,

Χρώματα

Κάθομαι και χαζεύω τον χειμωνιάτικο, πρωινό ουρανό της Αθήνας μέσα απ’ το τζάμι. Αυτή η πρωινή μουντάδα, μου φτιάχνει τη μέρα. Κάθομαι στο χαλί, μπροστά από το ανοιχτό παράθυρο, παρέα με μια κούπα καφέ και αφήνω το μυαλό μου να ταξιδέψει. Αν δεν είναι πολύ νωρίς, δεν το αφήνω να ταξιδέψει και πολύ μακριά. Δε θα προλάβω να το γυρίσω πίσω στην ώρα του! Αν όμως είναι πολύ νωρίς, τυλίγομαι με τη ζακέτα μου, κρατάω σφιχτά την κούπα μου και το αφήνω να τρέξει…

Πόσα πρωινά έχω περάσει σκεπτόμενη χρώματα. Όχι κυριολεκτικά! Δεν αναφέρομαι σε θέματα δουλειάς με τέμπερες και πινέλα. Μιλάω για τα άλλα… Τα χρώματα που γέμισες τη ζωή μου. Τότε που έπαιρνες τη δικιά σου παλέτα και άφηνες τη φαντασία σου να γεμίσει την ψυχή μου.

Μιλάω για την τεράστια ποσότητα του ροζ που γέμισες το μικρό μου σύννεφο προσπαθώντας να μάταια να με πείσεις πως δεν υπάρχουν πρίγκιπες. Βουτούσες το πινέλο και ζωγράφιζες ροζ την ψυχή μου δίνοντάς της την ευκαιρία να θυμάται πως το μικρό κορίτσι μου μέσα μου με έχει ανάγκη.

Το πορτοκαλί που γέμισες τη ζωή μου. Εκείνες τις μέρες που όλα γύρω μου ήταν βουτηγμένα στην ευτυχία. Εκείνες τις μέρες που η φίλια μας υπερίσχυε καθετί. Εκείνες τις μέρες που η πνευματική μας σύνδεση ξεπερνούσε όλα τα εμπόδια. Το μπλε! Αχ, αυτό το μπλε. Το μυαλό και η ψυχή σε μια απόλυτη ηρεμία όταν μπορούσαμε να λειτουργήσουμε σαν ένα. Έδιωχνε μακριά τα παράλογα και καθάριζαν οι ψυχές μας. Εκείνες τις μέρες, παίρναμε τις παλέτες μας και ζωγράφιζε ο ένας τον καμβά της ψυχής του άλλου. Εκείνες τις μέρες ερχόμασταν όλο και πιο κοντά.

Το σκούρο μπλε! Εκείνο έβαφε τις στιγμές εκείνες που με λογική και τιμιότητα αντιμετωπίζαμε κάθε μας πρόβλημα. Τις στιγμές εκείνες που ήμασταν συναισθηματικά γαλήνιοι και μπορούσαμε να δημιουργήσουμε τη δική μας φούσκα και να κλειστούμε μέσα για ώρες. Το πράσινο! Το πράσινο νομίζω μας ακολουθούσε παντού. Όποιο χρώμα και αν κυριαρχούσε εκείνη τη στιγμή, πάντα έβρισκες μερικές πράσινες πιτσιλιές. Διασκορπισμένες και μόνες, αλλά τις έβρισκες. Ακόμα και μέσα στο μαύρο μας, το πράσινο υπήρχε. Και υπήρχε γιατί πάντα είχαμε την ελπίδα ότι θα τα καταφέρουμε. Ξέραμε πως δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε χώρια και πάντα βρίσκαμε τρόπο να αναστηθούμε.

Το κίτρινο. Ένα χρώμα με διττή σημασία. Ένα χρώμα σαν κι εμάς. Το κίτρινο έκανε την εμφάνισή του στις πιο αμήχανες στιγμές. Σε εκείνες που μισούσα καθετί δικό σου και σε εκείνες που δεν χόρταινα να μιλάμε. Πάντα όταν φτάνω στο κίτρινο χρώμα, πίνω μια γουλιά καφέ. Πώς γίνεται να μισείς και ταυτόχρονα να επικοινωνείς στον υπέρτατο βαθμό; Πώς γίνεται να βάφεις κίτρινες στιγμές λύπης και απόλυτης ευτυχίας; Εμείς είχαμε τον τρόπο να επικοινωνούμε με τα μάτια. Ακόμα κι όταν μισιόμασταν, επικοινωνούσαμε. Ίσως γι’ αυτό αυτή η σχέση είναι αρκετά κίτρινη.

Οι καφέ στιγμές μας είναι απ’ τις αγαπημένες μου! Η καθημερινότητά μας. Η ρουτίνα μας. Τα πολύωρα τηλεφωνήματά μας, οι ατελείωτοι περίπατοι, οι αμέτρητοι καφέδες, οι καλημέρες και οι καληνύχτες μας, τα φαγητά μας, τα γέλια μας, οι τσακωμοί και τα κλάματα μου. Οι αγκαλιές μας, οι υψωμένες φωνές μας, οι σειρές μας, τα παιχνίδια μας. Είχαμε φτιάξει μια καθημερινότητα διαφορετική απ’ όλες τις άλλες. Ήταν ολόδική μας και κάθε που θυμάμαι, βουτάω τα πόδια μου στο καφέ χρώμα χαμογελώντας.

Το κόκκινο…
Το κόκκινο ζωγράφισε τις στιγμές εκείνες που θες να μείνουν καταχωνιασμένες στα άδυτα του μυαλού. Ζωγράφισε όλες τις στιγμές εκείνες που δεν αντέχαμε μαζί. Όλο το θυμό και το παράπονο. Ζωγράφισε τα νεύρα, τα “δεν αντέχω άλλο!”, τα “θα με τρελάνεις!”, τα “δε θέλω να σε ξαναδώ”, τα “δε θέλω να σου ξαναμιλήσω”. Ζωγράφισε τα λάθη μας. Όλα! Ένα προς ένα. Κατακόκκινα. Ζωγράφισε όμως και τα πάθη μας. Εκείνα που και οι δυο μας θέλουμε να ξεχάσουμε αλλά αδυνατούμε. Ζωγράφισε κόκκινα τα κορμιά μας,τα χέρια μας. Τα σημεία που αγγίχτηκαν. Τις ανάσες. Τις υποσχέσεις. Έδωσε χρώμα σε συναισθήματα καλά κρυμμένα. Σε πόδια πλεγμένα, σε καρδιές ξεχαρβαλωμένες και σκέψεις άκρως μπερδεμένες. Ζωγράφισε κόκκινο το χάος και εμείς βουτήξαμε κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου.

Μαύρο. Το μόνο χρώμα που κυριαρχεί πλέον. Εκεί δε χρειάστηκαν πινέλα. Πήραμε από έναν κουβά ο καθένας και χαθήκαμε μέσα σ’ αυτόν. Μαύρο στις στιγμές που αποχωρισμού. Μαύρο στο τελικό αντίο. Στις στιγμές που όσο κόκκινο και πράσινο κι αν είχαν, θυσιάστηκαν στο βωμό του σκότους. Μαύρο στα “εμείς… Ποτέ!”, στα “διάλεξε”, στα “τελειώσαμε!”, στα “κατέστρεψες ό,τι είχαμε φτιάξει με κόπο!”. Ολόμαυρο στα “με διέλυσες”. Μαύρο, μαύρο, μαύρο… Έντυσε πολλές στιγμές μας και μετά το τέλος. Έβαψε κάθε ανάμνηση που ερχόταν στο μυαλό. Μαχόταν με τον χρόνο για τη νίκη. Θα νικήσει ο χρόνος και όλα θα περάσουν ή τελικά θα γίνουν όλα μαύρα; Νίκησε το μαύρο.

Και ξαφνικά, ήρθε το λευκό στη ζωή μας… Την ζωή που έχει πάρει διαφορετικούς δρόμους πια. Τη ζωή εκείνη που κρυφοκοιτάει τα χρώματα. Τη ζωή με την ελπίδα και την εμπιστοσύνη. Τη ζωή με το φως. Έδιωξε το μαύρο. Πέρασε σαν χείμαρρος την πρώτη φορά και έγινε γκρι. Έλουσε τις αναμνήσεις ώστε να ξε-σκοτεινιάσουν, άνοιξε μια χαραμάδα στην ψυχή και στην καρδιά. Τη δεύτερη φορά, το γκρι άρχισε να εξαφανίζεται και ήρθαν ξανά οι αναμνήσεις να επουλώσουν την πληγωμένη ψυχή. Μόνο εκείνες όμως… Μόνο εκείνες γύρισαν. Όχι εσύ! Μέχρι το τρίτο πέρασμα του λευκού που φώτισε καθετί. Ελπίδα λέγεται. Γιατί όταν αγαπάς, η ελπίδα υπάρχει και είναι λευκή και το λευκό είναι πιο δυνατό απ’ το μαύρο.

Μόλις ολοκληρώθηκε ο κύκλος των χρωμάτων, επανέφερα το μυαλό μου στη θέση του. Η κούπα έχει αδειάσει, η σόμπα έχει σβήσει και ο ουρανός είχε φωτιστεί απ’ τον ήλιο. Μ’ αρέσει ν’ αφήνω το μυαλό μου να ταξιδεύει τα μουντά πρωινά. Μ’ αρέσει να βουτάω στην παλέτα μου. Χαμογελώ… “Το λευκό είναι πιο δυνατό απ’ το μαύρο!”. Στα χρώματα, ναι. Στη ζωή όμως;

Κατερίνα Μοχράνη

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: