“Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω πια. Προσπαθώ πολύ σκληρά είναι η αλήθεια, αλλά πλέον δεν νομίζω πως μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Δεν φτάνει. Μπορώ να δώσω πολλά! Ίσως και πάρα πολλά, αλλά και πάλι νιώθω πως θα πάνε χαμένα. Σε χάνω… Μέσα από τα χέρια μου φεύγεις και αυτό πονάει περισσότερο από όλα! Ό,τι και να κάνω, νιώθω πως πέφτω πάνω σε τοίχο. Τσιμεντένιο. Καμία ρωγμή να τρυπώσει λίγο φως. Λίγη ελπίδα, ρε παιδί μου!
Τόσα χρόνια… Αντέχουμε τόσα χρόνια! Με πανδημίες, χωρισμούς, συγγνώμες, κλάματα, αγκαλιές, έρωτα. Τόσα χρόνια και τώρα… Τώρα που είπαμε ότι όλα είναι καλά, ότι όλα βαίνουν καλώς και αισιόδοξα, τώρα που βρήκαμε τα πατήματά μας και με τον δικό μας -ατσούμπαλο και ανορθόδοξο- τρόπο ο καθένας παλεύει τα σκοτάδια του, τώρα που κάνουμε γερά και σταθερά βήματα… Τώρα, γαμώ την τύχη μου, σε χάνω!
Δεν ξέρω αν είναι από επιλογή ή από φόβο. Δεν μπορώ να καταλάβω. Είναι αυτές οι στιγμές που γίνεσαι ένα με τα σκοτάδια σου και δεν μιλάς. Δεν αντιδράς. Μονάχα κλείνεσαι στον εαυτό σου και βουλιάζεις. Τις ξέρω αυτές τις βουτιές. Τις έχω περάσει και κατά καιρούς τις περνάω ακόμα και όπως εσύ δεν με εγκαταλείπεις όταν χάνω τον εαυτό μου, έτσι κι εγώ δεν πρόκειται να σε αφήσω.
Αγάπη το λένε! Και η δικιά μου είναι μεγάλη… Αχ και να ‘ξερες πόσο σε αγαπώ! Πόσο λαχταράω ένα φιλί ή ένα άγγιγμά σου! Μακάρι να μπορούσες να καταλάβεις το μέγεθος της ανατριχίλας μου όταν προφέρεις το όνομά μου ή όταν με κοιτάς βαθιά μέσα στα μάτια, ακόμα και μετά από τόσα χρόνια. Αγάπη! Βαθιά και αμετάκλητη. Ο έρωτας για μένα, δεν έχει ξεθωριάσει. Όπως σε κοιτούσα τότε, έτσι σε κοιτάω ακόμα. Όπως με μαγνήτισε η μυρωδιά σου κάποτε, έτσι με μαγνητίζει ακόμα. Τα όνειρα που έκανα κάποτε, τα κάνω ακόμα. Και σε αυτά τα όνειρα είσαι εκεί… Μαζί μου! Δίπλα μου! Αλλά τι να το κάνω; Δεν θα πραγματοποιηθούν ποτέ. Για αυτό άλλωστε τα λένε “όνειρα”.
Θυμάμαι ακόμα τα λόγια σου… “Μακάρι να ήσουν πιο δυνατή και να έφευγες εσύ πρώτη!”. Χτύπημα κάτω από τη μέση και ας μην στο είπα ποτέ. Για μια ακόμη φορά, να πάρω εγώ φορτίο στην πλάτη μου. Τα θέλεις όλα αναίμακτα και γρήγορα. Εσύ. Εγώ όχι. Η αγάπη έχει πόνο και δεν μπορώ να του κλείσω την πόρτα. Είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. Αν είναι να πονέσω, ας πονέσω. Τουλάχιστον θα ξέρω πως προσπάθησα, γιατί μην ξεχνάς… ο δυνατός είναι αυτός που ακόμα προσπαθεί. Και εγώ προσπαθώ γιατί σε αγαπάω… Μ’ ακούς; Σ’ αγαπάω!”.
Ο ήχος από το ξυπνητήρι την επανέφερε στην πραγματικότητα. Μάζεψε κοντά στο κορμί της τα χέρια της και σηκώθηκε από το διπλό κρεβάτι. Πήγε στην κουζίνα, πάτησε το κουμπί της καφετιέρας και κατευθύνθηκε προς το μπάνιο. Το κρύο νερό αναζωογόνησε το άυπνο δέρμα της και κατάφερε να ενεργοποιήσει το μυαλό της. Ντύθηκε, πήρε δύο κούπες καφέ και ξαναμπήκε στην κρεβατοκάμαρα. Πλησίασε το κορμί που κοιμόταν βαριά ακόμα στα σεντόνια της και ακούμπησε απαλά τον ώμο του.
“Καλημέρα! Ώρα να σηκωθείς. Έχω έτοιμο καφέ!” είπε και άφησε την κούπα στο κομοδίνο.
“Καλημέρα! Κοιμήθηκες καλά; Νόμιζα πως σε άκουσα να παραμιλάς, αλλά δεν έδωσα σημασία. Ήμουν πολύ κουρασμένος!”.
” Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε, δεν νομίζεις;”
“Δεν νομίζω πως έχουμε να πούμε κάτι. Σήμερα ήταν το τελευταίο βράδυ μας μαζί. Ξέρεις πως δεν πάει άλλο και ξέρω πως αν είχες κάτι άλλο να μου πεις, θα το έλεγες!”
“Και αν το είπα και εσύ δεν άκουσες;”
“Δεν έχει καμία σημασία πια. Μακάρι να ήσουν δυνατή και να έφευγες εσύ πρώτη, αλλά όχι… Θα το κάνω εγώ λοιπόν!”.
Ο ήχος της ξύλινης πόρτας, την έκανε να σπάσει σε χιλιάδες μικρά κομμάτια και να ξεσπάσει σε κλάματα. Τι κι αν τον αγαπούσε… Τι κι αν πίστεψε σε εκείνον… Η πόρτα έκλεισε.
“Ο δυνατός είναι αυτός που ακόμα προσπαθεί!” ψέλλισε και άφησε τα καυτά δάκρυα να μουσκέψουν τη στεγνή της ψυχή.
Κατερίνα Μοχράνη