,

Το σημάδι

Τα μάτια λέγαν είναι ο καθρέφτης της ψυχής, μα ποιανού, του κατόχου ή του παρατηρητή;

Βλέμμα βαθύ, διαπεραστικό και κάπως σκοτεινό, σαν κείνο το σκοτάδι μέσα μου, μέχρι τα μάτια μου να ανταμώσουν τα δικά σου. Βλέμμα κενό, σαν κείνες τις τρύπες που άνοιγαν σταδιακά στην καρδιά, σαν σε εβλεπα στον ορίζοντα να χάνεσαι… Μέχρι που έγινες μονάχα ένα απόκτημα της μνήμης…

Μα εγώ έμενα να πιστεύω πως υπάρχει ένα νησί που όλα εκείνα τα απωθημένα κι ανεκπλήρωτα κοιμούνται. Ένα νησί που μπορείς με τα μάτια σου να δεις, καθώς την πόρτα ανοίγεις για να μπεις στον άλλον κόσμο. Κάπου εκεί μέσα θα βρίσκεσαι εσύ, πια απαλλαγμένος από τα “δεν” και τα “μη”.

Εκεί θα στέκεσαι, με βλέμμα πια γαλήνιο και θα μου απλώσεις το ίδιο χέρι που άγγιξα για στιγμές ελάχιστες, προτού το τραβήξεις μακριά. Θα στο δώσω με χαρά, δίχως κακία μέσα μου να έχει μείνει, άλλωστε τι μπορεί να σε κάνει πιο τρωτό από μια βαθιά χρόνια πεθυμιά;

Θα βγάλω έπειτα ένα σακίδιο από την πλάτη, γεμάτη με χαρτιά τσαλακωμένα, τετράδιο από το πέρασμα του χρόνου φθαρμένα. Θα σου διαβάσω όλα εκείνα που έγραψα για σένα, πασχίζοτας να δώσω μια πνοή σε ένα όνειρο που είχε ξεμείνει από ανάσες. Έπειτα θα ξεριζώσω το δέρμα το παλιό, από την πτέρνα την αχίλλειο που κουβάλησα όλη μου τη ζωή σημαδεμένη, γεμάτη τρυπήματα, ουλές και βέλη εναπομείναντα. Δε θα πονέσει, αφού θ’ αντικατασταθεί με δέρμα καινούριο, από το πρώτο κιόλας άγγιγμά σου.

Και η καρδιά μου… η χρόνια ευάλωτη σε κάθε λογής μολύνσεις, θα μπει στη θέση της ξανά, μα… Αυτή τη φορά τόσο βαθιά, που κανείς δε θα μπορεί να την αγγίξει. Και όσον αφορά μυαλό μου… το χρόνια με την πραγματικότητα ασυγχρόνιστο, θα είναι πια παρόν, αφού για πρώτη φορά δε θα υπάρχει ένας ανεκπλήρωτος δυνάστης να το τυραννά, απομυζώντας μέσα από τα χέρια μου ζωή.

Μα μέχρι τότε μένω εδώ, να κοιτώ νοσταλγικά ‘κεινον το δρόμο που τυχαία μα μοιραία συγκρουστήκαμε, στιγμιαία και αθόρυβα. Ονειρεύομαι τη στιγμή που θα ‘ρθεις να μου δείξεις ένα σημάδι στην καρδιά σου, συμβατό με ‘κείνο που μου άφησες δίχως να γνωρίζεις… Έπειτα σιγογελώντας θα σου αποκαλύψω κείνο το πανομοιότυπο δικό μου. Και τότε ξάφνου, το σημάδι μου θα πάψει να πονά.

Έπειτα, ίσως επουλωθεί ή ίσως γίνει ακόμα πιο μεγάλο. Μα σαν μεγαλώνει, δε θα πονά πια, θα μοιάζει με εκείνα τα σημάδια που όσο κυλά ο χρόνος τα νιώθεις πάνω σου στολίδια. Μέσα μου τότε θα εύχομαι, με τον ίδιο τρόπο να μεγαλώνει και ‘κείνο το δικό σου. Εφιάλτης μέσα μου θα μοιάζει, να υπάρξει ξανά η καρδιά σου καθαρή ή χαραγμένη με ένα άλλο σημάδι ασύμβατο και ξένο.

Πια θα σε έχω βάλει στη ζωή μου και πια… μόνο αίνιγμα του χρόνου κι έγνοια θα είναι αν θα σε απομυθοποιήσω ή εάν θα σε ποθήσω περισσότερο…

Ιωάννα Χαντζαρά

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: