,

Το Ορθόδοξο, το Καθολικό και το Δικό μας

Τι έγινε παιδιά;; Χωνέψαμε χωνέψαμε;

Υποθέτω ότι πλέον πάπαλα, όση μαγειρίτσα είχε μείνει ξεχασμένη σε ταπεράκι (και αν όχι, πέτα τη ρε παιδάκι μου, ξίνισε και βρώμισε, δηλαδή κάπου έλεος), εξαφανίστηκαν τα κόκκινα αυγουλάκια είτε με αλατοπιπεράκι και ξυδάκι είτε μέσα σε καμιά σαλατούλα, ότι τσιτσίκο περίσσεψε (ναι ρε φίλε, και όμως υπάρχουν ανάμεσά μας αυτοί οι άνθρωποι) μπήκε είτε σε πίτες ή μοιράστηκε στα ζωντανά της γειτονιάς, το τσουρέκι εξαφανίστηκε το πρωί της Κυριακής του Πάσχα μαζί με τον καφέ, το ίδιο μεσημέρι τα 17 κουτιά με διαφορετικά γλυκά εξαϋλώθηκαν κάπου ανάμεσα στην τελευταία παπάρα στη σαλάτα με μία ελαφριά εσάνς τζατζικίου και σόδας, άιντε να έχει μείνει κρυμμένο σου λέω εγώ τώρα σε κάποια μυστική κρυψώνα κάνα τελευταίο μικρό σοκολατένιο αυγουλάκι, ξέρεις από αυτά που καβάτζωσες από το παιδί, ανίψι, εγγόνι, γειτονόπουλο και κατηγόρησες τη θεία από το Σικάγο ότι τα χλαπάκιασε υπό την επήρεια του τζετ λαγκ! Αυταααά! Άντε και του χρόνου! Για εσάς… Γατάκια…

Πάντα ήμουν αφτερού, το άφτερ το καλό! Στο φαγητό μου αφήνω μονίμως στο τέλος τις πιο νόστιμες μπουκιές, στα πάρτυ και στις συναντήσεις φτάνω τελευταία και καταϊδρωμένη, τάχα μου ότι δεν έχω καλή σχέση με το χρόνο και διακοπές κανονίζω τον Σεπτέμβρη. Τελευταία και καλύτερη! Στη Βιλαρίμπα φίλε χωνεύουν, ενώ στο Βιλαμπάχο μόλις στρώνουν το τραπέζι!

Μένουμε σε νησί. Κοσμοπολίτικο νησί. Το Πάσχα βουλιάζει, παθαίνουμε το υπέρτατο πολιτισμικό σοκ. Καταφτάνουν όλοι οι τρελαμένοι από παντού, με κάθε τρόπο. Όταν διατηρείς μία τουριστική επιχείρηση, από τη Μεγάλη Δευτέρα και για δύο βδομάδες, ξεχνάς την οικογένειά σου και εκείνη ξεχνά εσένα, δουλειά, δουλειά, δουλειά, μπάνιο – βρομάς και ζέχνεις, τα φορεμένα ρούχα καίγονται στου Ιούδα, ύπνος για ελάχιστες ώρες (αν είσαι τυχερός και μένεις σε ήσυχη γειτονιά και έχεις σε απόσταση αρκετών χιλιομέτρων μωρά, σκυλιά, γατιά), δουλειά, δουλειά, παιδιά να ουρλιάζουν «θεεεεέλωωωω τον μπαμπααααά μουουουου, μου πηηηηήρααααν τον μπαμπααααά μουουουου και το μπιφτεεέκι μουουουου!!!», μάνες σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης με μαλλί Τίνα Τέρνερ, να τρέχουν να δώσουν καθαρά ρούχα στους συζύγους που φάγανε πάνω στο άσπρο τους πουκάμισο όλο το τραπέζι νούμερο 20 «Τι να τα κάνω τα φορμάκια του μωρού που μου έφερες ρε γυναίκαααααα;;», λεξοτανίλ πάνε και έρχονται, αρχίζεις πάλι το τσιγάρο για να μη δαγκώσεις κάνα λαρύγγι στο σούπερ μάρκετ, προχωράς αυτή την ανακαίνιση που είχες στο μυαλό σου για το σπίτι ρίχνοντας κουτουλιές, πάντα σε χάλαγε αυτός ο τοίχος να σου πω την αλήθεια και φυσικά να ήταν μόνο αυτά.

Γιατί την Κυριακή του Πάσχα, τα πράγματα σφίγγουν, επικίνδυνα. Από παντού. Σε όλες τις γειτονιές. Και φυσικά στη δική σου. Ακούς το τσικ τσικ από τα κάρβουνα που αρχίζουν και φουντώνουν και κάνεις τρελές σκέψεις. Φαντάζεσαι τις πιρουέτες που θα ακολουθήσουν εντός ολίγου και το οριζόντιο pole dancing του αρνιού. Και πάνω που αρχίζει και κυλά εκ δεξιών και αριστερών το σάλιο, δέχεσαι το πρώτο κύμα μυρωδιάς. Λιποθυμάς. Σε κρίσιμη κατάσταση. Σε συνεφέρει το σπλάχνο σου αφού ουρλιάζει στο αυτί σου «αααααα πάειιιι ο μπαμπααααααάς, πάαααειιιιιι η μαμαααααά, δεν έχω παρέααααααα πιαααααα, οϊμέ μάνα μου τι καημός είναι αυτοοοοοός, άι άι άι!!!!» Και μαζεύεις τα κομμάτια σου και φωνάζεις τη μανούλα σου να βάλει το ταψί στο φούρνο (είσαι χάλια ψυχολογικά για να μαγειρέψεις εσύ), αλλά τι να σου κάνει και αυτό, είναι τόσο fake, δεν είναι αρνί, είναι μαϊμού.

Όμως πίσω έχει η αχλάδα την ουρά, γελάει καλύτερα αυτός που γελά τελευταίος, το καλό πράγμα αργεί να γίνει και το φαγοπότι, το πρόστυχο, το σωστό, το δικό μας, πλησιάζει.

Κάθε χρόνο, αφού έχει φύγει πια και ο τελευταίος των Μοϊκανών από το νησί και αρχίζουν πλέον όλα να κυλούν με τους δικούς μας, άνευ ηρεμιστικών τουλάχιστον μέχρι τον Ιούλιο, ρυθμούς, του Θωμά ΤΡΩΜΕ! ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ! ΠΟΛΥ! ΤΟΥ ΣΚΑΣΜΟΥ! ΘΑΝΤΕΡ! ΘΑΝΤΕΡ! ΘΑΝΤΕΡΛΙΚΩΣΟΥΜΕ (κλεμμένο)! Σαν να μην υπάρχει αύριο! Είναι η συνήθεια που έγινε λατρεία! Οικογένεια, αδέρφια, ξαδέρφια, παππούδες, γιαγιάδες, πιτσιρίκια, φίλοι, πελάτες, αρνιά, κοκορέτσια, κοντοσούβλια, ΑΣΤΟ ΚΑΤΩ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ Η ΓΑΜΠΑ ΜΟΥ, γύροι, τζατζίκια, 30 διαφορετικές πίτες, 20 διαφορετικές σαλάτες, ορεκτικά, μεζέδες, μπίρες, τσίπουρα, κρασιά, γλυκά, γλυκά, γλυκααααααά ρε φίλε άπειρα, είμαστε όλοι εκεί, είμαστε μία ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε, ναι!

Μουσική στο τέρμα, από νησιώτικα μέχρι Rammstein. Στη σειρά όλοι για να φάνε ξεροψημένη πετσούλα, στη σειρά όλοι για να πιουν την καθιερωμένη τους γουλιά βότκα από το μπουκάλι, γέλια, τα μικρά να παίζουν στην αυλή (ρε σεις, είδε κανείς τον Γιωργάκη;), δυνατές χαρούμενες φωνές, φίλοι που ξανασμίγουν, παιδιά που ξαναβλέπουν τους γονείς τους (βασικά χεστήκανε, να παίξουν με τα φιλαράκια τους θέλουν), σύζυγοι που ξανά αγκαλιάζονται και ταΐζονται στο στόμα (αν δεν σκάσουν από το πολύ φαγητό μπορεί και να «αγκαλιαστούν» και στο σπίτι, ιφ γιου νόου γουάτ άι μιν – πονηρό κλείσιμο ματιού), ατελείωτος κοινωνικός σχολιασμός «code word koutsompolio» απαραίτητος για τη χώνεψη, μεσημεριανή σιέστα, όλο το γκρουπ για απογευματινό καφέ και βάφλα και βραδινή έξοδος με προβλεπόμενο τριήμερο hangover..
Αν τύχει και βρεθείτε στο νησί εκείνη την ημέρα, sorry guys but we are closed! This is Pasxa, our Pasxa!
Υ.Γ.: Ρε σεις, είδε κανείς τον Γιωργάκη;

Ράνια Γεννατά

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: