,

Το χρέος

Ο Παύλος ζούσε χάρη στον Πέτρο. Και τα ονόματά τους ακόμα πήγαιναν πακέτο. Μέσα τους κυλούσε το ίδιο αίμα, όχι λόγω συγγενικών δεσμών αλλά λόγω μετάγγισης. Εκτός από κολλητοί φίλοι από το δημοτικό, είχαν όλως τυχαίως την ίδια σπάνια ομάδα αίματος. Μετά από το σοβαρό τροχαίο που παρ’ ολίγον να στοίχιζε τη ζωή του Παύλου, ο κολλητός του ο  Πέτρος έγινε και σωτήρας του.

«Μάγκα, ξέρεις τι λένε. Όταν σώζεις τη ζωή κάποιου, είσαι υπεύθυνος γι’ αυτή».

«Ναι ρε, λες και είναι η πρώτη φορά που σε γλιτώνω. Ξέχασες στην Πέμπτη δημοτικού που σου την έπεσε μια συμμορία από τη διπλανή τάξη για να σου πάρει το κολατσιό; Και τότε εγώ μπήκα στη μέση και τους πλάκωσα»

«Σωτήρα μου εσύ! Χωρίς πλάκα ρε, σε ευχαριστώ. Σου χρωστώ τη ζωή μου».

Άραγε θα  χρωστούσε για πάντα ευγνωμοσύνη ο Παύλος στον Πέτρο;

Η ανάρρωση του Παύλου πήρε καιρό. Μέρα με τη μέρα βέβαια ανακτούσε τις δυνάμεις του και γινόταν όλο και πιο δυνατός. Συμπαραστάτης ο φίλος του ο Πέτρος. Στην αρχή τον επισκεπτόταν σε καθημερινή βάση. Οι επισκέψεις με τον καιρό αραίωναν και λόγω κορονοϊού, μέχρι που η επικοινωνία γινόταν στο τέλος μέσω των social media.

«Τι έγινε ρε μεγάλε; Μαύρα μάτια κάναμε να σε δούμε», του παραπονέθηκε ο Παύλος.

«Φίλε περνάω αύριο από το σπίτι και τα λέμε από κοντά. Εμβολιάστηκα. Θα φοράω και μάσκα. Μην ανησυχείς.», απάντησε ο Πέτρος.

«Το έχω βαρεθεί το σπίτι. Τα λέμε στο στέκι μας στις 7:00»

«Κάνει να βγεις; Μήπως είναι νωρίς ακόμα;»

«Φίλε έχεις χάσει επεισόδια! Βγαίνω εδώ και δέκα μέρες τώρα! Ε, αν δε χανόσουνα…»

«Φίλε εσύ να δεις επεισόδια που έχεις χάσει! Οκ ρε, τα λέμε από κοντά».

Τα συναρπαστικά νέα του Πέτρου ήταν η γνωριμία του με τη Μαρίνα και η απόφασή του να της κάνει πρόταση γάμου. Ο Πέτρος ήταν το κλασικό καλό παιδί, πολύ ευγενικός, καλλιεργημένος με τρόπους και διακριτικότητα. Γινόταν θυσία για τους άλλους. Το είχε αποδείξει εξάλλου. Πως τακίμιασε με τον ατίθασο, λίγο άξεστο και επιπόλαιο Παύλο, ήταν άξιο απορίας. Μπορεί να τους τράβηξε το σπάνιο αίμα τους! Μπορεί πάλι η κοινή τους αγάπη για το ποδόσφαιρο και η έντονη αντιπάθεια προς τη δασκάλα της 3ης δημοτικού, που όλο τους έβαζε τιμωρία με υπαιτιότητα πάντα του Παύλου. Ό,τι και να ήταν, τους έκανε να είναι αχώριστοι από τα  μαθητικά τους χρόνια έως και σήμερα, που είχαν πια περάσει τα τριάντα. Το σοβαρό ατύχημα του Παύλου και η συνακόλουθη πανδημία συνέπεσαν χρονικά με τη γνωριμία του Πέτρου με την καινούργια συνάδελφο.

Η Μαρίνα είχε έρθει με μετάθεση. Ήταν μόνη για πάνω από δύο χρόνια. Ήταν ένα έξυπνο και ευαίσθητο κορίτσι που έκανε λάθος επιλογές στους άντρες. Καθώς τα αντίθετα έλκονται, η Μαρίνα πάντα γοητευόταν από άντρες λαμόγια που της έβγαζαν κάτι πρωτόγονο. Η κτητικότητα και η παθολογική ζήλια του τελευταίου της δεσμού όμως, την ανάγκασαν να ζητήσει ασφαλιστικά μέτρα και μετάθεση, καθώς η βιαιότητά του την είχε ήδη στείλει στο νοσοκομείο μία φορά. Έτσι, έφυγε από την επαρχιακή της πόλη και μετακόμισε στην χαώδη και απρόσωπη Αθήνα, κοντά στον αδελφό της, το μεγαλογιατρό.  Η Μαρίνα ήταν πολύ επιφυλακτική πλέον με τους άντρες και είχε αποφύγει τη σύναψη κάποιας σχέσης. Αν ποτέ έκανε ξανά σοβαρή σχέση, τέρμα τα κακά παιδιά, είχε υποσχεθεί στον εαυτό της.

Τον Πέτρο τον ξεχώρισε από την πρώτη μέρα. Εκτιμώντας τον ακέραιο χαρακτήρα του, όπως τον βίωνε στην επαγγελματική τους σχέση, αποφάσισε να τον γνωρίσει και σε προσωπικό επίπεδο. Δεν άργησαν να έρθουν κοντά. Εκείνος την ερωτεύτηκε με τη μία. Η Μαρίνα δεν ήταν απλώς μια συμπαθητική κοπέλα, ήταν μια εντυπωσιακή γυναίκα. Δεν διέθετε έπαρση και αλαζονεία, ήταν  χαμηλών τόνων. Γνώριζε ωστόσο την αξία της και την απήχηση που είχε. Δυστυχώς όμως όλες της οι επιλογές την είχαν πληγώσει. Τώρα πια αποζητούσε έναν καλό άνθρωπο να φτιάξει τη ζωή της, να κάνει οικογένεια και να ζήσει ήρεμα. Και ο άνθρωπος αυτός ήταν μπροστά της, ήταν ο Πέτρος. Δεν ένιωσε κανένα φοβερό καρδιοχτύπι, ένιωσε όμως συμπάθεια, συναισθηματική ασφάλεια, τρυφερότητα και κατανόηση. Ήταν βέβαιη πως όλα αυτά τα συναισθήματα με τον καιρό θα μετουσιώνονταν σε αγάπη. Πόση ανάγκη αλήθεια την είχε αυτή την ειλικρινή, την πραγματική συντροφική αγάπη! Να έβρισκε έναν άντρα τρυφερό και ευαίσθητο που δεν θα έμενε στην εικόνα αλλά θα νοιαζόταν να γνωρίσει την πραγματική Μαρίνα.

Ο Πέτρος που μοιραζόταν τα πάντα με τον Παύλο, αυτή τη φορά αποφάσισε να μη του μιλήσει για τα αισθηματικά του. Ο Παύλος ήταν μήνες στο κρεβάτι του πόνου. Δεν μπορούσε να βγει, να φλερτάρει, να διασκεδάσει. Μόνιμη κοπέλα δεν είχε και οι περιστασιακές του σχέσεις δεν έδειξαν και πολύ ενδιαφέρον για εκείνον μετά το ατύχημα. Η ανημπόρια του τού δημιούργησε μία ελαφρά κατάθλιψη και αποτέλεσε την αιτία μιας βαθιάς ενδοσκόπησης και αναθεώρησης του επιπόλαιου και ρηχού τρόπου ζωής του. Στόχους υψηλούς δεν είχε. Η οικονομική άνεση της οικογένειάς του και η αδυναμία που του είχαν, καθώς ήταν μοναχοπαίδι, του επέτρεπε να  ζει άνετα χωρίς άγχος. Η φυσική του ομορφιά και το καλογυμνασμένο του κορμί του επέτρεπαν να κατακτά όποια γυναίκα ήθελε. Η επαγγελματική ανέλιξη και η δημιουργία οικογένειας βρίσκονταν πολύ χαμηλά στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων του. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να περνάει καλά με τις παρέες του. Βέβαια, η δοκιμασία αυτή τον αφύπνισε.

Το γύρισμα της πλάτης από τους δήθεν φίλους μπορούσε να το αντέξει. Αλλά να χαθεί τόσο καιρό ο αδελφικός του φίλος, ο σωτήρας του, ο πραγματικός κολλητός του, ήταν κάτι που δεν μπορούσε να διαχειριστεί. Βέβαια, καταλάβαινε την επιφυλακτικότητα του Πέτρου και ήξερε ότι ήθελε να τον προστατέψει μένοντας μακριά λόγω των συνθηκών. Ο Παύλος ανήκε σε ευπαθή ομάδα μετά την περιπέτεια της υγείας του και το τελευταίο που χρειαζόταν ο οργανισμός του ήταν έναν επικίνδυνο ιό. Το ένστικτό του τού έλεγε, όμως, ότι παράλληλα συνέβαινε και κάτι άλλο με τον Πέτρο. Θα μάθαινε στην αποψινή τους συνάντηση.

Η συνάντηση τελικά δεν έγινε στο γνωστό τους στέκι.

«Τον μαλάκα, θα το ξέχασε», μουρμούραγε την ώρα που τον καλούσε στο τηλέφωνο. Ο Πέτρος ήταν τυπικότατος. Αν αργούσε έστω και πέντε λεπτά, πάντα θα ειδοποιούσε. Δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Το είχε ξεχάσει!

Το τηλέφωνο καλούσε επίμονα χωρίς απάντηση. Ο Παύλος επέμενε αρκετά εκνευρισμένος. Τελικά κάποιος το σήκωσε, μόνο που δεν ήταν ο Πέτρος. Ήταν η Μαρίνα που με τρεμάμενη φωνή και κλαίγοντας τον ενημέρωσε ότι ο φίλος του είχε μαχαιρωθεί. Ο Παύλος έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του. Καταρχάς, δεν είχε ιδέα ποια ήταν αυτή στο τηλέφωνο και τι σχέση είχε με τον φίλο του. Δεύτερον, δεν μπορούσε από τα ακατάληπτα λόγια αυτής της γυναίκας να καταλάβει τις λεπτομέρειες του συμβάντος. Με τα πολλά κατάφερε να μάθει το νοσοκομείο που βρισκόταν. Η οικογένεια του Πέτρου είχε πλήρη άγνοια για το περιστατικό. Ενημερώθηκαν από τον Παύλο.

Η μαχαιριά τον βρήκε πολύ κοντά στην καρδιά. Προοριζόταν για τη Μαρίνα. Ο πρώην της κατάφερε να τη βρει. Η Μαρίνα ήταν μαζί με τον Πέτρο χέρι-χέρι. Μόλις είχαν σχολάσει από τη δουλειά και πήγαιναν για μεσημεριανό φαγητό. Εκείνος μόλις την είδε με άλλον άντρα εξοργίστηκε. Πήρε φόρα και όρμησε καταπάνω της σαν άγριο θηρίο. Ο Πέτρος ακαριαία μπήκε μπροστά στην κοπέλα του για να την  προστατέψει και ‘έφαγε’ τη μαχαιριά. Επικράτησε πανικός, ουρλιαχτά. Ο δράστης τράπηκε σε φυγή.

Ο Παύλος έδωσε αίμα για το φίλο του. Ήταν σειρά του να τον σώσει. Τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά.  Ήταν θέμα ζωής και θανάτου. Η μητέρα του Πέτρου έκλαιγε απαρηγόρητη, ο πατέρας του αμίλητος. Τον Παύλο τον έτρωγε να μάθει για το ρόλο της γυναίκας που σήκωσε το τηλέφωνο. Ο αδελφός του Πέτρου μέσες – άκρες ήξερε για την Μαρίνα. Την είχε φέρει κάνα δυο φορές στο σπίτι και το πήγαιναν σοβαρά απ’ ό,τι είχε καταλάβει. Ο αδελφός του ήταν δώδεκα χρόνια μικρότερος και δεν είχαν έρθει ακόμα πολύ κοντά τα δυο αδέλφια. Ο μικρός ήταν φοιτητής και σε άλλη φάση της ζωής του. Δεν συζητούσαν με τον Πέτρο.

«Και πού είναι τώρα αυτή η Μαρίνα; Γιατί δεν έχει εμφανιστεί;», ρωτούσε επίμονα και ανήσυχα ο Παύλος.

«Δίνει κατάθεση. Ο πρώην της το έκανε», απάντησε ο αδελφός του Πέτρου.

Που πήγες και έμπλεξες ρε Πέτρο; σκέφτηκε από μέσα του ο Παύλος.

«Καλησπέρα σας και περαστικά. Λέγομαι Αριστοτέλης Λόντος. Είμαι ο αδελφός της Μαρίνας. Θα συμμετέχω στο χειρουργείο. Θα σας κρατάμε συνεχώς ενήμερους».

Ο Αριστοτέλης Λόντος ήταν πασίγνωστος. Είχε χειρουργήσει τον πρωθυπουργό πριν μερικούς μήνες. Εκτός της άρτιας επιστημονικής του κατάρτισης, ήταν ένας πολύ γοητευτικός άντρας, κοσμοπολίτης που απασχολούσε κατά καιρούς τα lifestyle περιοδικά. Αναλάμβανε τις δύσκολες επεμβάσεις. Εργαζόταν σε ιδιωτική κλινική και φυσικά, λόγω της Μαρίνας και μόνο βρισκόταν αυτή τη στιγμή εκεί, δίνοντας πραγματική μάχη να σώσει τον Πέτρο.

Βγαίνοντας ο Παύλος να κάνει ένα τσιγάρο, την είδε να έρχεται. Έμοιαζε πολύ με τον αδελφό της. Η καταβεβλημένη της όψη δεν ήταν ικανή να επισκιάσει την φυσική ομορφιά και την αρχοντιά αυτής της γυναίκας. Ο καθένας θα μπορούσε να φάει μαχαιριά και σφαίρα και ανελέητο ξύλο για χάρη της. Ακόμα και ο πιο ορκισμένος εργένης ήταν ικανός να απαρνηθεί την ελευθερία του και να φυλακιστεί στα δεσμά της αγκαλιάς της. Κι εκείνη, μέσα στον πόνο της, τον πρόσεξε αμέσως. Εξωτερικά τουλάχιστον, ήταν ο τύπος του άντρα που την προσέλκυε ερωτικά. Αυτή η ματιά του, την κάρφωσε σαν το μαχαίρι του πρώην εραστή της. Μόνο που η ‘μαχαιριά’ αυτή την πέτυχε. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος, με την πρώτη ματιά. Ένας έρωτας απαγορευμένος, ανήθικος, κατακριτέος…

Πλησιάζοντάς τον, το έρεβος των κατάμαυρων αμυγδαλωτών ματιών της χάθηκε στις φουρτουνιασμένες θάλασσες των καταγάλανων ματιών του Παύλου.

Αρκετές φουρτούνες είχε βιώσει και είχε προκαλέσει η Μαρίνα. Μέσα σε αυτό το νοσοκομείο χαροπάλευε ο σωτήρας της, το απάγκιο της ψυχής της, το ήρεμο λιμανάκι που είχε τάξει στον εαυτό της, αυτό που της άξιζε, αυτό που νόμιζε ότι είχε ανάγκη. Εξάλλου αυτός ο άντρας που την κάρφωνε με την διεισδυτική ματιά του δεν ήταν οποιοσδήποτε άντρας. Ήταν ο επιστήθιος φίλος του Πέτρου. Μπορεί αυτός μέχρι σήμερα να μην γνώριζε την ύπαρξή της, εκείνη όμως ήξερε γι’ αυτόν. Την είχε γοητεύσει από τις φωτογραφίες που είχε δει, αλλά τον αδικούσαν σε σχέση με την πραγματική του γοητεία. Είχε πληροφορηθεί για τον άσωτο βίο του Παύλου και αυτό την ερέθιζε ακόμα περισσότερο. Κλασικό κακό παιδί, από εκείνα που την τραβούσαν μια ζωή.

Μάλωσε τον εαυτό της. Ο Πέτρος ήταν έτοιμος να δώσει τη ζωή του για εκείνη ενώ ερωτοτροπούσε εγκεφαλικά με τον καλύτερό του φίλο. Ακριβώς μετά την απόπειρα, με τις λίγες δυνάμεις που του είχανε μείνει, ο Πέτρος έβγαλε ένα μονόπετρο από την τσέπη του σακακιού του και της ζήτησε να γίνει γυναίκα του. Ο σκοπός του ήταν να γίνει επισήμως η πρόταση γάμου την επόμενη ημέρα, αλλά τους πρόλαβαν τα γεγονότα. Στη συνάντηση με τον Παύλο θα του ζητούσε να γίνει ο κουμπάρος. Η Μαρίνα δέχτηκε την πρόταση. Τώρα, μόλις συνειδητοποιούσε ότι αυτός ο άνθρωπος που πάλευε να κρατηθεί στη ζωή ήταν ο αρραβωνιαστικός της! Βέβαια ήταν σε δίλημμα αν το «Ναι» στην  απρόσμενη πρόταση γάμου το εκστόμισε η καρδιά της ή η συνείδησή της. Είχε την επιθυμία να παντρευτεί τον Πέτρο ή χρέος να το κάνει επειδή την έσωσε;

Ο Παύλος ρώτησε τον εαυτό του αν το δικό του χρέος του απέναντι στον Πέτρο θα τον εμπόδιζε να διεκδικήσει αυτή τη γυναίκα. Ποιο χρέος εξάλλου; Τώρα ήταν πάτσι κι εκείνος έδωσε αίμα για να τον σώσει. Ο Παύλος δεν είχε τέτοιους ηθικούς φραγμούς και αναστολές. Ήταν αδίστακτος, πάντα κυνηγούσε και κατακτούσε αυτό που ήθελε. Πίστευε ότι ο Πέτρος δεν είχε παρουσιάσει τη Μαρίνα και την κρατούσε κρυφή λόγω ανασφάλειας. Ούτως ή άλλως δεν θα ήταν η πρώτη φορά που θα του “έτρωγε” την γκόμενα.

Η Μαρίνα έκανε τη δική της ενδοσκόπηση…

Μακάρι να ζήσει και να είναι καλά ο άνθρωπος. Γερός και δυνατός. Γιατί όμως έχω χρέος να τον παντρευτώ; Το χρέος μου το ξεπλήρωσα, του έφερα τον καλύτερο χειρουργό. Γιατί να είμαι κοντά του από υποχρέωση αν δεν είμαι ερωτευμένη μαζί του; μονολόγησε από μέσα της η Μαρίνα.

Ο Παύλος και η Μαρίνα δεν συστήθηκαν. Ανέβηκαν αμίλητοι μέχρι το χειρουργείο. Τα μάτια τους, καθ’ υπαγόρευση της ψυχής τους, είχαν φλυαρήσει αρκετά. Όλα αυτά τα διλήμματα περί χρέους ήταν πλέον περιττά.

Ο επικεφαλής χειρουργός, μόλις τους είχε ενημερώσει, ότι ο Πέτρος… δεν τα κατάφερε τελικά.

Αναστασία Λαζαράκη

Μία απάντηση στο “Το χρέος”

  1. Το ηθικό δίδαγμα που βγαίνει από την ιστορία ισχύει και εδώ και ανά τους αιώνες: οι επιλογές του καθενός του δίνουν την ανάλογη ποιότητα ζωής! Η Μαρίνα και η κάθε Μαρίνα, όπως και ο κάθε άντρας φυσικά, όταν διαρκώς διαλέγει τα ίδια σκουλήκια για σύντροφο ζωής είναι άξιος της μοίρας του! Και ότι παθαίνει καλά το παθαίνει, το αξίζει. Όταν λοιπόν διαλέγεις το ίδιο είδος “κακοποιού” δεν σου φταίνε οι γυναίκες ή οι άντρες. Δεν “χάλασαν” όπως συνηθίζουν να λένε. Η πυξίδα τους, τούς οδηγεί στον ίδιο τύπο κακοποιού. Μπράβο Αναστασία! Καλογραμμένο και μεστό. Συνέχισε!

Απάντηση


%d