,

Για Θεσσαλονίκη – Αθήνα

Εκείνος μόνος. Μοναχικός, λιγομίλητος και ονειροπόλος. Εργασιομανής κι επίμονος. Με στόχους και όνειρα. Με πολλούς γνωστούς, ελάχιστους φίλους. Τα βράδια που δεν δούλευε, τα περνούσε στο σπίτι, βλέποντας ταινίες μέχρι τα ξημερώματα. Αποζητούσε την ηρεμία του.

Εκείνη παντρεμένη. Κοινωνική, έξυπνη και συγκροτημένη. Εργασιομανής κι επίμονη. Με στόχους και όνειρα. Με πολλούς φίλους κι ακόμη περισσότερους γνωστούς. Τα βράδια καλούσε κόσμο στο σπίτι ή έβγαινε με μεγάλες παρέες έξω. Αποζητούσε ζεστασιά κι επαφή.

Εκείνος επιφανειακά ψυχρός. Αρνιόταν να βγει απ’ τα κουτάκια του. Αφοσιωμένος στη δουλειά και τις υποχρεώσεις του. Δεν αναθεμάτιζε την αγάπη, αλλά δεν την κυνηγούσε κιόλας. Αν ήταν να έρθει, θα ερχόταν. Πάντα υπό όρους και προϋποθέσεις. Κανείς δεν ήταν αρκούντως ικανός να τον βγάλει απ’ την προσεχτικά σχεδιασμένη ρουτίνα του. Μέχρι τότε…

Εκείνη επιφανειακά άκαμπτη. Αρνιόταν να βγει απ’ τα κουτάκια της. Αφοσιωμένη στην οικογένεια και τις υποχρεώσεις της. Η ζωή της, ένας πύργος με προσεχτικά τοποθετημένα κουτάκια, το ένα πάνω στο άλλο. Όλα στη θέση τους. Τίποτα ικανό, να γκρεμίσει το “δημιούργημά” της. Μέχρι τότε…

Δυο άνθρωποι τόσο διαφορετικοί κι όμως τόσο ίδιοι. Κομμάτια πάγου στα μάτια των άλλων, για διαφορετικούς λόγους και με διαφορετικούς τρόπους. Δυο άνθρωποι που με τον τρόπο τους προσπαθούσαν να φαίνονται απλησίαστοι, για να μην αγγίξει κανείς ό,τι είχαν δημιουργήσει. Μέχρι τότε…

Η ιστορία τους είχε ξεκινήσει πριν πάνω από 10 χρόνια. Μια τυχαία γνωριμία και δύο ζευγάρια μάτια που απ’ τη στιγμή που συναντήθηκαν, με το πρώτο κιόλας βλέμμα, είχαν καταλάβει πως έμπλεξαν… Ένα κομμάτι πάγου εκείνος, που έλιωσε μ’ ένα της βλέμμα. Ένα κομμάτι πάγου κι εκείνη, που έλιωσε μ’ ένα του άγγιγμα.

Ο πάγος του έγινε φωτιά, που έκαψε όλα τα κουτάκια του μυαλού του. Ξέχασε προθεσμίες, προτεραιότητες, δουλειές και ρουτίνα. Ξέχασε όρους και προϋποθέσεις. Ξέχασε και τη βέρα στο δεξί της χέρι. Παράτησε τα πάντα για να βρίσκεται κοντά της. Έστω για λίγο, για όσο λίγο εκείνη του επέτρεπε. Για όσο λίγο άντεχε να του χαρίσει. Μια υπέρβαση εαυτού, που δεν φανταζόταν ποτέ πως θα ήταν ικανός να κάνει.

Η φωτιά του που την άγγιξε, την έκανε να τρομάξει όσο ποτέ. Ο δικός της πάγος, άρχισε να λιώνει απ’ το πάθος που ένιωθε μέσα της και ταραγμένη, πάλευε να σώσει το μυαλό της. Έρχονταν στιγμές που ξεχνούσε προτεραιότητες, δουλειές και ρουτίνα. Έρχονταν στιγμές που ξεχνούσε ακόμη και τη βέρα στο δεξί της χέρι. Ξέκλεβε λεπτά απ’ το προσεχτικά δομημένο πρόγραμμά της, για να του τα χαρίζει. Μια υπέρβαση εαυτού, που δεν φανταζόταν ποτέ πως θα ήταν ικανή να κάνει.

Δεν κράτησε για πολύ η ιστορία τους. Μερικά ταξίδια αστραπή που έκανε εκείνος, παρατώντας τα πάντα πίσω του. Μερικές ώρες που κατάφερνε να ξεκλέβει εκείνη απ’ τη ζωή της, κάνοντάς τες δώρο και στους δυο τους. Εκείνος έδωσε τα πάντα του, άνευ όρων. Εκείνη έδωσε όσα ένιωθε πως άντεχε.

Δεν κράτησε πολύ όλο αυτό. Δεν κράτησε πολύ, παρότι κατά καιρούς επικοινωνούσαν. Δεν χάθηκαν ποτέ εντελώς, αλλά δεν ξανασυναντήθηκαν από τότε. Κι έτσι πέρασαν σχεδόν 10 χρόνια…

Δέκα χρόνια μετά κι εκείνος ακόμη μόνος και μοναχικός. Εκείνη χωρισμένη πια, μ’ ένα παιδί. Ναι, ίσως πλέον θα μπορούσαν να είναι μαζί, τα χρόνια που πέρασαν όμως, τους είχαν μετατρέψει ξανά σε πάγο. Εκείνος φοβόταν να την εμπιστευτεί, μην ξανακάνει πίσω, σπάζοντας την καρδιά του πάλι σε κομμάτια. Εκείνη φοβόταν πως δεν είχε καταλάβει ποτέ του, πως αυτό που έβλεπε εκείνος λίγο, για εκείνη ήταν πάνω απ’ τις δυνάμεις της.

Πάγοι κι οι δυο, που με τα χρόνια κατάφεραν να πείσουν τους εαυτούς τους πως μπορούν και χωριστά. Πως είναι καλύτερα χωριστά. Βοηθούσε κι αυτή η ριμάδα η απόσταση “Αθήνα – Θεσσαλονίκη”. Είχαν χτίσει προσεχτικά τις ζωές τους και έτρεμαν μη χάσουν τα δεδομένα τους.

-Είσαι τέλεια για μένα, αλλά έχω άλλες προτεραιότητες απ’ το να δεσμευτώ.

-Θέλω να σε δω!

-Θα βρεθούμε κάποια στιγμή!

Την φοβόταν. Του είχε σπάσει μια φορά την καρδιά, δεν θα ρίσκαρε να του το κάνει και δεύτερη. Φλόγα ήταν αυτή η γυναίκα. Μια φλόγα που στο πέρασμά της κατέκαιγε τα πάντα! Κι εκείνη φοβόταν. Έτρεμε για το πού μπορεί να οδηγούσε όλο αυτό, ήξερε όμως πως αυτή ήταν η δική της σειρά να ρισκάρει.

-Θέλω να είμαστε μαζί!

-Δεν είναι κάτι αυτό που έχω στο μυαλό μου. Είσαι υπέροχη αλλά…

-Θέλω να σε δω!

-Αργότερα!

Στο μυαλό του, ίσως εκείνη έπαιζε παιχνίδια, που μ’ ευκολία θα σταματούσε όποτε το αποφάσιζε, αφήνοντάς τον μόνο και διαλυμένο.

Στο μυαλό της, είχε πάψει πια να ενδιαφέρεται για εκείνη. Του είπε τόσες φορές πως ήθελε να τον δει κι εκείνος το απέφευγε. Ήταν λάθος να προσπαθεί και να τον πιέζει άλλο.

Δεν συναντήθηκαν τελικά. Τα πολλά “αργότερα” την αποθάρρυναν κι έπαψε να επιμένει. Η παραίτησή της, τον έπεισε πως είχε δίκιο, δεν ένιωθε τίποτα αληθινό για εκείνον.

Μέσα στην επόμενη δεκαετία, εκείνος παντρεύτηκε κι έκανε ένα παιδί. Εκείνη μεγάλωσε το δικό της παιδί και έμεινε μόνη. Σπάνιες οι φορές που την έφερνε στο νου του. Σπάνιες οι φορές που τον έφερνε στο νου της. Το δικό τους παρελθόν, μπήκε σ’ ένα μαύρο κουτί, σφραγίστηκε με τον τίτλο “απωθημένο” και χαντακώθηκε στα βάθη του μυαλού τους.

Όλα είχαν τελειώσει μέσα του για εκείνη, όλα είχαν τελειώσει μέσα της για εκείνον. Δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να ανατρέψει τα κουτάκια τους. Δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να απειλήσει τη ρουτίνα τους. Χαμογελαστά σίγουροι ήταν κι οι δυο μ’ αυτές τις σκέψεις. Είχαν νικήσει! Η λογική τους, νίκησε κατά κράτος το συναίσθημα.

Χαμογελαστά σίγουροι ήταν κι οι δυο, όταν έπεσαν τυχαία ο ένας πάνω στον άλλον, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την πρώτη τους γνωριμία. Χαμογελαστά σίγουροι, πριν τα βλέμματά τους συναντηθούν για μία ακόμη φορά, δευτερόλεπτα πριν αρχίσουν οι πάγοι τους να λιώνουν…

Κική Γιοβανοπούλου

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading