-Έλα, τι γίνεται;
-Όλα καλά κ εμεις. Τα ίδια, όπως τα ξέρεις.
-Όχι, δεν θα έρθουμε ούτε φέτος, δεν μπορεί να φύγει ο Γιώργος από τη δουλειά.
-Τι θα πει, γιατι; Αφού δεν του δίνουν άλλη άδεια, λέει.
-Ποια είναι πάλι αυτη;
-Και που τον ξέρει τον Γιώργο και τον είδε κιόλας προσφατα;
-Που;!
-Όχι, δεν μου είπε τίποτα.
-Ναι, μπορεί και να το ξέχασε. Τόσες δουλειές έχει, σε τόσα μέρη πηγαίνει, που να του μείνει μυαλό…
-Σου λέω, είμαι σίγουρη πως απλά ξέχασε να μου το πει.
-Μήπως είσαι λίγο υπερβολική; Εντάξει, δεν τον συμπαθείς και τόσο πολύ, αλλά άλλο αυτό και εντελώς διαφορετικό αυτό που υπονοείς…
-Όχι, και δεν θέλω να το ξανακούσω. Όπου και να πάει, πάλι εδώ θα γυρίσει, θες δεν θες. Γι’αυτό, ΜΗΝ προσπαθείς να με κάνεις να μετανιώσω την ώρα και τη στιγμή που σε πήρα τηλέφωνο.
-Ναι, ναι, κ εγω πρέπει να κλείσω, να φτιάξω το τραπέζι γιατί όπου να’ναι έρχεται ο Γιώργος.
-Κ εσύ φιλιά στον μπαμπά.