Παραμονή Πρωτοχρονιάς, πολλά χρόνια πριν. Η μεγάλη μου κόρη θα ‘ταν τεσσάρων, πέντε, η μικρή υπήρχε μόνο ως ιδέα. Ετοιμάζουμε υπερπαραγωγή για να χαρεί το παιδί. Μεγάλο πακέτο, τυλιγμένο με πολύχρωμες κορδέλες στη μέση του σαλονιού, να μην το δεις αποκλείεται, θα τσακιζόσουν επάνω. Ξημερώνει. Η μικρή Μαριλένα ψιλοζαλισμένη ακόμη απ’ τον ύπνο, η μόνη μέρα του χρόνου που δεν ξύπνησε απ’ τα χαράματα, για να μας σπάσει τα νεύρα μάλλον, εμφανίζεται στην πόρτα.
«Έλα παιδί μου, τρέχα! Ήρθε ο Άι- Βασίλης!»
Το μικρό σκατούλι ενθουσιάζεται, τρέχει, πηδάει πάνω απ’ το πακέτο γράφοντάς το κανονικότατα και αρχίζει να τρέχει από δωμάτιο σε δωμάτιο φωνάζοντας «Ήρθε, ήρθε! Πού είναι; Τι; Ήρθε κι έφυγε; Ω! Μα γιατί έφυγε;»
«Καλέ, κοίτα, σου έφερε αυτό το δώρο!»
Με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα, καταδέχτηκε επιτέλους να ανοίξει το δώρο, μάλλον χάρη μας έκανε. Πλήρης αποτυχία.
Κανά δυο Πρωτοχρονιές αργότερα, έχει ζητήσει να της φέρει ένα μεγάλο ανατρεπόμενο φορτηγό. Όποιος έχει δοκιμάσει να κρύψει ανατρεπόμενο φορτηγό σπίτι του, καταλαβαίνει.
Μεταμεσονύχτια αποστολή στο αυτοκίνητο, το φορτηγό καταμεσής στο σαλόνι. Αναμονή. Το πρωί μας παίρνει ο ύπνος. Σηκώνονται τα μικρά, η Μαριλένα ενθουσιάζεται με το φορτηγό, φορτώνει το μικρό δείγμα που κόντευε να χρονίσει τότε στην καρότσα και παίρνει φόρα. Έλα όμως, που το φορτηγό ήταν ανατρεπόμενο. Οπότε ξυπνάμε με κάτι τσιρίδες, βρίσκουμε τη μικρή ανάσκελα στο χαλί, ευτυχώς χωρίς ανοιγμένο κεφάλι αλλά πολύ τρομαγμένη και τη μεγάλη θυμωμένη γιατί μας ζήτησε αδερφάκι κι εμείς της φέραμε αυτό το χαζό που ούτε σε μια καρότσα δεν μπορεί να μείνει και πήγε κι έπεσε.
Οι φιλότιμες προσπάθειες συνεχίζονται – ναι, είμαστε ούφο, δεν μας πτόησαν όλα αυτά – και φτάνουμε στο τέλος του 2016. Η μικρή Τρίτη δημοτικού, γράφει γράμμα στον Άγιο κι εγώ χαίρομαι. Μου το δίνει να το ταχυδρομήσω. «Αγαπητέ Άι- Βασίλη. Θα ήθελα φέτος τα Χριστούγεννα να πεις στα ξωτικά να μου φτιάξουν πολλά επιτραπέζια, κούκλες και γενικά πάρα πολλά δώρα. Επειδή πέρσι δεν μου είχες δώσει τίποτα και είχα στεναχωριθεί. Ελπίζω φέτος τα Χριστούγεννα να είμαι πιο τυχερή από ότι ήμουν πέρσι. Με αγάπη Δήμητρα η πιστή σου φίλη. Είμαι 8 χρονών και συγνώμη που σε έκανα χάλια στην ζωγραφιά». Η περήφανη μάνα θαύμασε την σχεδόν αψεγάδιαστη ορθογραφία του παιδιού, ο Άι- Βασίλης μέσα μου επαναστάτησε.
«Καλά, βρε, δεν ντρέπεσαι! Είναι δυνατόν να λες ψέματα στον Άγιο! Δεν σου είχε φέρει αυτό που ζήτησες!»
«Αλήθεια λέω! Τίποτα δεν μου έφερε!»
Θα ήθελα να σας πω ότι ο Άι- Βασίλης δεν ήταν πολύ γενναιόδωρος εκείνη τη χρονιά, αλλά δυστυχώς, είπαμε, κι εγώ κι ο άντρας μου, μυαλό κουκούτσι, μια χαρά τους έφερε τα δώρα τους.
Την αμέσως επόμενη χρονιά, ζήτησε δύο ακριβά δώρα. Της είπαμε ότι τα οικονομικά μας δεν το επιτρέπουν.
«Δεν πειράζει. Το ένα θα μου το πάρετε εσείς και το άλλο θα μου το φέρει ο Άι- Βασίλης.»
Της εξηγώ, λοιπόν, ότι ο Άγιος δεν είναι πλούσιος και αν πάρει ακριβά δώρα σε κάποια παιδάκια, κάποια άλλα θα μείνουν παραπονεμένα και ότι είναι άδικο, όταν θα το συζητήσουν στο σχολείο, ένα παιδάκι να πει ότι πήρε PSP κι ένα άλλο ένα επιτραπέζιο, γιατί το δεύτερο παιδάκι θα κλαίει κι ο Άγιος δεν το θέλει αυτό. Περίμενα έντονη διαμαρτυρία και παράπονα. Δεν ήρθε. Με κοίταξε σκεπτική. «Βρε μαμά, μήπως εσύ κι ο μπαμπάς είστε ο Άι-Βασίλης;»
Μεγάλωσε κι αυτό. Πώς πέρασαν τα χρόνια!
Και φτάνουμε στο παρόν. Η μεγάλη ενηλικιώθηκε, η μικρή πήγε γυμνάσιο, η χρονιά δύσκολη για όλους. Συζητούν τι θα τους φέρει ο Άγιος. «Βρε κορίτσια, σοβαρά τώρα, στην ηλικία σας; Αφού ξέρετε ότι ο Άι- Βασίλης δεν υπάρχει.»
«Άκου μαμά, ο αι-Βασίλης δεν υπάρχει, αλλά θα ‘ρθει. Εντάξει;»
Ας έρθει λοιπόν, κι ας μην υπάρχει. Θα τον φέρει η καρδιά και η αγάπη, εκείνη η μαγική σκόνη που κάνει το έλκηθρο κάθε χρόνο να πετάει, εκείνη που από γενιά σε γενιά, κρατάει το παιδί ζωντανό μέσα μας. Καλώς να ορίσεις Άι-Βασίλη! Σε περιμένουμε!