Ο Καρμικός Έρωτας είναι ευχή και κατάρα για τη ψυχή. Εμφανίζεται απρόσμενα στα όνειρά της για να εισχωρήσει βίαια μέσα της και να τη συνεπάρει ολοκληρωτικά με την εκρηκτικότητα και το πάθος του. Εξαφανίζεται το ίδιο απρόβλεπτα για να ανοίξει πληγές και να ανάψει φωτιές που τη κομματιάζουν σε αμέτρητες στάχτες Αναγέννησης. Μια αναγέννηση που τη μεταμορφώνει σε μια καρδιά που μισεί τα λάθη. Καταστροφικός και θανάσιμος, καυτηριάζει κάθε αγνότητα που φωλιάζει μέσα της με τα σιδερένια του βέλη. Σαγηνευτικός κι εκρηκτικός, την υπνωτίζει με το μεθυστικό του άρωμα για να αφυπνίσει σαρκικά ένστικτα και την ωμότητα της επιβίωσης. Το να κλείσεις τα μάτια και να αφεθείς στα δυνατά του χέρια, είναι σαν να βάζεις τη καρδιά σου στο στόμα του λύκου, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τη κατασπαράξει και να τη χάσεις για πάντα.
Για τον Αχιλλέα, το να κατακτήσει τον κόσμο του ring φάνταζε μονόδρομος. Προδομένος από τη ζωή και τον ίδιο του τον εαυτό, γεύτηκε το φιλί της αδικίας πριν καν μάθει να φιλάει. Έχοντας αντιληφθεί με τον σκληρό τρόπο πως γεννιόμαστε και πεθαίνουμε ολομόναχοι, έμαθε να διεκδικεί και να πραγματώνει τις βαθύτερες επιθυμίες και τα πιο τρελά του όνειρα βασισμένος στο ένστικτο και την ανυποχώρητη φύση του. Αυτή η μοναξιά και η ασταμάτητη βιοπάλη που βάραινε τις πλάτες του από τα παιδικά του χρόνια, τον είχαν μετατρέψει σε έναν σκληρό άντρα που δεν συγχωρούσε και δεν χαμογελούσε. Ο χαλύβδινος χαρακτήρας του εξασφάλισε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή γρήγορα. Οι αγώνες του ring φάνταζαν παιχνιδάκι σε σύγκριση με τις μάχες της ζωής του. Το δυνατό από τις χειρωνακτικές εργασίες κορμί του, το κοφτερό από τις φάπες της μοίρας μυαλό του και η οργισμένη του ψυχή συνδυάστηκαν με το πάθος του για το άθλημα κι αποτέλεσαν τη συνταγή που τον έκαναν κυρίαρχο της κατηγορίας του.
Για τη Νίνα το να γίνει kick boxer ήταν η επανάσταση που της έδωσε ανάσα ζωής. Η απώλεια της μητέρας της στη τρυφερή νηπιακή της ηλικία, την έκανε να πιστέψει στους αγγέλους, γιατί είχε την ανάγκη να την αισθάνεται δίπλα της ακόμη κι αν δεν την έβλεπε. Μεγαλώνοντας στη σκιά ενός πατέρα που αγωνιούσε για την αποδοχή του κόσμου και μιας θείας που απειλούταν από τη παρουσία της, έμαθε να μάχεται για την επιβίωση της ψυχοσύνθεσής της από πολύ νωρίς. Απέκρουε με θράσος τον αυταρχικό και χειριστικό χαρακτήρα του πατέρα της και τον αχαλίνωτα ζηλόφθονο ανταγωνισμό της αδερφής του σε σημείο που τους έφερνε σε απόγνωση. Όσο διατηρούσε την αυτοπεποίθηση και την ελεύθερη βούλησή της, τόσο για τους κηδεμόνες της αποτελούσε ένα μεγάλο πρόβλημα που βάραινε ασήκωτα τις πλάτες τους. Μόλις ενηλικιώθηκε πήρε τις μεγάλες της αποφάσεις. Ανακοίνωσε πως έφευγε από το σπίτι και ότι θα γινόταν επαγγελματίας μποξέρ. Οι δικοί της προτίμησαν να πουν στον κόσμο ότι η κόρη τους ήταν νεκρή. Φεύγοντας δεν κοίταξε πίσω, γιατί κανείς δεν την έβλεπε να φεύγει. Κοιτούσε μονάχα μπροστά στο μέλλον και τα γάντια της, που όποτε τα φορούσε ένιωθε να ζωντανεύουν μέσα της μια δύναμη και μια ανεξαρτησία που ποτέ δεν είχε νιώσει πριν.
Εκείνη τη χρονιά, ο Αχιλλέας θα ήταν μονάχα θεατής στο πανελλήνιο πρωτάθλημα. Έπειτα από μια δεκαετία με τίτλους και βραβεία είχε φτάσει η στιγμή να εισχωρήσει στον επαγγελματικό χώρο. Αυτή τη φορά απλώς θα παρακολουθούσε τους αγώνες για να δει το νέο αίμα που έβραζε στις γωνιές των rings. Ύστερα από δυο χρόνια εντατικών προπονήσεων και πυρετώδους αναμονής, η Νίνα ήταν έτοιμη να κάνει το ντεμπούτο της με αποφασιστικότητα κι ενθουσιασμό. Ανυπομονούσε να μπει στο ring και να δώσει τον καλύτερό της εαυτό για ένα όνειρο που είχε δουλέψει πολύ σκληρά για να πραγματοποιήσει. Όταν κλήθηκε να δώσει τον πρώτο της αγώνα στη κατηγορία της, ο Αχιλλέας στεκόταν εκεί κοντά αναπολώντας τα χρόνια που ήταν κι εκείνος νεοφερμένος σε αυτό το στάδιο. Κι όταν είδε το πρώτο της νοκ άουτ, έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Κανείς δεν είχε ρίξει τόσο γρήγορα τον αντίπαλό του… εκτός από εκείνον. Πέρασαν τρεις μέρες όπου παρακολουθούσε το άγνωστο κορίτσι να μάχεται με πάθος και να νικάει τίμια. Παρά τα χτυπήματα, την κούραση και την πίεση, η μποξερού έλαμπε από ευτυχία. Γιατί έπαιζε για το παιχνίδι κι όχι για τη νίκη. Αυτό το πάθος που περιέλουζε την αύρα της, τον έκανε να την ερωτευτεί κεραυνοβόλα.
Όταν οι Καρμικοί Εραστές συναντηθούν, ξεκινά ένας αμείλικτος πόλεμος γεμάτος από επιθυμία, δάκρυα και πόνο. Ο ερωτικός μαγνήτης που τους ελκύει είναι τόσο ισχυρός, που νιώθουν να χάνουν τη γη κάτω από τα πόδια τους, όσο αντιστέκονται τόσο θέλουν ο ένας τον άλλον και μόλις υποτάσσονται, καταδικάζονται σε μια σχέση που κυριαρχούν οι πρωτόγονες αισθήσεις. Οι ψυχές εγκλωβίζονται εθελούσια στις αλυσίδες των παθών τους και παλεύουν με νύχια και με δόντια να ξεφύγουν. Αγαπούν να μισιούνται και μισούν να αγαπιούνται. Όταν καταφέρνουν να σπάσουν τα δεσμά παραμένουν κολλημένες η μια πάνω στην άλλη, γιατί δεν αντέχουν να υπάρχουν χωριστά. Είναι τόσο φαρμακωμένος ο έρωτάς τους και τόσο παθιασμένη η αγάπη τους, που τους είναι αδύνατο να συνυπάρξουν και να απομακρυνθούν. Όταν τα σταυροδρόμια των Καρμικών Εραστών διασταυρωθούν, ξεκινά το στοίχημα του σύμπαντος με τη ζωή. Είναι γραμμένο να συναντηθούν για να ξεπληρώσουν τα χρωστούμενά τους από μια πραγματικότητα ολότελα μακρινή και ξεχασμένη. Αν μετά τις εξοφλήσεις τους μείνουν μαζί, εξαρτάται από το πόσο δυνατά αγαπήθηκαν…
Δεν ήταν δύσκολο να τη βρει και να την προσεγγίσει. Εκείνη ήξερε ποιος ήταν και η επιδοκιμασία του για την απόδοσή της την κολάκεψε πολύ. Όμως, όταν της δήλωσε ότι στο πρόσωπό της είδε το άλλο του μισό, ένιωσε να ζαλίζεται. Κι όταν τη φίλησε πρώτη φορά, ανταπέδωσε με την ίδια τρέλα που αγωνιζόταν. Η σχέση τους φάνταζε ιδανική. Ενδιάμεσα των προπονήσεων ο ένας χανόταν στα μάτια του άλλου. Στους αγώνες γίνονταν μια γροθιά, όταν έπαιζε εκείνη όλο το στάδιο τρανταζόταν από τις φωνές του κι όταν έπαιζε εκείνος την κρατούσαν για να μην ορμήξει στο ring για να παλέψει μαζί του. Τα κορμιά τους ήταν πυρκαγιά στο κρεβάτι τους και τα φιλιά τους σπίθες που μονάχα φούντωναν. Ωστόσο, το ιδανικό άρχισε να ξεθωριάζει. Ο Αχιλλέας ζήλευε πολύ. Έβλεπε τους θαυμαστές της να την τρώνε με τα μάτια τους για την πολεμική της αύρα και την άγρια ομορφιά της κι έσφιγγε τις γροθιές του. Το ανεξάρτητο πνεύμα της και η ατσάλινη πυγμή της τον απειλούσαν. Η Νίνα είχε αρχίσει να αγανακτεί με τον δεσποτικό του χαρακτήρα και τη γλώσσα του που τσάκιζε κι έκρινε απροκάλυπτα. Ο εγωισμός του και η άρνησή του να μαλακώσει την πλήγωναν και την έδιωχναν σιγά σιγά μακριά του. Η άρνησή της να τον ακολουθήσει σε έναν αγώνα στο εξωτερικό οδήγησε σε χωρισμό.
Εκείνο το διάστημα ήταν σαν άρρωστοι και οι αθλητικές τους αποδόσεις είχαν πιάσει πάτο. Τις νύχτες εκείνη έκλαιγε και τον καταριόταν κι εκείνος στριφογύριζε στο κρεβάτι του και την έβριζε. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, πρώτα πέρασε από το σπίτι της κι εκείνη τον δέχτηκε πίσω με ένα φιλί πιο παθιασμένο από το πρώτο τους. Δεν τους ένοιαζαν οι διαφορές τους, αρκεί να ήταν μαζί. Οι επόμενοι αγώνες ήταν ακόμη πιο πετυχημένοι από τους προηγούμενους, ήταν το ζευγάρι που κυριαρχούσε στο άθλημα. Τόσο που άρχισαν να τους συγκρίνουν. Έτσι ξεκίνησαν νέοι καυγάδες, πιο σκληροί και πιο αδίστακτοι. Αυτός ο ανταγωνισμός που χτύπησε την αυτοπεποίθηση και το ταλέντο τους τούς χώρισε με έναν πιο βαρύ τσακωμό αυτή τη φορά. Όμως δεν είχαν έρθει τα χειρότερα. Πέρασαν τρία χρόνια περιμένοντας ο ένας τον άλλον να κάνει την πρώτη κίνηση. Όσο τα τηλέφωνά τους έμεναν βουβά τόσο λύσσαγαν. Στον πρώτο της επαγγελματικό αγώνα, αποφάσισε να είναι μονάχα θεατής. Λίγο πριν χτυπήσει το καμπανάκι τον είδε από μακριά να της κουνάει το χέρι και η άδεια θέση δίπλα του άστραψε μέσα της μια ηλιαχτίδα ελπίδας.Όμως της φύλαγε μια έκπληξη. Η άδεια θέση δεν προοριζόταν για εκείνη. Στο ξεκίνημα του τρίτου γύρου με την άκρη του ματιού της, τον είδε να φιλάει μια άλλη. Έχασε κάθε επαφή. Δεν είδε τη κλωτσιά που ερχόταν για να τη χτυπήσει απευθείας στον αυχένα. Ο αγώνας έληξε με πόνο και δάκρυα. Εκείνος έτρεξε κοντά της, αλλά εκείνοι που γνώριζαν τον έδιωξαν. Εκείνος έφταιγε που το κορίτσι κατέληξε στα επείγοντα.
Η Νίνα ήταν τυχερή. Το χτύπημα θα γιατρευόταν και μακροπρόθεσμα θα μπορούσε να ασχοληθεί ξανά με το άθλημα που τόσο αγαπούσε. Όμως η καρδιά της είχε κομματιαστεί σαν σπασμένος καθρέφτης. Ήξερε ότι το φιλί ήταν εσκεμμένο. Δεν μπορούσε να το δεχτεί πόσο προσπάθησε να τη πληγώσει σε μια τόσο κρίσιμη φάση της καριέρας της. Κι όσο περνούσαν οι μέρες της με ακινησία, φυσιοθεραπείες και υπομονή, τόσο μαράζωνε. Ήταν ο άνθρωπος που είχε περισσότερο ανάγκη από κάθε τι στο κόσμο και δεν της έστελνε ούτε ένα μήνυμα για να δει πώς ήταν. Κάποτε της τηλεφώνησε και δεν ήταν για καλό. Ενδιαφέρθηκε για τη κατάστασή της και τη καθησύχασε πως όλα θα πήγαιναν καλά. Επίσης ήθελε να τη διαβεβαιώσει πόσο ευτυχισμένος ήταν.
«Γνώρισα τη γυναίκα της ζωής μου. Δεν έχει καμία σχέση με σένα. Την αγάπησα από την πρώτη στιγμή που την είδα…»
Ένιωσε να βρίσκεται στο ring ξανά. Ήξερε ότι προσπαθούσε να την πληγώσει ξανά. Ψέλλισε μόνο μια πρόταση «Τελείωσες για μένα…», του το έκλεισε στη μούρη και τον διέγραψε από τη ζωή της οριστικά.
Χρόνια αργότερα, η Νίνα συμμετείχε στο πανελλήνιο πρωτάθλημα ως προπονήτρια και οι αθλητές της έδωσαν μια αξιοπρεπή εμφάνιση. Οι μαθητές της είχαν επιστρέψει στο ξενοδοχείο για να ετοιμαστούν για τη νικηφόρα επιστροφή τους. Εκείνη θέλησε να κάτσει λίγο ακόμη στο στάδιο για να αναπολήσει τα παλιά. Ξαφνικά μια φωνή πάνω από τον ώμο της τής έκοψε την ανάσα. Όταν είδε τον Αχιλλέα να στέκεται βουρκωμένος μια ανάσα μακριά της, ένιωσε τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια της. Στη θωριά του είχε χαραχτεί η παρακμή του. Ένας τραυματισμός στο γόνατο διέκοψε απότομα τη καριέρα του. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, γιατί καμία δεν τον αγάπησε. Πλέον έμενε στο προπονητήριο που είχε καταφέρει με τα χίλια ζόρια να ανοίξει. Όταν οι μαθητές του επέστρεφαν στα σπίτια τους, έμενε πίσω ολομόναχος. Δεν μπόρεσε καν να προφέρει το όνομά του. Δεν άντεχε καν να τον κοιτάζει. Τόσο πολύ την είχε πληγώσει. Τόσο πολύ τον αγαπούσε ακόμη.
Από τη τσέπη του έβγαλε ένα μπρελόκ που την έκανε να χαμογελάσει. Ήταν ένα κόκκινο γαντάκι μποξ και δεμένο πάνω του είδε ένα μονόπετρο.
«Συγχώρεσε με. Είμαι νεκρός χωρίς εσένα. Μποξερού της καρδιάς μου. Αγάπη μου. Συγχώρεσέ με. Πες μου το ναι…»
Το είδε στα μάτια του πως αληθινά είχε μετανιώσει. Τα μάτια ποτέ δεν ψεύδονται. Δέχτηκε με ένα φιλί που διψούσε για την γεύση των χειλιών του. Κι εκείνος την έσφιξε τόσο δυνατά στην αγκαλιά του, που ένωσε όλα τα κομμάτια που ο ίδιος είχε χαράξει στη καρδιά της. Το κάρμα τους είχε ξεπληρωθεί και πλέον απλώς θα αγαπιούνταν…
Μάργκω