Η Σταματία όταν την αντίκρισε, ξέχασε κάθε προηγούμενο βέλος υποτιθέμενων φίλων και δήλωσε εθελοντικά και φυσικά άνευ όρων, στόχος.
Ήρθαν οι βόλτες, οι οικογενειακές επαφές, οι εξομολογήσεις, τα δάκρυα και οι χαρές. Η ιδανική κολλητή φίλη.
Πολλά βράδια η Σταματία είχε πιάσει τον εαυτό της να εύχεται με όλη της την ψυχή να μην δει ποτέ τα βέλη της Αρετής. Μετά γέλαγε χαζά και κορόιδευε τον εαυτό της που του επέτρεπε να τσουβαλιάζει την Αρετούλα της.
Το πρωινό τηλεφώνημα μεταξύ των δυο ήταν πια ρουτίνα. Έτσι ξεκίνησε η μέρα και εκείνο το πρωί της Δευτέρας.
– Καλημέρα Αρετούλα μου, πώς ήταν το βράδυ σου;
– Άσχημα φιλενάδα, με έπιασε πάλι αυτός ο φριχτός πονοκέφαλος και όλο το βράδυ κόντεψε να σπάσει το ρημάδι. Ο Τάσος δίπλα μου να ροχαλίζει σαν χαλασμένη εξάτμιση και εγώ να υποφέρω!
– Σου έχω πει τόσες φορές να πας στον γιατρό Αρετούλα και εσύ με γράφεις. Δεν γίνεται να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, πρέπει οπωσδήποτε να σε δει γιατρός.
– Το ξέρω βρε Σταματία μου, αλλά ξέρεις τα οικονομικά μας. Εδώ ακόμα αδυνατούμε να πάμε το παιδί για τα εμβόλια που έχει μείνει πίσω. Άσε, θα το παλέψω με τα παυσίπονα και βλέπουμε.
– Ε τώρα θα σε βρίσω! Και εγώ γιατί είμαι εδώ; Ξέρεις ότι μπορώ και σε θέμα υγείας δεν έπρεπε να σε απασχολεί καθόλου αυτό ζήτημα. Πες μου πότε μπορείς και μόλις κλείσουμε, θα κανονίσω ραντεβού με τον γιατρό για εσένα και με τον παιδίατρο για το παιδί.
– Όχι Σταματία μου, ήδη έχεις κάνει πολλά, δυο χρόνια τώρα από τότε που έμαθες την οικονομική μας κατάσταση, δεν με έχεις αφήσει να πληρώσω ούτε έναν καφέ. Δεν μπορώ να δεχτώ τώρα και τις αμοιβές των γιατρών, θα ήταν μεγάλη γαϊδουριά.
– Αρετούλα σταμάτα τις ανοησίες και πες μου πότε θες να πάμε στον γιατρό.
– Με φέρνεις σε δύσκολη θέση Σταματία, αλλά θα το δεχτώ κυρίως για το παιδί. Δεν θέλω να βάζω άλλο σε κίνδυνο την υγεία του.
– Άι γεια σου κολλητή, τώρα σκέφτεσαι και μιλάς σωστά.
– Μόνο που θα ήθελα να μου δώσεις τα χρήματα και να πάω με τον άντρα μου. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση και το τρέξιμο στους γιατρούς να το επιβαρυνθείς εσύ, σε αυτό είμαι κάθετη και δεν δέχομαι συζήτηση.
– Αχ βρε ψυχάρα που μόνο τους άλλους σκέφτεσαι. Εντάξει λοιπόν, ας το κάνεις όπως θες εσύ. Μόνο που μόλις γυρίσετε από τον γιατρό, θέλω να με πάρεις αμέσως τηλέφωνο να μου πεις τι έγινε, συνεννοηθήκαμε;
– Εννοείται ρε, μην σου πω να βρεθούμε αμέσως μετά για καφέ που μου έλειψες όλο το Σαββατοκύριακο!
– Εντάξει κολλητή, σου βάζω αμέσως χρήματα στον λογαριασμό σου και περιμένω τα νέα σου.
– Εντάξει αγάπη, σε ευχαριστώ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ όσα έχεις κάνει για εμένα.
– Έλα, μην ακούω ανοησίες. Είπαμε, δεν θέλω ποτέ ευχαριστώ από τους δικούς μου ανθρώπους. Θεωρώ την βοήθεια μου δεδομένη και το ευχαριστώ είναι περιττό.
– Αχ εσύ! Λοιπόν κλείνω και μιλάμε σύντομα.
– Περιμένω νέα σου, φιλιά πολλά αγάπη.
Η Σταματία έμεινε με το ακουστικό στο αφτί να σκέφτεται την καημένη την Αρετούλα και η ανησυχία της δεν την άφησε να λειτουργήσει στο πάτημα του κουμπιού να λήξει η κλήση. Δυστυχώς.
Στο αφτί της ακούγονταν φωνές, αυτό την έβγαλε γρήγορα από τις σκέψεις της. Τι στο καλό; Τρελάθηκε; Όχι, η φωνή της Αρετής ήταν, αχ η τρελή πάλι ανοικτό άφησε το τηλέφωνο. Αρετήηηηηηηηηη φώναξε με όλη την δύναμη της η Σταματία, ο διάλογος όμως που ακούγονταν μέσα από το τηλέφωνο μάλλον δεν άφησε την δυνατή φωνή να ξεχυθεί.
– Σου λέω Τάσο το κατάπιε αμάσητο η ηλίθια. Δεν προσπάθησα καθόλου. Πρώτη φορά έχω συναντήσει τέτοιο ζώον ρε αδερφάκι μου. Εμ βέβαια, πάντα νομίζει πως είναι εξυπνότερη από όλους, δεν βλέπει τα χάλια της που με δυσκολία τελείωσε ένα λύκειο. Θα της φάμε όσα περισσότερα μπορούμε. Γιατί μπορούμε αγαπούλα, δηλωμένη μαλάκας είναι και εμείς της το επιβεβαιώνουμε.
***
– Δεν μπορώ να σε καταλάβω. Τι ήταν αυτό που έκανα που σε τάραξε και είσαι τόσο σκληρή απέναντι μου;
-Η παλιανθρωπιά. Αυτή θα με νικάει πάντα. Δεν θα την κερδίσω όσο θέλω την ψυχή μου καθαρή, αλλά μπορώ να την κάνω να σταματήσει να μετράει συνέχεια νίκες.
Το νούμερο που καλέσατε δεν αντιστοιχεί πλέον σε συνδρομητή….
The BluezGuest