Η θεία μου είναι μικρόσωμη. Ίσως ο πιο μικρόσωμος άνθρωπος που ξέρω. Ένα ξωτικό, 1,50 το πολύ, με τα χέρια στην ανάταση, με καστανά κοντά μαλλιά, πέντε τρίχες που ανεμίζουν στον αέρα και που πάντα τα χτενίζει σχολαστικά, για να πετάνε πάλι μετά από λίγο (ένα ακόμη κοινό μεταξύ μας). Λεπτή, αλλά με στήθος τόσο μεγάλο, που πάντα απορούσα πως δεν πέφτει κάτω από το βάρος.
Από μικρή την έβλεπα σαν δεύτερη μάνα μου. Για μένα η παρουσία της ήταν τόσο φυσική, όσο ο αέρας που αναπνέω. Μια σταθερή μορφή, με την οποία είχα πιο πολλά κοινά στοιχεία από όσα είχα με την ίδια μου την μάνα. Η εμμονή μας με την σοκολάτα, που έφτανε σε βαθμό ψύχωσης (μέχρι σήμερα, προτιμάμε να φάμε γλυκό παρά φαγητό), οι διάφορες μικροφοβίες που έχω, όλες ξεπατικωμένες από εκείνη. Η μάνα μου μου έλεγε, πολύ συχνά “ίδια η θειά σου, λες και σ’ έφτυσε στο στόμα”.
Η μάνα μου με την θεία μου ήταν πολύ δεμένες, είχαν το είδος της σχέσης, που σε κάνει να εύχεσαι να είχες μια αδερφή. Εγώ έχω αδερφό, αλλά δεν είναι το ίδιο. Όταν ήμουν μικρή, δεν μπορούσαμε να κάνουμε παρέα, γιατί εκείνος ήταν μεγαλύτερος και ήταν πολύ “κουλ” για μένα. Τώρα που είμαστε και οι δυο πιο μεγάλοι, κάνουμε καλή παρέα, όμως δεν μπορώ παρά να σκέφτομαι ότι αν είχα μια αδερφή, θα είχα μια έμπιστη φίλη για πάντα. Μια σύμμαχο που θα είχε πάντα τα νώτα μου και θα κάναμε μαζί διάφορα, από ψώνια, μέχρι κουτσομπολιό για τους πάντες και τα πάντα.
Όταν έχασα τον πατέρα μου από καρκίνο στο συκώτι, ξεκίνησε ένας μαραθώνιος πένθους, αγωνίας και φόβου. Η σειρά της μάνας μου να αρρωστήσει. Καρκίνος του τραχήλου της μήτρας.
Και ποια ήταν η θέση του σογιού σε όλα αυτά; Στην αρχή, η κλασική. Μνημόσυνα, κάποιες επισκέψεις και τηλέφωνα. Μετά τίποτα. Εξαφανιζόλ. Ειδικά το σόι του πατέρα μου, μετά τον θάνατό του, ήταν σαν να μας ξέγραψε από τα κατάστιχά του. Εκεί που ήταν κάθε μέρα στο σπίτι, κατσικωμένοι, ανεξάρτητα από το αν θέλαμε να κοιμηθούμε, να φάμε ή να κυκλοφορήσουμε γυμνοί, μας έφτυσε βασιλικά. Τα ποντίκια όχι απλά είχαν εγκαταλείψει το πλοίο, αλλά είχαν ήδη φτάσει στην απέναντι στεριά.
Εκτός από την θεία μου και την οικογένειά της. Η θεία μου, που είναι υποχόνδρια μέχρι αηδίας, που σιχαίνεται τα νοσοκομεία, τα μικρόβια και γενικά τα πάντα, δεν έχασε ποτέ καμία χημειοθεραπεία της αδερφής της, πάντα μαζί μας πρώτη πρώτη, με μια πλαστική σακούλα, στην οποία επιμένει να βάζει τα πράγματα της, (παρόλο που έχει πολλές τσάντες), άφηνε το σπίτι της και τους δικούς της για να είναι δίπλα μας. Η μία μου ξαδέρφη μας φιλοξενούσε πάντα, όταν πηγαίναμε για την θεραπεία. Η δεύτερη, μας πήγαινε κάθε μέρα για τις ακτινοθεραπείες, αφήνοντας δουλειά, άντρα και παιδί. Η μάνα μου, λίγο πριν πεθάνει, μου είπε” Βλέπεις τι κάνουν για μας; Κι εσύ πάντα να είσαι εκεί για αυτές.”
Υπήρξαν στιγμές μεγάλης έντασης, στις οποίες ξεσπούσα στην θεία μου, όχι για συγκεκριμένο λόγο, αλλά επειδή ήμουν τρελαμένη από τον φόβο για τα αποτελέσματα των εξετάσεων, για το μέλλον που φαινόταν να πηγαίνει με αδίστακτη ταχύτητα προς το αναπόφευκτο τέλος. Οι καυγάδες μας ποτέ δεν κρατούσαν πολύ, ακριβώς όπως οι καυγάδες ανάμεσα σε μάνα και κόρη. Η θεία μου δεν ξέρει να κρατάει κακία, είναι σαν να γεννήθηκε χωρίς αυτήν την λέξη γραμμένη στο dna της.
Είναι μέχρι σήμερα ο βράχος μου, το πρόσωπο που μου έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτομαι “οικογένειά”. Γι’ αυτό καμιά φορά τρέμω στην σκέψη ότι μπορεί να της συμβεί κάτι. Και χαμογελάω όταν γκρινιάζει και μου λέει να “βρω επιτέλους ένα καλό παιδί, να μην είμαι μόνη μου”. Είναι η γέφυρά μου με τις ρίζες μου, με την οικογένεια που μου απέμεινε.
Αγαπούσα τους γονείς μου πάρα πολύ. Τους σκέφτομαι κάθε μέρα και πάντα θα μου λείπουν. Κάποιες φορές, μουδιάζω, όταν σκέφτομαι ότι είναι νεκροί, αν και έχουν περάσει χρόνια. Όμως, όταν βρίσκομαι με την θεία μου, τον θείο και τις ξαδέρφες μου, όταν καθόμαστε όλοι μαζί γύρω από το τραπέζι, όταν τρώμε και βλέπω τα ανίψια μου να χορεύουν και να γελάνε, αισθάνομαι άπειρα ευγνώμων επειδή μέσα από τις απώλειες και τα δάκρυα, κέρδισα μια ευκαιρία για δεύτερη οικογένεια, κάτι που πολύ λίγοι έχουν.
Η θεία μου είναι μικρόσωμη, ο πιο μικρόσωμος άνθρωπος που ξέρω. Όμως, σε όλα τα πράγματα που μετράνε, αν και μοιάζει με ποντικάκι, όταν δεις την σκιά της, θα δεις ότι τόση ώρα έβλεπες λάθος, ήταν πάντα λιοντάρι.
Παναγιώτα Σούρλα
2 απαντήσεις στο “Της μάνας μου η αδερφή, δύο φορές μαμά μου”
Μακάρι να έχεις μια θεία που θα συμπαρασταθεί χωρίς να σου το λέει με κάθε ευκαιρία για το υπόλοιπο της ζωής της!!!
Έχω βιώσει αντίστοιχη ιστορία με τους γονείς μου, αλλά πρώτα έφυγε η μαμά μου κ μετά από μπαμπάς μου αλλά η θεία μου ( η αδερφή της μαμάς μου) κοίταξε κ τον μπαμπά μου, μόνο αυτή κανένας άλλος ούτε καν το ίδιο του το σόι.. Νιώθω κ εγώ τυχερή που την έχω… Δεν είναι 1,50 αλλά φασαριοζα αλλά ήταν εκεί πάντα με ένα τηλ…