Σήμερα ήμασταν καλεσμένοι στο καινούριο σπίτι του κουνιάδου μου και της γυναίκας του. Ένας μήνας πάει τώρα που μπήκαν και ποδαρικό τους κάναμε εγώ και ο Πέτρος. Αν και τρομερά εξαντλημένοι, ο Χριστόφορος και η Μαρίνα επέμεναν να φάμε και να πιούμε. Εγώ δεν έχω αδέρφια, μα το Μαρινάκι είναι για εμένα κάτι πολύ παραπάνω. Την αγαπώ και τη σέβομαι απεριόριστα. Από την αρχή, η χημεία μας ήταν τεράστια. Δίνει πάντα τις καλύτερες συμβουλές (μάλλον μόνο για τους άλλους) και είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών.
Ο Χριστόφορος κ ο Πέτρος παρόλο που είναι δίδυμοι, πέραν του ότι ήταν σε διαφορετικούς σάκους στην κοιλιά της μάνας τους, δεν μοιάζουν ούτε στο χαρακτήρα. Η μέρα με τη νύχτα. Το μόνο τους κοινό, αν μπορείς να το πεις, είναι πως όταν ο ένας δεν είναι καλά ψυχολογικά, συμβαίνει εξίσου το ίδιο και με τον άλλον. Όταν ο Πέτρος έχει τις μαύρες του, ο Χριστόφορος το αντιλαμβάνεται από χιλιόμετρα μακριά και τανάπαλιν. Πάντως είναι πολύ δεμένοι. Στύλοι ακλόνητοι ο ένας για τον άλλον.
Τα παιδιά είναι μαζί τα τελευταία πέντε συναπτά έτη. Τρία χρόνια προσπαθούσαν να αποκτήσουν ένα παιδάκι, μα όταν ο γιατρός της Μαρίνας το απέκλεισε, αποφάσισαν να καταφύγουν στη διαδικασία της εξωσωματικής. Ακολούθησαν δύο χρόνια και δύο αποτυχημένες εξωσωματικές. Και ενώ θα περίμενε ο οποιοσδήποτε να μην θέλει το Μαρινάκι να ξανακούσει για παιδιά, τουλάχιστον προς το παρόν, εκείνη τρελαίνεται από την χαρά της σαν τα βλέπει και κυρίως τα δικά μου. Μάλιστα, με μάλωσε απόψε που τα άφησα στην γιαγιά και στον παππού. Να δεις πώς κάνει σαν βάζουν καμία διαφήμιση για μωρά στην τηλεόραση! Βουρκώνουν τα ματάκια της. Πονάει η ψυχούλα μου.
Η αλήθεια είναι ότι πάλι απόψε κατάφερε να με εξοργίσει ο Χριστόφορος. Πάντα βέβαια τα καταφέρνει θεσπέσια. Μπορεί να είναι κουνιάδος μου, αλλά ώρες ώρες θέλω να τον πνίξω. Αγενής και απύλωτος σε τέτοιο σημείο, ώσπου μια φορά πριν χρόνια τον έδιωξα από το σπίτι και τελικά κατέληξα να τσακώνομαι και με τον αδερφό του. Από τότε, προτίμησα την ηρεμία μου, βάζοντας το δίκιο μου στο συρτάρι μου. Τη γνώμη μου τη λέω, μα χωρίς να έρθουμε σε ρήξη. Τόσο, όσο.
Για το δικό μου στομάχι, το κουνέλι στιφάδο της Μαρινιώς μου, ήταν ό,τι καλύτερο έχω δοκιμάσει. Για τον Χριστόφορο, μόνο ο μπακλαβάς που έφερα εγώ από το ζαχαροπλαστείο. Τον εκθείασε μάλιστα. Μα να μην πει μια καλή κουβέντα; Από τα νεύρα μου η άνω και κάτω γνάθος μου έκλεισαν ερμητικά και φοβήθηκα μην ακουστεί το τρίξιμο στα δόντια. Ας όψεται που αγαπώ πολύ τον άντρα μου και το Μαρινιώ μου, αλλιώς θα τον έκανα να ντρέπεται να με κοιτάξει. Η Μαρίνα γέμισε πάλι τα ποτήρια με ημίγλυκο κρασί και μεταφερθήκαμε στο σαλόνι. Κάνεις δε μιλούσε. Η διάθεσή μου ήταν στα τάρταρα. Ήμουν θυμωμένη. Προτιμάω πια να τη βλέπω μόνη της. Χωρίς αυτόν. Ευτυχώς έφυγαν για το περίπτερο για τσιγάρα και πατατάκια και βρήκαμε ευκαιρία να τα πούμε λίγο. Σαν σκυλάκι που το έχεις μαλώσει επειδή έκανε τα τσίσα του στο χαλί με κοιτούσε, ώσπου μίλησε.
«Ολυμπία μου είμαι χάλια. Σκοτωθήκαμε πάλι πριν έρθετε».
Σιγή ιχθύος ακολούθησε κι έπειτα ένα μακρόσυρτο κλάμα.
«Λέγε Μαρινιώ μου, μη με σκας σε παρακαλώ! Τι συμβαίνει μάτια μου;»
«Ο Χριστόφορος…».
«Ναι, ο Χριστόφορος τι; Τι έγινε, τι σου έκανε;»
«Να, του συζήτησα το ενδεχόμενο της υιοθεσίας και εκείνος αρνείται κατηγορηματικά. Δυο μήνες, κάθε μέρα, κάθε ώρα που περνάει, τον παρακαλάω για αυτό και σήμερα μόνο που δεν με έβρισε. Θέλει να ξαναυποβληθώ σε εξωσωματική, μα εγώ δεν το αντέχω. Δεν το αντέχει η ψυχή και το κορμί μου. Του είπα πως το σώμα μου είναι δικό μου και θα το κάνω ό,τι θέλω. Και ειλικρινά δεν θα του μιλούσα έτσι, αν δεν έβλεπα το υποτιμητικό του βλέμμα. Ένιωσα άχρηστη, ανίκανη…»
Δυστυχώς γύρισαν αμέσως και μόλις ακούστηκε το κλειδί στην πόρτα, η Μαρίνα έσπευσε με γρήγορες δρασκελιές ως το μπάνιο. Την ξέρω πολύ καλά. Δεν θα του επέτρεπε να τη δει σε αυτό το χάλι. Άργησε αρκετά να βγει και προφασίστηκα πως μάλλον την πείραξε ο μπακλαβάς.
Εν κρυπτώ και παραβύστω κρατούσα την σημερινή έκπληξη. Μια έκπληξη που σκεφτόμουν να την πραγματοποιήσω ένα χρόνο, μα όλο μάγκωνα. Απόψε θαρρούσα πως ήταν η κατάλληλη στιγμή, έστω κι αν δεν άρεσε σε κανένα. Καθίσαμε ξανά στο σαλόνι και το σιββυλικό μου βλέμμα, έκανε τα δύο αδέρφια να με κοιτούν με απορία. Η Μαρίνα κοίταζε στο πουθενά με το ποτήρι του κρασιού στο χέρι.
«Έχω να σας ανακοινώσω κάτι απόψε. Καταλαβαίνω ότι θα δυσκολευτείτε όλοι σας με αυτή την απόφασή μου. Μια απόφαση που περιμένω μόνο τη συγκατάθεση της Μαρίνας μου».
Γύρισα τον κορμό μου προς το μέρος της και ευθέως τη ρώτησα.
«Θα ήθελες να γίνω η παρένθετη μητέρα του παιδιού σου; Θέλω να σε κάνω ευτυχισμένη και είμαι διατεθειμένη να σου δώσω τη χαρά της μητρότητας με δόξα και τιμή».
Η Μαρίνα με κοίταξε ασκαρδαμυκτί. Το στόμα της έμεινε θεάνοιχτο και τα μάτια της θαρρώ πως δεν έβλεπαν από τα δάκρυά της. Ψέλλισε κάτι, μα από τον κόμπο στο λαιμό της δεν κατάφερε να αρθρώσει λέξη. Μόνο έτρεξε και με σφιχταγκάλιασε. Ύστερα ούρλιαζε βγάζοντας κραυγές χαράς.
«Ναι, ναι, ναι! Το θέλω πολύ!»
Ο Πέτρος ήρθε να συμπληρώσει την αγκαλιά και εκείνη τρίπλωσε.
Μισή ώρα καθόταν ο Χριστόφορος στη βεράντα καπνίζοντας το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο. Η Μαρίνα είχε αρχίσει να τρέμει από το φόβο της. Θαρρώ πως από μέσα της έκανε προσευχές. Η αριστερή της παλάμη είχε αγκαλιάσει τη δεξιά, κρατώντας το γυρτό μέτωπο της.
«Ναι και από εμένα λοιπόν» ακούστηκε να λέει με τη στεντόρεια φωνή του ο Χριστόφορος.
«Είσαι μεγάλη καρδιά εσύ αγάπη μου, για αυτό σε παντρεύτηκα» συνέχισε να λέει ο Πέτρος.
Ο Χριστόφορος έπιασε τόσο σφιχτά τη γυναίκα του και κάτι της ψιθύρισε στο αυτί. Εκείνη χαμογέλασε πιο πλατιά από ποτέ. Τα ποτήρια ξαναγέμισαν και αρχίσαμε να χορεύουμε το πιο ωραίο μπλουζ της ζωής μας. Την επόμενη μέρα μόνο χαμόγελα και όνειρα κάναμε. Όνειρα για ευτυχία…
The BluezGuest