“Κόρη μου”, αναφώνησε και άνοιξε το βήμα της για να πάει κοντά της.
“Γεια σου, μητέρα”, απάντησε η Περσεφόνη.
“Αχ, κορίτσι μου, πόσο μου έλειψες! Για να σε δω. Χλώμιασες”, είπε εξετάζοντας το πρόσωπό της.
“Καλά είμαι, μητέρα. Ήρθα με μ…”
“Κι αδυνάτησες”, τη διέκοψε. “Δε σε προσέχει ο Καταραμένος; Ζέχνεις θάνατο. Πόσο καιρό έχει να σε δει ο ήλιος;”
Η Περσεφόνη αναψοκοκκίνησε αλλά κράτησε τον τόνο της φωνής της σταθερό. “Βασικά, σε εκείνον το χρωστάς που με βλέπεις τώρα”.
Η Δήμητρα γέλασε περιφρονητικά και συνέχισε. “Μην ακούω χαζά. Αν μη τι άλλο, αυτός μου χρωστάει που μου στέρησε την κόρη μου. Έλα, πάμε, ολάκερη η φύση θα ανθίσει τώρα”, είπε πιάνοντας και τραβώντας την από το χέρι.
Η Περσεφόνη γλίστρησε απότομα το χέρι της μακριά από το δικό της. “Δεν έχω να πάω πουθενά μαζί σου”.
“Αηδίες!”, φώναξε η Δήμητρα. “Η θέση σου είναι εδώ, μαζί μου!”
“Η θέση μου είναι εκεί που εγώ θέλω”, είπε εξοργισμένη η Περσεφόνη.
“Σου πήρε τα μυαλά ένα ζωντανό πτώμα! Ανάθεμα την ώρα που συμφώνησε ο πατέρας σου να μοιραστούμε το κάθε έτος”.
Η Περσεφόνη χαμογέλασε στραβά, παρά την οργή της.
“Δεν άλλαξες καθόλου. Κακώς τον άκουσα. Κακώς ήρθα να σου μιλήσω”.
Η Δήμητρα ξεφύσηξε και κούνησε το κεφάλι αργά.
“Ας τα αφήσουμε αυτά τώρα. Πάμε, δε θα ανθίσουν μόνα τους τα λουλούδια”, είπε.
“Δες γύρω σου, μητέρα. Τι ακριβώς περιμένεις να φυτρώσει σε στείρα γη; Ή μήπως εθελοτυφλείς;”
“Είναι που λείπεις τόσα χρόνια. Τώρα όμως είσαι εδώ. Όλα θα αλλάξουν. Πάμε πρώτα στον πατέρα σου. Δεν θα επιτρέψει να σε ξαναπάρει από κοντά μου αυτό το ψυχρό τέρας”.
“Αλήθεια το πιστεύεις πως ο Άδης με κράτησε μακριά από εσένα όλον αυτό τον καιρό;”
“Μα, φυσικά. Ποιος άλλος;”
Η Περσεφόνη ήταν πια ανέκφραστη. Τα μάτια της δεν πρόδιδαν κανένα συναίσθημα.
“Τότε είσαι το ίδιο χυδαία με τους υπόλοιπους υποκριτές”, είπε στη μητέρα της.
“Είσαι αδαής”, είπε εκνευρισμένη η Δήμητρα. “Σίγουρα όμως φταίει αυτό το Κτήνος.”
“Αυτό το Κτήνος, είναι ο σύζυγός μου”, της απάντησε ήρεμα. “Οπότε καλά θα κάνεις να τον αποκαλείς με το όνομά του”.
Η Δήμητρα γέλασε δυνατά. “Να προφέρω εγώ το όνομά του; Θα έχεις τρελαθεί!”
“Ξέρεις, θα μπορούσες να είσαι στη θέση του, αν ο πατέρας μου ήταν τόσο δίκαιος όσο ισχυρίζεται”, είπε η Περσεφόνη.
“Πρόσεχε τι λες” απάντησε η Δήμητρα, κι ακούστηκε μια βροντή από μακριά. “Η βλασφημία τιμωρείται ακόμη κι αν την ξεστομίζεις εσύ”.
“Βλασφημία; Αυτό να το πεις στον Δία και στον Ποσειδώνα. Και σε όσους ακόμα συμμετείχαν στη στημένη κλήρωση για το ποιος θα αναλάβει τον Κάτω Κόσμο”.
Οι ουρανοί τότε άνοιξαν. Τα σύννεφα σκοτείνιασαν τον κόσμο και η βροχή έπεφτε δυνατή στο χώμα. Οι αστραπές έσκιζαν τον ουρανό από άκρη σε άκρη και οι βροντές ακούγονταν εκκωφαντικές.
Η Δήμητρα σκίρτησε από φόβο και τα μάτια της γέμισαν με ανησυχία.
“Πάψε, καλή μου. Σε παρακαλώ. Ξέρεις πόσο εύκολα εξοργίζεται ο πατέρας σου και δε θέλω να σου κάνει κακό”, είπε.
“Νομίζεις πως φοβάμαι το θάνατο; Ξεχνάς πόσους αιώνες περιτριγυρίζομαι από αυτόν;”, είπε η Περσεφόνη, ενώ στεκόταν αγέρωχη στην καταιγίδα.
” Μα, αν πάθεις κάτι, θα παγιδευτείς εκεί κάτω για πάντα. Πώς θα σε βλέπω μετά;”
“Το σπίτι μας ήταν πάντα ανοικτό για επισκέψεις σε όλους τους Θεούς. Σε αντίθεση με το δικό σας…”
Ένας κεραυνός έπεσε κοντά στη Περσεφόνη και σείστηκε το έδαφος.
“Γνωρίζεις καλά πως δεν πρόκειται να πατήσω ποτέ το πόδι μου σε τόσο ακάθαρτο μέρος”, είπε η Δήμητρα. Η αηδία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.
“Οι Πύλες του θα κλείσουν σύντομα οριστικά για όλους σας”, είπε η Περσεφόνη.
“Μα, αυτά είναι υπέροχα νέα!”
Η Περσεφόνη γέλασε κοφτά.
“Του είπα πως θα το πεις αυτό. Του είπα επίσης πως δεν άξιζες τον Υπόγειο Παράδεισό μας”.
Οι κεραυνοί κι οι αστραπές εξακολουθούσαν να πέφτουν ολόγυρα με κρότο και η Δήμητρα έσκασε στα γέλια.
“Παράδεισο; Παράδεισο, είπες; Έχεις πράγματι τρελαθεί! Μάλλον πρέπει να φωνάξω την Αθηνά, να σου δώσει λίγη από τη σοφία της μήπως και συνετιστείς”, είπε.
“Σε μισώ, μητέρα. Σε μισώ κι εσένα και την κάλπικη αγάπη σου. Σας σιχαίνομαι όλους σας. Η ματαιοδοξία και η περηφάνια σας θα γίνουν η καταδίκη σας”.
“Τί είναι αυτά που λες, κόρη μου;”
“Σε προειδοποίησα γιατί ήταν επιθυμία του Άδη να σου δώσω μια δεύτερη ευκαιρία”, απάντησε, της γύρισε την πλάτη κι άρχισε να απομακρύνεται.
“Άκουσέ με…”, είπε η Δήμητρα, σχεδόν παρακαλώντας τη.
Τότε έκανε την εμφάνισή του ο Δίας, μέσα από ένα σύννεφο ομίχλης, μερικά μέτρα πίσω από τη Δήμητρα. Σε κάθε βήμα του, ηλεκτρικές εκκενώσεις κατέκλυζαν το χώρο.
“Περσεφόνη!“, φώναξε. “Αρκετά πρόσβαλες τη μητέρα σου και όλους εμάς”.
Η Περσεφόνη σταμάτησε αλλά κράτησε το κεφάλι ψηλά. Όσοι Θεοί ζούσαν ακόμη, ακολούθησαν το παράδειγμα του Δία.
“Ερμή, παρ’ την κι ελάτε στον Όλυμπο”, είπε.
Ο Ερμής πέταξε γρήγορα και την έπιασε από τους ώμους. Ο Δίας χτύπησε τα δάχτυλά του κι εμφανίστηκαν όλοι στο Συμβούλιο, όπου θα καθόριζαν την ποινή για τις ύβρεις της.
Οι Θεοί που παραβρέθηκαν, κάθισαν περιμετρικά στους θρόνους τους και η Περσεφόνη στάθηκε στη μέση. Τον λόγο πήρε η Ήρα.
“Περσεφόνη, Διός και Δήμητρας θυγατέρα, εσύ που από χέρι θανατερό εκλάπεις και μετά παρέμβασης του πατρός σου κατάφερες να επιστρέφεις στη Γη των Ζωντανών, από σεβασμό προς το πρόσωπό τους, σου δίνεται η ευκαιρία να απολογηθείς προτού την απόφασή μας να σου ανακοινώσουμε”, είπε.
“Ω, Μεγάλη Ήρα, βασίλισσα των Θεών, σε ευχαριστώ”, απάντησε. “Μα δε νομίζετε πως θα έπρεπε να αλλάξουμε θέσεις; Και η Δίκη, πού είναι; Πώς θα κριθώ χωρίς την παρουσία της; Μα, πώς το ξέχασα; Είναι στον Κάτω Κόσμο, μαζί με τις υπόλοιπες Ώρες. Δεν επιβίωσαν σε ένα κόσμο αδικίας και πολέμου που τους στερεί την πηγή της δύναμής τους. Τώρα ευημερούν πλάι στον Άδη, αυτόν που τολμήσατε να εξορίσετε από τον Όλυμπο και τα Συμβούλια των Θεών μετά από όσα του κάνατε. Εκείνον που εύκολα θα μπορούσε να ξαμολήσει τον Κρόνο εναντίον σας , μα εξακολουθεί να σας προστατεύει. Εκεί υπάρχει τάξη και δεν διαταράσσονται οι ισορροπίες. Εκεί, καθένας πάει όπου του αρμόζει. Άλλοι στον Τάρταρο κι άλλοι στα Ηλύσια Πεδία. Εκεί κανείς δε χαίρεται με ξένο θάνατο, αφού κανείς δεν πεθαίνει. Εκεί, ο Πάνας κι η Άρτεμης που πρώτοι επιτρέψατε να ξεχαστούν από τους εύθραυστους ανθρώπους, άκμασαν. Το παγερό του Βασίλειο ζεσταίνει περισσότερο τις ψυχές από τον καυτό σας Ήλιο. Το Βασίλειό του, αν και νεκρό, σφύζει από ζωή. Το σεβασμό που εσείς απαιτείτε, αυτός τον κέρδισε με αγώνα. Τουλάχιστον κάποιες φαίνεται πως κάνουν ακόμη καλά τη δουλειά τους για να μην τα βλέπετε όλα αυτά. Η Άτη σας θόλωσε και προκάλεσε τη Νέμεση. Και σύντομα θα αντιμετωπίσετε την Τίση. Τώρα, με χαρά μεγάλη απαρνούμαι διά παντός αυτό που εσείς αποκαλείτε ζωή. Θα το κάνω για χάρη του συζύγου μου, όχι δική σας. Γιατί ο Άδης είναι καλύτερος από όλους εσάς μαζί και δε θέλω από οργή να δηλητηριαστεί η καρδιά του, αν δικό σας χέρι με αγγίξει. Με καταδικάζω, λοιπόν, σε θάνατο. Κάτι που εσείς δε θα γνωρίσετε ποτέ, αφού οι Πύλες του κλείνουν για εσάς. Ούτως ή άλλως, ο Άδης δεν αγαπά τη ζεστασιά του δέρματός μου, μα εμένα γι’ αυτό που είμαι”, είπε.
Αφού η Περσεφόνη ολοκλήρωσε την απολογία της και πριν προλάβει κάποιος να πει κάτι, δημιούργησε ένα μυτερό κομμάτι οξιάς με το δεξί της χέρι και το έμπηξε στην καρδιά της. Οι Θεοί στο Συμβούλιο έμειναν να κοιτούν αποσβολωμένοι μετά από όσα άκουσαν. Μόνο ο Άρης εκστασιάστηκε και χαμογέλασε.
Όταν το Συμβούλιο λύθηκε, ο Δίας ακούμπησε στοργικά τη Δήμητρα στον ώμο.
“Το μυαλό της χάθηκε στο σκοτάδι της Αβύσσου, δε μπορούσαμε πια να κάνουμε κάτι”, της είπε.
Αλέξανδρος Μαίανδρος