Με λένε Ραούλ Γκονζάλες. Ναι, καλά ακούσατε, έχω πλήρες ονοματεπώνυμο. Όχι σαν κάτι άλλους εκπροσώπους του είδους μου, που έχουν κάτι γελοία ονόματα, όπως Ρούντυ, Μαξ, Ρόκυ, Πίκο κι άλλες αηδίες. Όχι, εμένα η θετή μου οικογένεια μου έδωσε ένα όνομα όπως αρμόζει στη καταγωγή μου.
Κι όλα αυτά γιατί είμαι από βασιλική γενιά. Μάλιστα. Και το όνομά μου ακούγεται πολύ βασιλικό. Αργότερα έμαθα ότι Ραούλ Γκονζάλες λέγεται ένας Ισπανός ποδοσφαιριστής που παίζει σε μια ομάδα που τη λένε Ρεάλ Μαδρίτης. Κι αν δεν ξέρετε, μάθετε, Ρεάλ στα ισπανικά σημαίνει βασιλικός (όχι βέβαια το φυτό). Τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο. Είμαι βασιλόπουλο κι εγώ λοιπόν. Οι πρόγονοί μου γεννήθηκαν κι έζησαν μέσα στο παλάτι του Μπάκινγχαμ του Λονδίνου. Κι αν δεν με πιστεύετε, στα περισσότερα πορτρέτα βασιλισσών, δουκισσών και μαρκησιών ή ακόμη σε πίνακες που απεικονίζουν βασιλικό κυνήγι όντως υπάρχει και κάποιος πρόγονός μου. Και αν δεν σας φτάνει μόνο αυτό, πριν από διακόσια και βάλε χρόνια, κάποιος βασιλιάς, ο Κάρολος Β’, είχε κάποιο προ-προ-προ-προ-προπάππο μου και δεν πήγαινε πουθενά χωρίς αυτόν. Ίσως γι’ αυτό ονόμασαν την φυλή μου Cavalier King Charles Spaniel, δηλαδή ο Σύντροφος του Βασιλιά Καρόλου. Για να μπορεί να πηγαίνει λοιπόν μαζί του στο Κοινοβούλιο, έφτιαξε νόμο να επιτρέπεται η είσοδος και σε όλους της φυλής μου. Ένας νόμος που ισχύει μέχρι και σήμερα. Κι αυτό είναι και το μεγαλύτερο όνειρό μου. Να πάω στην πατρίδα και να μπω στο Κοινοβούλιο. Σαν να με βλέπω, να περπατώ καμαρωτά-καμαρωτά και οι άνθρωποι να κάνουν στην άκρη και να υποκλίνονται. Γιατί έτσι πρέπει, να υπάρχει σεβασμός και δέος στη βασιλική καταγωγή μου.
Είμαι από βασιλική γενιά κι έχω όπως καταλαβαίνετε, έμφυτες όλες τις αριστοκρατικές συνήθειες. Δηλαδή κυνήγι, παιχνίδι και ρεμβασμός. Μόνον όταν δω κάτι πετούμενο, μύγα είναι, πεταλούδα είναι, μέλισσα ή περιστέρι, ενίσταμαι και εξίσταμαι και μετά εφορμώ. Όσο για το παιχνίδι και τον ρεμβασμό, τα εξασκώ καθημερινά και με ιδιαίτερο ζήλο.
Είμαι τριχωτός, αλλά όχι γεμάτος από μαύρες τρίχες – από άσπρες και καστανές. Λεπτότριχες σαν μετάξι και στο κεφάλι μου υπάρχει ένα καρδιόσχημο σημάδι. Η κορώνα μου. Άλλοι λένε ότι το σημάδι αυτό δημιουργήθηκε από το φιλί της βασίλισσας, άλλοι απ’ το δαχτυλάκι της δούκισσας κι άλλοι ότι είναι το φιλί του Βούδα. Άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εμφάνισής μου είναι τ’ αυτιά μου. Μοναδικό στολίδι. Η γοητεία μου. Μεγάλα, μακριά και τριχωτά. Όπως και να ’χει, ακόμα και τα κληρονομικά σημάδια επιβεβαιώνουν την ευγενική καταγωγή μου.
Ας τ’ αφήσουμε όμως αυτά προς το παρόν κι ας έρθουμε στην πραγματικότητα. Ζω στην Ελλάδα κι όχι στην Αγγλία, με την οικογένεια που με υιοθέτησε. Η οικογένεια απαρτίζεται απ’ τον Μεγάλο Αγαπημένο (ΜΑ), την Μεγάλη Αγαπημένη (ΜΑ) και τον Μικρό Λατρεμένο (ΜΛ). Ε πώς! Τους έβγαλα κι εγώ ονόματα. Είναι οι άνθρωποί μου. Με πήραν από τόσο δα μωράκι και με ανέστησαν. Είμαι πολύ ευχαριστημένος με τους ανθρώπους μου. Δεν μπορώ να πω, δεν μου λείπει τίποτα κι εδώ που τα λέμε, έχουν ανεχτεί κι αρκετές ιδιοτροπίες μου. Βέβαια έχω ανεχτεί κι εγώ τις δικές τους, αυτό να λέγεται. Ισορροπημένη σχέση.
Ο ΜΑ δεν έχει πολλά-πολλά μαζί μου, εννοώ αγκαλιές και χάδια αλλά αυτός με τρέφει, οικονομικά εννοώ και πληρώνει τους γιατρούς. Τα Σαββατοκύριακα αυτός με πηγαίνει βόλτα. Δεν έχω παράπονο.
Η ΜΑ, αντίθετα, όλο με χαϊδεύει και μ’ αγκαλιάζει διακόπτοντας τις σκέψεις μου. Μου βάζει να φάω, με συνοδεύει στις βόλτες και καμιά φορά με μαλώνει. Όπως όταν, λόγου χάριν, “μου φύγουν” μέσα στο σπίτι. Μου συμβαίνει πολύ σπάνια τώρα πια σε σχέση με το τι γινόταν παλιά και δεν καταλαβαίνω γιατί μου θυμώνει. Δεν είναι κακό να αφήνω το στίγμα μου. Έτσι κι αλλιώς αυτό είναι το σπίτι μου και πρέπει να έχει το στίγμα μου. Αυτό όμως που αντιπαθώ πιο πολύ, είναι όταν με κάνει μπάνιο. Σιχαίνομαι να βρέχομαι. Για να μην είμαι άδικος όμως, πρέπει να παραδεχτώ ότι μετά η τρίχα μου είναι πεντακάθαρη, αφράτη, φιλντισένια. Σωστός βασιλικός μανδύας.
Ο ΜΛ είναι ο πιο αγαπημένος μου. Μεγαλώσαμε μαζί. Τα κάναμε πάνω μας μαζί. Παίξαμε, τσακωθήκαμε και φιλιώσαμε, ζηλέψαμε ο ένας το άλλον και πόσες φορές μας πήρε ο ύπνος παρέα. Δεν φαντάζομαι να με θεωρήσετε γκέι επειδή κουλουριάζομαι στην αγκαλιά του και μου λέει τα μαθήματα; Έχω μάθει τόσα και τόσα από κείνον. Τι Ιστορία, και Θρησκευτικά, τι Φυσική και Γραμματική. Με τόσα και τόσα θα έπρεπε να μιλάω κι εγώ σωστά, αλλά όταν ανοίγω το στόμα μου, μόνο γουργουρητό βγαίνει.
Αγαπάω πολύ τους ανθρώπους μου και γενικά το είδος. Ποτέ δεν μου έχουν φερθεί άσχημα και όταν με συνοδεύουν έξω βόλτα, οι περισσότεροι στο δρόμο σταματάνε να μου μιλήσουν και να με χαϊδέψουν. Αντίθετα δεν τα πάω καθόλου καλά με τους συμπατριώτες μου. Αυτό συμβαίνει επειδή είχα μια τραυματική εμπειρία όταν ήμουν μικρός. Είχαμε πάει με τη ΜΑ να πάρουμε τον ΜΛ απ’ το σχολείο. Μέχρι να σχολάσει, έβλεπα απ΄ τα κάγκελα κάποια παιδιά που έπαιζαν μπάλα. ΜΠΑΛΑ! Το αντικείμενο φετίχ μου. Ενθουσιάστηκα κι άρχισα να κραυγάζω για να με παίξουν και μένα. Εν τω μεταξύ είχε έρθει κι ένας άλλος πατέρας που περίμενε το παιδί του συνοδευόμενος από τον Τιτάνα, ένα γέρικο φοξ τεριέ. Έχει γούστο να παίξουν μ’ αυτόν κι όχι με μένα, σκέφτηκα και συνέχισα να κραυγάζω όλο και πιο δυνατά. Αυτός στην αρχή δεν μου έδινε σημασία. Σατανικός υποκριτής. Τα παιδιά σχόλασαν κι ετοιμαζόμασταν να γυρίσουμε πίσω, όταν ο Τιτάνας με πλησίασε ύπουλα και μου ‘ρίξε μια δαγκωνιά στο πρόσωπο. Η ΜΑ τρόμαξε κι έβαλε τις φωνές και μετά με πήγε στο γιατρό. Είχα τραυματισθεί στο μάτι. Ο γιατρός μου έβαλε κάτι σταγόνες και σε λίγες μέρες ήμουν περδίκι. Αλλά τον παλιόγερο τον Τιτάνα δεν τον συγχώρεσα ποτέ. Άσε που βρώμαγε και το στόμα του. Από τότε, είμαι πολύ επιφυλακτικός όταν συναντώ άλλους. Πρώτα φωνάζω επιθετικά και μετά κάνω δισταχτικά βήματα προς τα πίσω. Δεν είμαι δειλός αλλά μερικοί βρε παιδί μου, είναι πολύ ογκώδεις. Και στο κάτω-κάτω δεν καταδέχομαι εγώ, ένας αριστοκράτης, να πέφτω στο επίπεδό τους.
Στο σπίτι, έχω το δικό μου κρεβάτι. Είναι το τρίτο που μου έχουν αγοράσει οι άνθρωποί μου. Σιγά μην κοιμόμουν εγώ στο πάτωμα σαν τους άστεγους. Μόλις μεγάλωσα λίγο και μπορούσα να σκαρφαλώνω, διάλεξα την πιο αναπαυτική γωνία του καναπέ για τα συχνά χουζούρια μου και όσο για τον βραδινό μου ύπνο, έχω ποικιλία. Στην αρχή ξεκινάω τον ύπνο μου στο κρεββάτι των ΜΑ. Και πιο συγκεκριμένα στα πόδια της ΜΑ. Θέλω να την νιώθω για να χαλαρώσω. Και πραγματικά κοιμάμαι σαν πουλάκι. Πριν χαράξει όμως, αλλάζω κρεβάτι. Πηγαίνω στον ΜΛ και συνεχίζω ακάθεκτος τον ύπνο μου εκεί ακόμα πιο ευχαριστημένος. Άσε που ξυπνάμε και ξεκινάμε την κάθε νέα μέρα μαζί. Το κρεβάτι το δικό μου έχει τον ρόλο της προσωπικής μου φωλιάς. Δηλαδή, αν κλέψω κάτι, συνήθως απ’ τον ΜΛ καμμιά γόμα ή κανένα μολύβι ή ακόμα κανένα χτενάκι απ’ τη ΜΑ, εκεί τα κρύβω. Επίσης το χρησιμοποιώ και για χουζούρι όταν λείπουν όλοι απ’ το σπίτι. Είναι ο προσωπικός μου χώρος. Τα προηγούμενα δύο κρεβάτια που μου είχαν πάρει είχαν χρησιμοποιηθεί και σαν παιχνίδι. Διασκέδαζα αφάνταστα όταν τα αναποδογύριζα και κρυβόμουν από κάτω. Ήμουνα και πιο νέος τότε. Όμως με τα νυχάκια και τα δοντάκια μου σχίζονταν και βγαίνανε τα σωθικά τους. Και τότε γέμιζε ο τόπος χιόνι. Η ΜΑ θύμωνε και με μάλωνε και για ένα μεγάλο διάστημα με είχε χωρίς κρεβάτι. Όμως επειδή μετά έτυχε να αρρωστήσω, αναγκάστηκε να μου πάρει αυτό το κρεβάτι που έχω τώρα, αλλά κι αυτό δεν το βλέπω να υπάρχει για πολύ ακόμη.
Μίλησα για το κρεβάτι μου και είπα ότι εκεί χουζουρεύω όταν λείπουν όλοι απ’ το σπίτι. Δεν θα ήθελα να μιλήσω για δυσάρεστα πράγματα, αλλά να που το ‘φερε η κουβέντα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη θλίψη που βιώνω με τους ανθρώπους μου. Όταν λείπουν απ’ το σπίτι. Η αλήθεια είναι ότι δεν μ’ αφήνουν για πολλή ώρα μόνο μου, αλλά εμένα μου φαίνεται μια αιωνιότητα. Στην αρχή κάθομαι παραπονεμένα πίσω απ’ τη πόρτα, μπας και κάποιος το μετανιώσει και γυρίσει πίσω και μετά τρέχω στη κρεβατοκάμαρα, παίρνω τις παντόφλες τους, τις πηγαίνω στο κρεβάτι μου και ξαπλώνω αγκαλιά με τις παντόφλες. Είναι σαν να τους έχω κοντά μου. Αλλά όταν έρχονται; Ακούω το αυτοκίνητο πριν στρίψει τη γωνία. Και ξεχωρίζω τον ήχο των αυτοκινήτων τους ανάμεσα σε δεκάδες άλλα. Ποτέ δεν κάνω λάθος. Έτσι είμαι πίσω απ’ τη πόρτα όταν μπαίνουν μέσα. Τους υποδέχομαι περιχαρής γιατί μου έλειψαν. Δεν μ’ αρέσει να μένω μόνος μου.
Εκτός απ’ τις παντόφλες, που τις χρησιμοποιώ σαν παρηγοριά, μ’ αρέσουν και τα παπούτσια τους, ειδικά αν έχουν κορδόνια. Τι πρόκληση αυτά τα κορδόνια! Ιδιαίτερη αδυναμία έχω στα αθλητικά της ΜΑ. Έτσι και της τα βουτήξω, δεν μένει κορδόνι για κορδόνι. Κάτι ξεμαλλιασμένες ίνες μένουν. Μια φορά η ΜΑ είχε αγοράσει τρεις φορές κορδόνια μέσα σε διάστημα ενός μήνα. Μετά άρχισε να τα τοποθετεί ψηλά για να μη τα φτάνω κι έτσι απλά περιμένω να ξεχαστεί καμιά φορά.
Η αγκαλιά της ΜΑ έχει θαυματουργά αποτελέσματα. Μια φορά, Χριστούγεννα ήτανε, η ΜΑ έψησε μια βασιλόπιτα. Μου είχε σπάσει τη μύτη όσο ψηνόταν. Έτσι όταν την έβαλε στο τραπέζι, για να κοπεί την άλλη μέρα, έκανα σκαλίτσα καναπέδες και καρέκλες και απόλαυσα ένα γενναίο κομμάτι. Η βασιλόπιτα όμως ήταν εκδικητική. Και να πεις ότι μου έπεσε το φλουρί; Όταν το πήρε είδηση η ΜΑ, πονούσε ήδη η κοιλίτσα μου και μόλις άρχισε να με κατσαδιάζει, έκανα ένα ξεγυρισμένο εμετό. Η ΜΑ είπε κάτι ανάρμοστο, για την βασιλόπιτα μάλλον, καθάρισε τους εμετούς και με πήρε αγκαλιά. Φάρμακο η αγκαλιά της. Σε λίγη ώρα ήμουν μια χαρά, πανέτοιμος για νέες περιπέτειες. Τεκμηριωμένο σας λέω, το καλύτερο γιατρικό .
Καμιά φορά η ΜΑ είναι λίγο αυστηρή μαζί μου και δεν ανέχεται τα τερτίπια μου. Αντίθετα, όσες αντιρρήσεις και να ‘χει, στο τέλος ενδίδει στα τερτίπια του ΜΛ. Εδώ έχουμε άνιση μεταχείριση. Όσες φορές προσπάθησα να απαιτήσω – εγώ δεν ζητιανεύω ποτέ – λιχουδιά την ώρα που τρώνε, αν και πήρα εκείνο το γνωστό βλέμμα που κανένας δεν μπορεί να αντισταθεί, αυτή… τίποτα. Βράχος. Βέβαια εγώ την συγχωρώ κι έκτοτε φροντίζω να μην τη κουράζω. Έτσι γλείφω όλα τα ψίχουλα που πέφτουν απ’ το τραπέζι. Τίποτα δεν μένει. Κι εκείνη δεν έχει να σκουπίσει μετά. Τζάμι το πάτωμα. Άλλες φορές πάλι δεν διστάζει να με μαλώσει αν κάνω καμιά αταξία. Πράγμα σπάνιο, δηλαδή, μιας κι εγώ είμαι πολύ μειλίχιος και δεν μπλέκω συχνά σε φασαρίες. Θυμάμαι πάντως, όταν ήμαστε μικροί με τον ΜΛ και παίζαμε, δηλαδή αυτός μου πέταγε το μπαλάκι κι εγώ έτρεχα το πιάσω και να του το φέρω πίσω για να το ξαναπετάξει, ξέφυγε κάποια στιγμή απ’ τη τροχιά του το μπαλάκι κι έπεσε σ’ ένα βάζο που έσπασε. Άστραψε και βρόντηξε η ΜΑ. Έξαλλη τα έβαλε περισσότερο με το ΜΛ, αλλά και με μένα. Ο ΜΛ της ανταπαντούσε, δεν το βούλωνε ο χαζός, ενώ εγώ είχα λουφάξει στα πόδια του και περίμενα να περάσει η μπόρα. Κάποια στιγμή την άκουσα που του ‘λεγε «Μη μου βγάζεις γλώσσα εμένα, δεν βλέπεις τον Ραούλ που κρύφτηκε;». Έπρεπε να πάρει μαθήματα ο μικρός από μένα. «Πώς να αντιμετωπίζετε τις αναπόφευκτες τραγωδίες».
Πάντως γενικά με την ΜΑ έχουμε ξεχωριστή συνεννόηση. Πολλές φορές μου θυμίζει την μάνα μου, γι’ αυτό κι εγώ με την σειρά μου την προσέχω και την φροντίζω όπως μπορώ. Όλη την ημέρα κάνει δουλειές, πάει-έρχεται, μπαίνει-βγαίνει, μαγειρεύει, ψωνίζει, με πάει βόλτες, δουλεύει στον υπολογιστή και καμιά φορά το βραδάκι έρχεται να καθίσει στον καναπέ. Τότε καταλαβαίνω ότι ήρθε η δικιά μας ώρα και της φέρνω περιχαρής το μπαλάκι μου. Στην αρχή με κοιτάζει λίγο περίεργα. Με απόγνωση να το πω; Με απελπισία; Μετά κάνει την αδιάφορη. Εγώ όμως εκεί. Για κείνη το κάνω εξάλλου. Έτσι αρχίζω και φωνάζω απαιτητικά και ασταμάτητα μέχρι να μου το πετάξει. Κι αυτό επαναλαμβάνεται δεκάδες φορές. Όταν κάποτε σταματάω, ένα ξεψυχισμένο «Δόξα τω Θεώ» βγαίνει απ’ τα χείλη της. Κι εγώ ξέρω γιατί δοξάζει τον Θεό. Γιατί έχει εμένα που της χαρίζω χαρά και ψυχαγωγία. Άλλοτε πάλι όταν αργεί να πάει για ύπνο, πάω στα πόδια της και μουρμουρίζω μέχρι να πάμε στο κρεβάτι. Εκείνη γελάει και λέει «Κοίτα να δεις, ο Ραούλ με βάζει για ύπνο». Και τέλος, μια μέρα που ήταν άρρωστη και ήταν όλη μέρα ξαπλωμένη, ήμουν κι εγώ εκεί, δίπλα της, ακοίμητος φρουρός, για να αισθάνεται συντροφιά. Μπορεί να είμαι βασιλικός, αλλά δεν είμαι ψηλομύτης και είμαι πολύ ενδοτικός στους ανθρώπους μου.
Έχω πολλά να θυμηθώ απ’ την οικογένειά μου. Τις καλοκαιρινές μας διακοπές που πάμε όλοι μαζί να κάνουμε τα μπάνια μας και δεν με αφήνουν σ’ αυτά τα φριχτά ειδικά ξενοδοχεία, τις επισκέψεις στη γιαγιά του ΜΛ, που μου δίνει συνέχεια λιχουδιές γιατί για κάποιο δικό της λόγο πιστεύει ότι με αφήνουν νηστικό. Και βέβαια, δεν είμαι εγώ, αυτός που θα την βγάλει απ’ την πλάνη της. Εννοείται. Μίσος έχω και μάλιστα απύθμενο στην ηλεκτρική σκούπα – φίδι κολοβό – που όταν την βγάζει έξω απ’ το ντουλάπι η ΜΑ, κρύβομαι κάτω απ’ το κρεβάτι του ΜΛ.
Κι έτσι εκεί που νόμιζα ότι τα έχω όλα και δεν χρειάζομαι τίποτ’ άλλο, ήρθε επίσκεψη στο σπίτι μας η Χριστίνα. Δεν ήταν όμως μόνη. Τι εξωτική καλλονή ήταν αυτή; Ανατολίτικα αρώματα πλημμύρισαν τα ρουθούνια μου. Εικόνες από πολύχρωμα μεταξωτά και παράξενους ανθρώπους με κίτρινο δέρμα και σχιστά μάτια ήρθαν στο νου μου. Η Χριστίνα την φώναζε Κούκι. Της ταίριαζε έτσι μικρόσωμη και κομψή που ήταν. Σαν μπισκοτάκι. Κάτι γεννήθηκε μέσα μου και θέριεψε αστραπιαία. Η Κούκι με κοιτούσε ντροπαλά. Έτσι την πήρα να της δείξω το σπίτι μου. Κοντεύαμε να ολοκληρώσουμε την βόλτα, όταν δεν άντεξα άλλο και την στρίμωξα σ ‘ένα δωμάτιο για ένα φιλί. Την ένιωσα να ανταποκρίνεται. Τότε δεν έχασα χρόνο, την άρπαξα απ’ τον αυχένα και κόλλησα το κορμί μου πάνω της. Όταν ακούσαμε να μας φωνάζουν η Κούκι εμφανίστηκε αναμαλλιασμένη κι εγώ μετά από λίγο κύριος. Κανείς δεν κατάλαβε ότι δάγκωσα το μπισκοτάκι. Και τι γλυκό που ήτανε!
Όμως τα χρόνια περνάνε και το απωθημένο μου δεν έχει γίνει ακόμη πραγματικότητα. Ποιος ξέρει, ίσως και να τα καταφέρω τελικά να πάω στο Λονδίνο. Να περπατήσω καμαρωτά στους διαδρόμους του Κοινοβουλίου και οι άνθρωποι να υποκλίνονται στην βασιλικό πέρασμά μου. Και ίσως-ίσως να σηκώσω το πίσω ποδαράκι μου και να αφήσω το στίγμα μου. Τι σόι βασιλικός γόνος είμαι αν δεν δουν τα διαπιστευτήρια μου!
Σημ.: Η ιστορία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. Ο Ραούλ Γκονζάλες πέρασε το ουράνιο τόξο τον Μάιο του 2019, προδομένος απ’ την καρδιά του.
Κλειώ Μαυρουδή