,

Το καράβι με το σπασμένο κατάρτι

Κάθε απόγευμα, ο μηχανικός τριγυρνούσε στο μεγάλο λιμάνι με τα ολοκαίνουρια καράβια. Τα καράβια αυτά ήταν εμπορικά. Τα είχαν φέρει από το ανατολικό μέρος της χώρας και τώρα λικνίζονταν με χάρη πάνω στα αστραφτερά νερά του λιμανιού. Μα όχι για πολύ. Σύντομα θα άρχιζαν να ταξιδεύουν σε μακρινές χώρες κι ήταν πολύ ανυπόμονα μα και χαρούμενα για αυτό.

Ανάμεσα στα άλλα καράβια, υπήρχε και ένα που είχε μια σημαντική διαφορά. Παρά το ότι η κατασκευή του ολοκληρώθηκε πριν λίγες μέρες, το μεσαίο κατάρτι του ήταν σπασμένο. Κι ενώ λαμποκοπούσε κάτω από το φως του ήλιου, τα άλλα καράβια, όταν πρόσεξαν ότι είχε κάτι διαφορετικό από εκείνα, άρχισαν αμέσως να κάνουν διάφορα σχόλια, όχι και τόσο κολακευτικά.

«Για κοιτάξτε!» είπε κάποιο καράβι. «Το μεσιανό του κατάρτι είναι σπασμένο και θα το χαρακτήριζα θαύμα αν κατάφερνε να βγει από το λιμάνι».

«Μα και να βγει» είπε κάποιο άλλο «δεν θα πάει και πολύ μακριά».

«Πολύ αμφιβάλλω» παρατήρησε το πρώτο καράβι «αν βρεθεί καπετάνιος που να θέλει να κυβερνήσει ένα καράβι δίχως κατάρτι».

«Ούτε ναύτες θα βρεθούν» φώναξαν τέλος, όλα μαζί τα υπόλοιπα καράβια.

Ο μηχανικός απογοητευόταν πολύ, γιατί ήλπιζε ότι θα μπορούσαν τα άλλα καράβια να δεχτούν τη διαφορετικότητα, αλλά, απ’ ό,τι έβλεπε, μάλλον είχε κάνει λάθος.

Το δε καράβι με το σπασμένο κατάρτι δεν καταλάβαινε πώς μια διαφορά κατάφερε να προκαλέσει τόσα δυσάρεστα σχόλια σε βάρος του. Τα άλλα καράβια θα έπρεπε να επικεντρώνονταν το καθένα στον εαυτό του και στο μακρινό ταξίδι που θα έκαναν. Θα κατάφερναν να μεταφέρουν τα εμπορεύματα με ασφάλεια και να τα παραδώσουν στη χώρα που έπρεπε τον καθορισμένο χρόνο; Μα τα καράβια ήταν τόσο σίγουρα για τον εαυτό τους, που δεν το έκριναν απαραίτητο να ασχοληθούν με τέτοια ζητήματα. Αντί αυτού, προτίμησαν να ψάξουν και να βρουν τη διαφορά του συντρόφου τους, που θα τον έκανε να αποτύχει από το πρώτο κιόλας ταξίδι. Όμως δεν ήταν έτσι. Η διαφορά που είχε το συγκεκριμένο καράβι δεν σήμαινε ότι του ήταν αδύνατον να αναλάβει τη μεταφορά των εμπορευμάτων. Το καράβι το ήξερε ότι ήταν διαφορετικό από τα άλλα καράβια, μα είχε κάθε δικαίωμα να θέλει να ταξιδέψει. Άλλωστε, για αυτό το λόγο είχε κατασκευαστεί.

Το καράβι με το σπασμένο κατάρτι σκεφτόταν να κάνει την παρατήρηση στα άλλα καράβια, που τόσο απερίσκεπτα το είχαν κρίνει. Αλλά δεν το έκανε, επειδή, εκείνη τη στιγμή, μεγάλη κίνηση σημειώθηκε στο λιμάνι. Είχαν φτάσει οι έμποροι με τα εμπορεύματά τους και οι καπετάνιοι, οι οποίοι έδιναν εντολές να μεταφερθούν τα εμπορεύματα στα καράβια. Σε λίγη ώρα, διάφορα μικρά και μεγάλα ξύλινα κιβώτια ήταν στοιβαγμένα σε κάθε κατάστρωμα. Αλλά δεν έμειναν εκεί για πολύ. Ύστερα από μερικά λεπτά της ώρας, όλα τα κιβώτια είχαν τοποθετηθεί με τη σειρά μέσα στα μεγάλα αμπάρια. Κατόπιν, οι ναύτες καταπιάστηκαν με τις τελευταίες προετοιμασίες της αναχώρησης.

Σε δυο ώρες, όλα ήταν έτοιμα για τη μεγάλη αναχώρηση. Ο κάθε καπετάνιος είχε πάρει τη θέση του στο αντίστοιχο καράβι και οι ναύτες είχαν κάνει το ίδιο. Τα πανιά είχαν σηκωθεί και τώρα τα καράβια περίμεναν τον άνεμο που τον είχαν καλέσει να έρθει και να τα βοηθήσει να βγουν από το λιμάνι. Και ήταν τόσο σίγουρα ότι ο άνεμος θα ερχόταν στην ώρα του, ώστε, μην έχοντας κάτι άλλο να κάνουν μέχρι να έρθει ο χρήσιμος καλεσμένος τους, άρχισαν να κρυφογελούν ρίχνοντας λοξές ματιές στο καράβι με το σπασμένο κατάρτι, αφού τώρα αισθάνονταν δικαιωμένα για τα όσα είχαν πει νωρίτερα.

Πραγματικά, το καράβι με το σπασμένο κατάρτι ήταν ακόμα μόνο του. Χωρίς ναύτες, χωρίς καν έναν καπετάνιο για να το κυβερνήσει και να το οδηγήσει στον προορισμό του. Ένας έμπορος μονάχα είχε φτάσει μαζί με τα εμπορεύματά του, τα οποία θα εμπιστευόταν στο καράβι με το σπασμένο κατάρτι και κοιτούσε συνεχώς ολόγυρά του, μήπως εντοπίσει τον κατάλληλο καπετάνιο.

Ο μηχανικός, που ήθελε να αποδείξει ότι το δημιούργημά του ήταν λειτουργικό, κερδίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη των υπολοίπων, έβλεπε το όνειρό του να ναυαγεί και σκεφτόταν ότι το καράβι θα τον μισούσε επειδή το είχε φτιάξει έτσι.

Όμως, το καράβι αισθανόταν ένοχο για την ανησυχία κι ίσως τη θλίψη του εμπόρου, αλλά και του δημιουργού του. Αμφότεροι ήθελαν να βρουν έναν καπετάνιο, μα δεν τα κατάφερναν εξαιτίας της διαφοράς που είχε το καράβι. Όμως, δεν έφταιγε αυτό. Αυτό θα ήθελε να ήταν ίδιο με τα άλλα καράβια. Μα δεν ήταν. Είχε μια διαφορά που το έκανε να ξεχωρίζει και γινόταν συχνά η αιτία για πολλά δεινά. Όπως τώρα, που είχε απομείνει μόνο του, χωρίς καπετάνιο και χωρίς ναύτες. Η διαφορά του τους τρόμαζε όλους. Τρόμαζαν στη θέα του σπασμένου καταρτιού και θεωρούσαν ότι αυτό το καράβι θα αδυνατούσε να ταξιδέψει στον ωκεανό. Όμως, άξιζε μια ευκαιρία να αποδείξει ότι κάτι άξιζε κι αυτό.

Ο έμπορος παρέμενε απελπισμένος, αφού δεν είχε καταφέρει ακόμα να βρει τον καπετάνιο που θα έδινε στο καράβι την ευκαιρία που λαχταρούσε. Τόσο δύσκολο ήταν πια να θελήσει κάποιος να το οδηγήσει στον προορισμό του;

Ξαφνικά, όλα άλλαξαν ευθύς μόλις ο έμπορος αντίκρισε τον μηχανικό. Το πρόσωπό του φωτίστηκε κι αφού τον πλησίασε, του είπε «Δεν μπορώ να βρω έναν καπετάνιο που να θέλει να κυβερνήσει τούτο το καράβι και πολύ φοβάμαι ότι θα μείνει για πάντα αγκυροβολημένο στο λιμάνι, εκτός κι αν δεχτείς εσύ να το κυβερνήσεις».

«Δεν ξέρω αν τα καταφέρω. Εγώ είμαι απλά ένας μηχανικός» είπε τότε εκείνος, που δεν είχε σκεφτεί καν να το οδηγήσει ο ίδιος.

«Θα τα καταφέρεις» αρκέστηκε να πει ο έμπορος και του έσφιξε το χέρι.

Η αλήθεια ήταν ότι ο μηχανικός δεν ήταν και τόσο ικανός όσο θα ήταν ένας καπετάνιος και θα δυσκολευόταν πολύ να κυβερνήσει το καράβι. Ούτε έμπορος ήταν, αφού δεν είχε ξανακάνει ποτέ κάτι τέτοιο στην ζωή του. Και τότε, άρχισε να μετανιώνει που ουσιαστικά δέχτηκε να αναλάβει ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα, χωρίς πρώτα να αναλογιστεί τις ευθύνες, αλλά και τους κινδύνους που ενδεχομένως να αντιμετώπιζε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Τόσα πράγματα μπορούσαν να πάνε στραβά. Τι θα έκανε αν ξεσπούσε δυνατός άνεμος που θα σήκωνε τεράστια κύματα, ικανά να αναποδογυρίσουν το καράβι; Κι αν έσπαζαν και τα άλλα κατάρτια; Ή αν το καράβι πάθαινε καμιά άλλη ζημιά που ο ίδιος δεν μπορούσε να φανταστεί; Θα έμενε αβοήθητος καταμεσής στον ωκεανό. Όλα αυτά τον έκαναν να θέλει να παρατήσει το καράβι στη μοίρα του, κάνοντας έτσι και τον έμπορο δυστυχισμένο.

Όμως, από την άλλη πλευρά, ήθελε να βοηθήσει τούτο το διαφορετικό καράβι, αφού έτσι θα βοηθούσε και τον εαυτό του. Άλλωστε, ήταν δικό του δημιούργημα. Σε όλη του την ζωή, δεν είχε κάνει κάτι σημαντικό και ζούσε χωρίς σκοπό. Είχε αποτύχει πολλές φορές πάνω στη δουλειά του και γι’ αυτό τον είχαν απομακρύνει οι άλλοι κάτοικοι και οι συνάδελφοί του. Μα τώρα, του δινόταν η ευκαιρία που ζητούσε. Ένα καράβι θα ξανοιγόταν για πρώτη φορά στον ωκεανό κι αυτός θα ήταν που θα το είχε οδηγήσει σε τούτο το αλησμόνητο ταξίδι. Η αλήθεια ήταν πως δεν θα έδινε μονάχα αυτός στο καράβι την ευκαιρία που ζητούσε, μα κι εκείνο στον μηχανικό. Πώς; Μα αφήνοντάς τον να το κυβερνήσει. Κι έτσι, θα έδειχνε πρώτα στον εαυτό του και μετά στους άλλους ότι δεν ήταν και τόσο αδύναμος ή άχρηστος όσο νόμιζαν όλοι. Έτσι τώρα, ευγνωμονούσε τον έμπορο που του έδειξε τόση εμπιστοσύνη.

Ο έμπορος τον άφησε κι άρχισε να κάνει όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για την αναχώρηση. Κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών, ο μηχανικός αισθάνθηκε πως το καράβι ήταν χαρούμενο και ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα να το κυβερνήσει. Ένιωθε σιγουριά, την οποία μετέδιδε και στον μηχανικό, που χαμογελούσε πλέον και που οι όποιοι κίνδυνοι φάνταζαν ανούσιοι. Ο δεσμός που είχε αναπτυχθεί ήδη από την κατασκευή του έγινε ακόμα ισχυρότερος, όσο ο μηχανικός φόρτωνε τα εμπορεύματα και έλεγχε αν όλα δούλευαν όπως έπρεπε.

Κι αυτό το δέσιμο ήταν κάτι που τα άλλα καράβια δεν αντιλαμβάνονταν και απλά συνέχιζαν να κοροϊδεύουν το διαφορετικό καράβι: «Ωραία. Και που βρήκε καπετάνιο, νομίζει ότι θα ταξιδέψει στον ωκεανό χωρίς ναύτες; Μα δεν θα τα καταφέρει με σπασμένο κατάρτι και μικρά πανιά…». «Πράγματι, όταν έρθει ο άνεμος, αυτό το καράβι δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί και θα μείνει για πάντα στο λιμάνι…». Απ’ άκρη σ’ άκρη στο λιμάνι, ακούγονταν τέτοια σχόλια.

Ο μηχανικός και το καράβι δεν έδωσαν σημασία, όμως. Εκείνος του έκλεισε το μάτι και εκείνο χαμογέλασε πονηρά. Τότε ο μηχανικός ενεργοποίησε τις μηχανές με τις οποίες είχε εφοδιάσει το διαφορετικό καράβι και εκείνο έτρεξε στην θάλασσα, αφήνοντας τα άλλα καράβια να περιμένουν τον άνεμο.

Θανάσης Παπαγιαννόπουλος

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: