,

Η πανσέληνος του Τίγρη

Πώς γίνεται ένας άντρας τόσο ψυχρός να ανάβει τέτοια φωτιά μέσα μου;

Ρούφηξα τη τελευταία τζούρα του τσιγάρου μου σκεπτόμενη το ερώτημα που με ταλανίζει από τη πρώτη στιγμή που σε είδα. Χρόνια πριν, που φαντάζουν αιώνες αρχαϊκοί, ήσουν ο ένας και μοναδικός, ο Θεός μου. Πλέον, ύστερα από αμέτρητες μέρες πίκρας κι απογοήτευσης, είσαι μονάχα ένα φάντασμα αυτής της θεότητας. Μια βαριά σκιά που ρουφά όλα τα χρώματα από τη ζωή μου. Πετάω τη γόπα στο έδαφος με την ορμή που θα είχε το χαστούκι που φαντάζομαι πως σου δίνω. Σε περιμένω να έρθεις σε ένα δειλινό, όπου η σελήνη αχνοφαίνεται σε έναν απέραντο ουρανό που μαυρίζει αργά και βασανιστικά. Όπως η καρδιά μου κάθε φορά που εξαφανίζεσαι χωρίς εξηγήσεις.

Γιατί να θέλω έναν άντρα με τόσο παγωμένα μάτια;

Η περίπτωσή μας είναι ασυνήθιστα συνηθισμένη ή συνηθισμένα ασυνήθιστη.

Γεννήθηκες έναν χειμώνα αδίστακτο το έτος του Τίγρη κι εγώ σε ένα θέρος γλυκό τη χρονιά του Δράκοντα. Είσαι ο βασιλιάς του πάγου κι εγώ η βασίλισσα της φωτιάς. Εκ φύσεως κυνηγάς υπομονετικά και κατασπαράζεις ψυχρά σαν το κρυστάλλινο χιονιά κι εγώ πλάστηκα για να φλέγομαι από κάθε αίσθηση μέχρι τελικής πτώσεως, σαν μια πυρκαγιά που αρνείται να σβήσει. Αναγκάστηκες να ωριμάσεις πριν προλάβεις να φυτρώσεις στον κόσμο, μεγάλωσες μόνος δίχως αγάπη. Από μικρή δέχτηκα φροντίδα και τρυφερότητα δίχως όρια, όπως ο έναστρος ουρανός, ο φόβος και η εγκατάλειψη ήταν για μένα λέξεις άγνωστες πριν σε γνωρίσω. Δεν έμαθες ποτέ να αγαπάς και δεν μπόρεσα ποτέ να σε μάθω. Γιατί δεν ήθελες να μάθεις τι πάει να πει αγάπη.

Ήταν – και είναι – πολύ αργά για εμάς…

Γιατί πάντα στάζεις δηλητήριο;

Το θερινό αγιάζι σε συνδυασμό με την ανυπομονησία μου να σε δω, μου προκαλούν τρέμουλο. Ούτε που θυμάμαι τη τελευταία φορά που σε είδα, πάει ένας χρόνος… και κάτι. Ωστόσο, ακόμη η αίσθηση του κορμιού σου πάνω στο δικό μου επανέρχεται για να με συγκλονίσει όλες αυτές τις μοναχικές νύχτες που το άδειο μου κρεβάτι σε ζητάει. Πάντα απόμακρος και φευγάτος με λόγο μετρημένο και υπολογισμένο. Έχεις πληγωθεί τόσο στη ζωή σου, που κάθε ένδειξη τρυφερότητας φαντάζει πλάνη στο εκπαιδευμένο σου μυαλό. Παρόλο που είσαι ένας κήπος γεμάτος αγκάθια, αφέθηκα στη λεπιδωτή σου αγκαλιά, διάφανη κι αμόλυντη, για να με θεωρήσεις ύπουλη και μαγαρισμένη. Κάθε που εντοπίζω το βαθύτερο νόημα των λέξεών σου, το νόημα της σιωπής σου και τις κραυγές των ματιών σου, βγάζεις νύχια γρυλίζοντας. Αυτή η διορατικότητά μου σε τρομοκρατεί. Θέλεις μονάχα να σε ακούω σιωπηλή, να σε θαυμάζω και να σε λατρεύω τυφλά. Αλλιώς, με κατασπαράζεις με λόγια τόσο σκληρά που με παραλύουν.

Αν όντως με θέλει στη ζωή του, γιατί ποτέ δεν είναι εδώ;

Ξαφνικά, εμφανίζεσαι από το πουθενά, όπως πάντα. Πλησιάζεις και η καρδιά μου θαρρείς σταματά να χτυπά, γιατί για μια ακόμη φορά συνειδητοποιώ πόσο σε αγαπώ. Μου χαμογελάς και λάμπω από ευτυχία, με αγκαλιάζεις και λιώνω. Είναι από τις καλές σου στιγμές, γιατί στα μάτια σου κυριαρχεί η λάμψη του Τίγρη, αντί για τον πάγο της φωλιάς του. Με κρατάς απαλά από τη μέση καθώς περπατάμε και χάνω το μυαλό μου, παρατηρώ αχόρταγα κάθε λεπτομέρεια της μορφής σου…γιατί ξέρω ότι δεν πρόκειται να σε ξαναδώ. Χαράζω τη μελωδία της φωνής σου στα βαθύτερα σπήλαια του νου για να με νανουρίζει τις νύχτες που θα ακολουθήσουν, αυτά τα εφιαλτικά βράδια που θα είσαι βέβαιο παρελθόν. Θέλω να ουρλιάξω και να σε βρίσω. Μονάχα χαμογελάω και για ένα λεπτό σε συνεπαίρνει αυτό το χαμόγελο.

Γιατί να μην είμαστε πάντα έτσι;

Δεν αντέχω να σε αφήσω, αλλά δεν αντέχω πια να με πληγώνεις. Μακριά σου θα πεθάνω, μα κοντά σου έχω πάψει να ζω. Προσπάθησα αμέτρητες φορές να αλλάξω τη κατάσταση. Όμως εσύ, τίποτε δεν θες να αλλάξει σε εμάς. Όποτε θέλεις έρχεσαι και όποτε θέλεις εξαφανίζεσαι, σαν παιδικό όνειρο σε εποχή γηρατειών. Δεν αξίζει σε ένα μπουμπούκι να μαραθεί πριν καλά καλά ανθίσει. Είσαι ο έρωτας της ζωής μου, η μεγάλη μου αγάπη. Όμως δεν γίνεται σε αυτόν τον έρωτα να προσπαθεί μονάχα ο ένας. Σου ρίχνω μια κλεφτή ματιά όταν χαζεύεις για λίγο τον κόσμο γύρω μας. Αναρωτιέμαι αν θα με ψάξεις όταν συνειδητοποιήσεις το φευγιό μου. Με κοιτάς με ένα ερωτηματικό στη ματιά κι αφήνω τον πόθο μου να ξεχυθεί από τη ψυχή μου.

Ο απόλυτος έρωτας…

Σε σφίγγω στην αγκαλιά μου με κομμένη την ανάσα. Μυρίζω με λύσσα το άρωμά σου κι όταν με φιλάς ισοπεδώνομαι. Αυτή τη νύχτα, την τελευταία μας νύχτα, αφήνω τον εαυτό μου πιο ευάλωτο κι αδύναμο στα χέρια σου όσο ποτέ. Θέλω να κάνουμε έρωτα σε όλες τις μορφές του και να σου προσφέρω όλη τη ζεστασιά, όλη την αβάσταχτη αγάπη μου για σένα που παραλύει το κορμί μου. Γινόμαστε ένα, τα κύματα ηδονής που φουντώνουν τον πόθο μας μάς πετούν μερικές ζωές πιο κοντά στο παράδεισο. Μου ψιθυρίζεις πόσο με θες, δαγκώνω τα χείλη μου για να μην προδώσω το κρυφό μου αντίο.

Αυτή τη φορά θα φύγω και θα εξαφανιστώ πριν από εσένα. Όμως η δική μου απουσία θα είναι οριστική.

Σου αφήνω την ανάμνησή μου για να σε ζεσταίνει τις παγωμένες νύχτες. Κι όταν θα βγαίνει η θερινή πανσέληνος θα ξέρεις πως το φεγγάρι αυτό ζητάει εσένα. Τον Τίγρη της καρδιάς μου.

Μάργκω

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: