– ‘Ελα, καλημέρα.. Πώς είσαι;
– Ναι.. Νομίζω δηλαδή πως είμαι καλά.
– Μπααα, δεν τα κατάφερα..
-Τι πάει να πει “γιατί”; Γιατί ποτέ δεν τα καταφέρνω τον τελευταίο καιρό..
Τα πόδια της αρχίζουν να κουνιούνται νευρικά, έτσι από μόνα τους.. Δεν μπορεί να το ελέγξει..
– Άσε με βρε παιδί μου, μη με ζοριζεις και συ.. Έχω τόσα στο μυαλό μου..
– Έλα, άσε τα αυτά τώρα.. Τι θα κάνεις για φαγητό; Έχεις καμία καλή ιδέα;
– Αααα καλό, καιρό έχω να το φτιάξω..
– Όχι δεν θέλω να μου φέρεις, δεν μου “μυρίζει” πια.. Εγώ λέω να κάνω φασολάκια.. Κάτι σπιτικό βρε αδελφέ, πήξαμε τόσο καιρό στο delivery, με κούρασε.
– Μπαα, όχι.. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω όρεξη να το κάνω εγώ, αλλά δεν θελω να του ζητήσω πάλι να μαγειρέψει αυτός.. Θα νευριάσει στο τέλος και θα έχει και δίκιο..
– Όχι, δεν μου έχει παραπονεθεί..
– Όχι, σου λέω.. Εγώ το βλέπω έτσι..
– Τι πάει να πει δεν είναι τέτοιος ο Λάμπρος; Στο τέλος, τέτοιος θα γίνει.. Πόσο να αντέξει δηλαδή και αυτός;
– Άσε με μωρέ.. Σου λέω δεν θα αντέξει για πολύ, το βλέπω..
– Με κοροϊδεύεις; Πρέπει δηλαδή να μου το πει στα ίσια; Δεν θέλω να φτάσουμε εκεί..
– Ναι, είμαι εγωίστρια.. Δεν θέλω για ακόμα μια φορά να ακούσει τα ίδια..
Έχει αρχίσει να σφίγγεται ασυναίσθητα.. Σφίγγει το ελεύθερο χέρι της, σφίγγει το τηλέφωνο με το άλλο, νιώθει ολόκληρο το σώμα της να πονάει από το σφίξιμο..
– Δεν θέλω παιδί μου σου λέω.. Τι να πούμε πάλι;
– Όχι δεν το ξέρει, δεν του το έχω πει..
– Πώς να το καταλάβει; Αφού το πρωί που φεύγει εγώ μόλις έχω κοιμηθεί..
– Στις 10 π.μ.
– Καλές είναι και οι τρεις ώρες, από το τίποτα..
Να την πάλι η σουβλιά στους κροτάφους.. Το παθαίνει συχνά τελευταία, ειδικά όταν νιώθει ζορισμένη..
– Τι δεν καταλαβαίνεις; Δεν θέλω να τα συζητάμε πια αυτά.. Πόση υπομονή και αυτός ο Λάμπρος; Σου μιλάω σοβαρά, δεν θα αντέξω να χάσω και αυτόν..
Έχει πια αρχίσει να τρέμει..
– Άλλαξε θέμα, σε παρακαλώ.. Δεν θέλω να το συζητήσω άλλο..
– Όχι, δεν είχα κανένα νεότερο.. Θα περιμένω μέχρι το τέλος της εβδομάδας και μετά θα τους πάρω τηλέφωνο.. Να σου πω όμως κάτι; Δεν ξέρω πια αν θέλω να μάθω..
– Εννοώ, ότι δεν έχει πια νόημα..
– Όχι δεν έχει..
– Μαρία, είναι η πέμπτη φορά.. Τι θα καταφέρω δηλαδή; Να μου πουν ότι έχω πρόβλημα; Δεν χρειάζεται να μου το πουν αυτοί, το ξέρω και μόνη μου..
– Τι πάει να πει “δεν πρέπει να το βάζω κάτω”; Μέχρι εκεί μπορώ, μέχρι εκεί..
– Όχι Μαρία και εσύ θα το έβαζες κάτω.. Αυτά που μου λες εσύ τώρα, τα ξέρω πολύ καλα.. Τα είπα και εγώ στον εαυτό μου.. Την πρώτη φορά όμως.. Άντε και τη δεύτερη.. Πέντε, Μαρία, ΠΕΝΤΕ.. Πέντε μωρά.. Ούτε ένα, ούτε δύο.. Τι μου λες λοιπόν;
Και ξεσπά σε ένα ακόμα βουβό κλάμα.. Από αυτό που μόνο το βλέπεις, δεν το ακούς..
– Έλα Μαρία, πρέπει να σε κλείσω.. Πρέπει να φτιάξω τα φασολάκια.. Τα λέμε αύριο..