«Παιδιά, πώς να σας το πω να το καταλάβετε; Δε βλέπω θρίλερ. Τέλος!» δήλωσα έξω από τον κινηματογράφο στην παρέα μου, που είχαν λυσσάξει να δούμε θρίλερ! Και τι θρίλερ, όχι ψυχολογικό, αλλά ένα με διαόλια και τριβόλια και όλα αυτά τα ψυχώ που με τρομάζουν!
«Μαναράκια μου κοιτάξτε με λίγο, είμαι ντυμένη στα ροζ, με κορδελίτσα και τσαντάκι χνουδωτό, σας φαίνομαι εγώ ο άνθρωπος που αντέχει ο οργανισμός του να δει θρίλερ; Δεν μπορώ σας λέω να ταράζομαι, γιατί να το κάνω αυτό στον εαυτό μου; Έννοιες δεν είχα, να αποκτήσω ξαφνικά; Να νιώθω πως θα σηκωθώ το βράδυ να πιώ νερό και θα έχω φόβο μην και δω και εγώ δεν ξέρω τι, να ξεπροβάλει στην κουζίνα μου; Να πάω η γυναίκα για την ανάγκη μου, να σηκώσω το καπάκι της λεκάνης και να πεταχτεί φάντασμα από μέσα; Όχι και πάλι και πάλι όχι! Δεν θέλω!».
«Έλα ρε Ελένη, μην είσαι ξενέρωτη! Είμαστε παρέα! Πάμε!» με έπεισε η Μαρία, τραβώντας με με το ζόρι. Σκέφτηκα πως θα έχω έστω τα πατατάκια, που σαν άνθρωπο με συγκινούν αφόρητα και έτσι ζωσμένη στο ένα χέρι με πατατάκια ρίγανη και στο άλλο πατατάκια αλάτι, δυο μπουκαλάκι νερό και υπομονή, μπήκα στην αίθουσα του κινηματογράφου!
Αποφάσισα να πείσω τον εαυτό μου, πως όλα όσα θα έβλεπα ήταν ένα ψέμα, ηθοποιοί και εφέ εντυπωσιασμού! Ξεκίνησαν τα προσεχώς “Α τι ωραίο! Να έρθουμε να το δούμε αυτό! Ναι, ναι καλό, να έρθουμε!» και πρώτη σκηνή της ταινίας, λίγο πριν δαγκώσω το απολαυστικό πατατάκι, πετιέται ένα κάτι με μπόλικη αηδία στην οθόνη και παγώνουμε όλοι! Η οθόνη σκοτεινιάζει, φως πουθενά, πατατάκι μισοφαγωμένο, χωρίς έννοια ύπαρξης και εγώ να μπαίνω σε δεύτερες σκέψεις και πλάνα
α) Πού είναι η έξοδος;
β) Αν τσιρίξω, πόσο δυνατά θα ακουστώ;
γ) Πού είναι η τουαλέτα και πόσο γρήγορα μπορώ να φτάσω σε αυτή, προσποιούμενη ζαλάδα, εμετική επίδραση θρίλερ, μαζική επιδημία από τριβόλια και κρίση πανικού ταυτόχρονα;
Δεύτερη σκηνή, η αηδία που δεν έχει όνομα, έχει δόντια και κάποιον κυνηγά που τσιρίζει βάναυσα και επιβλαβώς για τον ψυχισμό μου, σκοντάφτει, πέφτει, κάτι συμβαίνει, δε θέλω να ξέρω, κοκκινίζουν τα μάτια του θύματος, μεταμορφώνεται σε αηδία νούμερο δυο! Ανακάθομαι, καρφιά στον πισινό μου νιώθω, κρύος ιδρώτας με λούζει, θέλω ξεκάθαρα να φύγω, δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον να δω την συνέχεια, χαρίζω και τα πατατάκια μου με πόνο ψυχής! Σε εκείνο το κομβικό σημείο, η ροή της ταινίας αλλάζει, γίνεται πιο ανθρώπινη, σχεδόν με συγκινεί, δίνω μια δεύτερη ευκαιρία και ζητιανεύω τα χαρισμένα πατατάκια από την Μαρία, διότι άνθρωποι είμαστε, λάθη κάνουμε, μπορεί τελικά να μου αρέσουν και τα θρίλερ! «Το νου σου Ελένη!» μου λέει η εσωτερική φωνή «κάπου υποβόσκει η κορύφωση, δεν μπορεί να το πηγαίνει έτσι όμορφα λιτά και απέριττά! Πάρε τα μέτρα σου!».
Σε αυτό το σημείο, να δηλώσω πως η κατηγορία “θρίλερ”, από ψυχολογικά μέχρι ό,τι, έχει σαν σκοπό τον βασανισμό του ανθρώπινου είδους! Τι σου έχει συμβεί εσένα καλέ μου άνθρωπε και σκέφτηκες να δώσεις μορφή στον φόβο σου, να «γυρίσεις» ταινία και να φοβίσεις και όλους του υπόλοιπους; Γιατί γλυκέ μου, τι σου έχουμε κάνει; Τι σου φταίει βασανισμένε μου η ανθρωπότητα; Και καλά εσύ, που βλέπεις κλόουν και τους μεταμορφώνεις σε ψυχοπαθείς δολοφόνους, σε ποιο παιδικό πάρτι δεν σε κάλεσαν, να παραπονεθώ εντόνως, αλλά εμείς που πληρώνουμε να δούμε τον φόβο σου μεταμορφωμένο σε παράνοια, πόσο ψυχάκια είμαστε; Γι’ αυτό καλά να πάθουμε! Πλήρωσες να φοβηθείς, τώρα θα δεις τι θα πάθεις!
Το θρίλερ, μην σας τα πολυλογώ, έγινε πιο σκοτεινό και από το ίδιο το σκοτάδι, μεταφορικά και κυριολεκτικά, πλάσματα πετιόντουσαν από παντού, εξορκιστές προσπαθούσαν να ισορροπήσουν την κατάσταση, μάγισσες και κάθε λογής παράδοξο να μάχεται στην αιώνια μάχη καλού – κακού, αγιασμοί, παλούκια και όλα τα συναφή στην μάχη της μεγάλης οθόνης! Κάπου εκεί θυμάμαι έβρισα την Μαρία, αποκληρώνοντάς την και από φίλη και κάλυψα τα μάτια να μην βλέπω, εκείνη διάολος μεταμορφωμένος με αγγελική μορφή, μου έστριβε το κεφάλι μη και χάσω την σκηνή, το καλλιτεχνικό αριστούργημα! Η ταινία ευτυχώς κάποια στιγμή τελείωσε και ήρθε η ώρα να αποχαιρετιστούμε και να πάμε για ύπνο…
Έστριψα το κλειδί στην πόρτα, μπήκα στο διαμέρισμα με αμφιβολίες και ταραχή, με έπιασε φόβος! Και αν το διαβολοτριβόλι έχει μπει κάτω από τα σκεπάσματά μου και περιμένει να με γλεντήσει; Κάπου είχα ένα ποτηράκι αγιασμό που είχε φέρει η μάνα μου από ένα μοναστήρι, για παν ενδεχόμενο ας ραντίσω! Και αφού ράντισα από άκρη σε άκρη το σπίτι, είπα να ξεντυθώ να πάω στο μπάνιο. Αμ, δε σφάξαν! «Είσαι τρελή κουκλίτσα μου; Όλα τα μπάνια επικοινωνούν με τις αποχετεύσεις και μέσα στις αποχετεύσεις σέρνονται άσχημα πράγματα! Η αλήθεια βρίσκεται εκεί μέσα, όλοι το ξέρουν! Γι’ αυτό κλείνουμε και την πόρτα στο μπάνιο, να μας προστατεύσει από την συνομωσία των αποχετεύσεων!». Μα πρέπει, είναι ανάγκη, τι θα κάνω; Ω μοντιέ!
Σε δέκα λεπτά είχε έρθει όλη η παρέα να κοιμηθεί στο σπίτι μου, να με προστατεύσει από ό,τι πετάει και σέρνεται σε αυτόν τον κόσμο και από όλους τους σχιζοφρενείς δολοφόνους που έκαναν τρικούβερτο γλέντι στο μυαλό μου!
«Δυο μέτρα γυναίκα και φοβάσαι!» μου είπε ο Γιώργος περιπαιχτικά.
«Δεν κατάλαβα ρε Γιώργο, ο φόβος πάει με το μέτρο; Δυο μέτρα ο άλλος στην ταινία και πρώτο τον έφαγαν!”. “Έχεις πολύ εμβαδόν προς φάγωμα, άντε κοιμήσου τώρα να δούμε, μην φωνάξω τον εξορκιστή να σε παλουκώσει!».
Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που είδα τέτοιου είδους θρίλερ, ποτέ ξανά! Αποφάσισα πως είμαι ρομαντικός τύπος και το «έριξα» στις ρομαντικές κομεντί για αποτοξίνωση ψυχής και ματιάς!
Ελένη Ρέγγα