,

Ο κλειστός “διακόπτης” και η Σελήνη του παρελθόντος

Δεν θυμόταν ποια μέρα της εβδομάδας ήταν, μα ήταν μια μέρα σαν όλες τις άλλες! Ξύπνησε νωρίς, ετοιμάστηκε και πήγε στη δουλειά της. Άλλη μια μέρα ρουτίνας! Όμορφης ρουτίνας όμως, γιατί αγαπούσε να πηγαίνει στη δουλειά και να προσφέρει στους συνανθρώπους της.

Μετά τη δουλειά είχε κανονίσει να επισκεφτεί μια φίλη της που τη συναντούσε σπίτι της πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό. Η ώρα πέρασε… Κατέβηκε τις σκάλες του κτηρίου, στο οποίο εργαζόταν, και έφτασε στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο. Ο συρμός, μετά από λίγα λεπτά, σταμάτησε μπροστά της. Μπήκε μέσα ανέμελη και χαρούμενη που θα συναντούσε τη φίλη της και θα έπινε καφέ μαζί της, συζητώντας διάφορα θέματα!

Στην πρώτη στάση του συρμού κατέβηκε. Ξαφνικά, κάθε «εικόνα» έσβησε! Πού ήταν; Πού πήγαινε; Γιατί σταμάτησε εκεί; Κοίταζε γύρω σαν χαμένη. Ο κόσμος ξένος και εκείνη ανήμπορη να κατανοήσει τι της συνέβαινε. Μέσα στο μυαλό της, η απόλυτη σύγχυση. Και ξαφνικά μια «λάμψη»! Βγάζει το κινητό της από την τσάντα, πατάει το τελευταίο νούμερο που είχε καλέσει με όνομα «μπαμπάς» -όχι, δεν ήταν ο μπαμπάς της, αλλά ο σύζυγός της, ο πατέρας των παιδιών της- και ακούει την φωνή του…

«Έλα! Πού είσαι;» την ρωτάει.

«Δεν ξέρω» απάντησε εκείνη φοβισμένη και γεμάτη απορία για το τι της συνέβαινε.

Σαν να είχε σταματήσει η λειτουργία του εγκεφάλου της. Σαν κάποιος ξαφνικά να έκλεισε τον διακόπτη της σκέψης και της λογικής.

«Πώς γίνεται να μην ξέρεις που είσαι;» αναρωτήθηκε ο σύζυγος της, γεμάτος έκπληξη.

«Τι να σου πω; Δεν ξέρω! Έχω κατέβει κάπου, αλλά δεν ξέρω πού!» απάντησε εκείνη.

Τα πρώτα δάκρυα είχαν αρχίσει να κυλάνε από τα μάτια της. Το μυαλό γέμιζε απορίες και εκείνος προσπαθούσε μέσα από το κινητό να την ηρεμήσει και να την καθοδηγήσει, προκειμένου να φτάσει ασφαλής στον προορισμό της.

«Σε παρακαλώ, κοίτα γύρω σου, ψάξε να βρεις μια πινακίδα που να γράφει σε ποιόν σταθμό είσαι και πες μου τι γράφει» της ζήτησε με ήρεμη φωνή.

Το βλέμμα της ήταν θολό. Δεν ήξερε αν ήταν από φόβο, από θλίψη ή από απορία. Πέρασαν λίγα λεπτά μέχρι να του πει με τρομαγμένη φωνή, αλλά πανευτυχής που το «ανακάλυψε»,

«Είμαι στο Μοναστηράκι!»

Η φωνή του συνέχισε να είναι σταθερή και ατάραχη, χωρίς να της εντείνει τον πανικό που είχε ποτίσει κάθε σημείο του μυαλού της.

«Ωραία! Μπες, ξανά, στον ηλεκτρικό και κατέβα στην επόμενη στάση».

Χμ! Άντε και το έκανε αυτό… Και μετά τι; Πώς φτάνει στον προορισμό της; Και σαν εκείνος να άκουσε την «εσωτερική» φωνή της, συνέχισε ήρεμα.

«Θα σου μιλάω όλη την ώρα. Μόλις κατέβεις στο σταθμό, θα σου δώσω εγώ οδηγίες για το πώς θα φτάσεις στη φίλη σου».

Έτσι και έγινε!

Οι σκέψεις όμως πολλές και μπερδεμένες και τα ερωτηματικά ατελείωτα. Τι έγινε; Τι της συμβαίνει; Αλτσχάιμερ ή άνοια σε τόσο μικρή ηλικία; Και τι γίνεται από εδώ και πέρα; Θα αρχίσει να μην θυμάται μέχρι να χάσει τελείως την μνήμη της; Και τα παιδιά της που ήταν τόσο μικρά, τι θα τους έλεγε;

Οι απαντήσεις ήρθαν μετά από τρία χρόνια, ενώ προέκυψαν διάφορα παρόμοια περιστατικά, τα οποία για έναν μη ειδικό, σαν εκείνη, “οδηγούσαν” στο ότι πρόκειται για προοδευτική άνοια. Όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Ήταν μια νόσος της οποίας το όνομα ξέρουν οι περισσότεροι, χωρίς όμως να ξέρουν τι πραγματικά είναι, ποια είναι τα συμπεράσματά της και πως αντιμετωπίζεται. Έτσι, έχουν λανθασμένη άποψη και ταυτόχρονα αγνοούν ότι έχει ως σύμπτωμα την προσωρινή απώλεια μνήμης.

Αφού καθάρισε το μυαλό της από τις σκέψεις και είχε πειστεί ότι έχει άνοια, έφτασε στην πόρτα του νευρολόγου. Δειλά μπήκε μέσα, συζήτησε μαζί του και κοιτώντας την στα μάτια της είπε,

«Έχετε επιληψία!»

Το σοκ μεγάλο! Ο φόβος τεράστιος! Ο πόνος ατελείωτος! Το άκουσμα της διάγνωσης ήταν σαν μαχαίρια, εξαιτίας της ημιμάθειάς της. Και εδώ είναι που ταιριάζει η φράση, «Η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια». Το μυαλό της κατέκλυσαν σκέψεις. Σκέφτηκε τα βλέμματα του κόσμου, το αίσθημα λύπης που θα προκαλούσε στους γύρω, καθώς και τα μεσαιωνικά σχόλια του τύπου «Αχού, την κακόμοιρα! Θα πέφτει κάτω, θα χτυπιέται και θα βγάζει αφρούς». Ο νευρολόγος, μάταια, προσπάθησε να την καθησυχάσει, λέγοντάς της ότι έτσι σκεφτόντουσαν κάποτε και ότι τα χρόνια περνάνε και τα μυαλά «ανοίγουν».

Ακόμα και τώρα, δεν έχει πειστεί για τα «ανοιχτά» μυαλά των ανθρώπων! Θεωρεί ότι η κοινωνία μας είναι «πίσω» σε πολλά πράγματα και ιδιαίτερα σε θέματα που αφορούν την ιατρική. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ακόμα, ότι όποιος έχει επιληψία είναι σεληνιασμένος -λόγω της επικρατούσας παλαιότερα αντίληψης ότι η εμφάνιση των συμπτωμάτων της ασθένειας οφείλονταν στη Σελήνη- και δυστυχώς την αντιμετωπίζουν έτσι! Δεν ξέρουν, όχι γιατί φταίνε, αλλά γιατί δεν χρειάστηκε να το μάθουν ή δεν τους το έμαθε κανείς, ότι υπάρχουν στιγμές που η επιληψία «κλείνει» για λίγα λεπτά τον «διακόπτη» του εγκεφάλου, δημιουργώντας «κενά» μνήμης και κάποιες φορές «βλέμμα στο κενό».

Έτσι, πιθανόν λανθασμένα, έχει αποφασίσει να μην συζητάει ιδιαίτερα για τη νόσο της, μέχρι να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την άγνοια του περίγυρου, με ενδεχόμενο, ωστόσο, να συμβεί μια κρίση, η οποία δεν θα χαίρει της ανάλογης βοήθειας.

The butterfly’s touch

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading