Παροιμία του σοφού λαού, τότε που ο κόσμος πληρωνόταν βδομαδιάτικο και το σχόλασμα του Σαββάτου είχε μια άλλη γλύκα, ε;
Τότε που και τα σχολεία λειτουργούσαν το Σάββατο και το τελευταίο κουδούνι ηχούσε αλλιώς βρε παιδί μου.
Κι ο κόσμος άλλαξε σιγά σιγά και τσουπ κάποιος σκέφτηκε «βρε, μόνο η Κυριακή τι να σου κάνει; Ας κάνουμε και το Σάββατο αργία!”.
Και γέλασε το σύμπαν όλο.
Και γέλασε κι ο κόσμος από χαρά, όχι όπως το σύμπαν που ψυχανεμίστηκε τι θα πει αργία του Σαββάτου.
Ήρθε λοιπόν η μεγάλη αλλαγή, πενθήμερο σου λέει, άρχοντες θα ‘μαστε, όχι σαν τους καημένους τους παλιούς που δούλευαν εκείνη τη μέρα, άκουσον άκουσον!!
Σάββατο πρωί, δεν έχουμε σχολείο κατ’ αρχάς.
Ουαάου, θα κοιμηθούμε άνετα! Άλλωστε και τα παιδιά τον χρειάζονται τον ύπνο.
Τα άλλα παιδιά. Κάποια παιδιά τέλος πάντων, όχι όμως τα δικά μας, που ανοίγουν το μάτι από τις 6.30 κι έρχονται στο κρεβάτι. Χορτασμένα από τον ύπνο, μόνο το Σάββατο, ε; Γιατί τις άλλες μέρες, αυτά τα ίδια τα παιδιά μας τα τραβολογάμε να ξυπνήσουν και τους τάζουμε λαγούς με πετραχήλια για να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι.
Κι έρχονται τα χρυσά μας και μας τραβάνε τα σκεπάσματα, τα χέρια, τα μαλλιά, ό,τι βρουν τέλος πάντων λες κι ο κόσμος γκρεμίστηκε και πρέπει να σηκωθούμε «ΤΩΡΑ ΜΑΜΑ, ΤΩΡΑ, ΤΩΡΑ, ΤΩΡΑ!!»
Σερνόμαστε μέχρι την κουζίνα να φτιάξουμε γάλα, καφέ, χυμό, κάτι τέλος πάντων που θα τα κάνει να κάνουν λίγο ησυχία.
«Τηλεόραση μαμά!;»
Ναι, αυτή η φράση έχει παρακαλετό και διαταγή μαζί κι ακούγεται μόνο τα πρωινά του Σαββάτου.
Τηλεόραση λοιπόν, έστω για λίγο, μέχρι να ρημαδοπιούμε εκείνον τον καφέ κι ανοίξει το μάτι και φύγουν οι κακές σκέψεις που κάνουμε να τα αλείψουμε πίσσα και πούπουλα, να τα κλείσουμε στην ντουλάπα, να τα δώσουμε για υιοθεσία, να τα στείλουμε σε νυχτερινό σχολείο.
Κι ανοίγει το μάτι σιγά σιγά κι αρχίζει να σχηματίζεται σιγά σιγά η λίστα της ημέρας:
Μπαλέτο
Σούπερ μάρκετ
Καράτε
Χασάπης
Μαγείρεμα
Σκούπισμα-σφουγγάρισμα-τακτοποίηση
Ουφ.
Αναστενάζουμε και τα κοιτάμε που κάθισαν ένα τέταρτο ήσυχα και ξαφνικά, τσουπ θυμόμαστε πως αυτά εκεί τα ησυχάκια μόνες μας δεν τα κάναμε, ε;
Έχουν και μπαμπά. Ο οποίος κάπως λούφαξε και πέρασε στο δεύτερο ημίχρονο του Σαββατιάτικου χουζουρέματος!
Ε όχι!
Αυτόματα η λίστα μοιράζεται
ΟΟΟΟΚΚΚ!!
Μπαλέτο – καράτε ο μπαμπάς !
Σούπερ!!!!
Το μάτι έχει ανοίξει πια και η φωνή επίσης, ανεβαίνει οκτάβες, «ξύπνα ΑΓΑΠΗ μου, έχουμε δουλειές!»
Αν μας δει κάποιος την ώρα που φεύγουμε, σαν τους εραστές που πετάγονται μισοντυμένοι από το σπίτι πριν τους κάνει τσακωτούς το στεφάνι, έτσι κι εμείς, οι μισοί για ψώνια κι οι άλλοι μισοί με τούλινες φούστες και λευκές στολές σκορπάμε για τις δουλειές.
Κι όσο εμείς είμαστε σούπερ μάρκετ (καλά όχι μόνο εμείς, όλος ο νομός μάλλον) το τηλέφωνο δεν σταματάει να χτυπάει «να σου πω, η μικρή θέλει το άλλο καλσόν και κλαίει – να σου πω, ο μικρός λέρωσε την στολή κι αρνείται να μπει στο μάθημα» κι εμείς νιώθουμε χειρότεροι από διαπραγματευτές ομήρων.
Κι επιστρέφουμε στο σπίτι και μαζεύουμε το χάος και να βάλουμε και φαγητό, όχι δεν έχουμε πολύ χρόνο, πρέπει να είναι έτοιμο όταν έρθουν, θα πεινάνε τα ησυχάκια και θα αρχίσουν να τρώνε μπούρδες.
Έρχονται και κάτι μαύρα ύποπτα σημαδάκια γύρω – γύρω από το στόμα – μισό λεπτό, δεν είναι μαύρα, σοκολατί είναι: «Α-ΓΑ-ΠΗ μου; Έφαγαν τίποτε τα παιδιά;». «Έλα μωρέ, οι δασκάλες είπαν τα καλύτερα, να μην τα κεράσω μια σοκολάτα τα παιδιά;».
Και το φαγητό που τσακ ήταν στην ώρα του έτοιμο, τώρα είναι «άνοστο», «τι είναι αυτό; Δεν μ’ αρέσει!», «καίει, τσούζει, έχει ένα τέρας μέσα!».
Μαζεύουμε τα πιάτα, κοιτάμε γύρω, ok, τελικά όλα τα προλάβαμε, μια χαρά το σπίτι, ας καθίσουμε λίγο, μια γλύκα έρχεται στα βλέφαρα, να, μια στιγμή να κλείσω τα μάτια μου κι η φωνή που λεει «μαμααααα!!!πεινάω!!» , όχι δεν είναι το δικό μας παιδί, είναι κάποιο άλλο, κάνε Θεέ μου να είναι κάποιο άλλο. ΌΟΟΟΧΙ! Το δικό μας είναι, αυτό που έφαγε σοκολατίτσα αντί για φαγητό.
Έφτασε το απόγευμα, το δεύτερο μέρος αυτής της καταπληκτικής αργίας, το Σάββατο το απόγευμα, αυτό που συνήθως έχει κάποιο πάρτι.
Παιδικό πάρτι, ε; Είναι ειδικού βάρους αυτή η λέξη, παιδικό πάρτι λοιπόν και ο δεύτερος γύρος του Σαββάτου, αποκτά και ήχο. Ντεσιμπέλ σαν να λέμε. Πολλά. Και σε κλειστό χώρο.
Στο μυαλό έρχονται κάτι άλλα Σαββατόβραδα, παλιά, πολύ παλιά, ίσως σε μια άλλη ζωή, που θέλαμε τρεις ώρες μόνο για ν’ αποφασίσουμε τι θα βάλουμε.
Κλαίμε γοερά( από μέσα μας πάντα) κι απ’ έξω μας διαπραγματευόμαστε με την μικρή μας πριγκίπισσα για ποιο φόρεμα –κολάν- θα φορέσει, ξανα-αφήνουμε ένα χάος στο παιδικό δωμάτιο από τις πρόβες και βουρ ξανά στο αυτοκίνητο για να περάσουμε τρεις ώρες με άλλες «ξεκούραστες» μαμάδες και καμιά δεκαριά παιδιά.
Φτάνουμε στον παιδότοπο και ανοίγοντας την πόρτα, καμιά τριανταριά πιτσιρίκια που φωνάζουν, παίζουν, κλαίνε και χαίρονται μαζί. Η κολλητή της κόρης μας έρχεται να μας την βουτήξει από το χέρι και το σπλάχνο μας εξαφανίζεται μέσα σε φουσκωτά παιχνίδια και χρωματιστά μπαλάκια κι εμείς καθόμαστε στην παρέα ν’ ακούσουμε και να πούμε για όλα τα κατορθώματα των μικρών μας. Τίποτε από αυτά δεν μας πολυνοιάζει, αλλά θα έρθει κι η δική μας σειρά για πάρτι και πρέπει να φερθούμε αναλόγως. Κάπου κάπου φαίνεται και το σπλάχνο μας αναμαλλιασμένο, ιδρωμένο αλλά και χαρούμενο, νταξ, αφού είναι χαρούμενο όλα καλά. Η στιγμή της τούρτας έρχεται, το ξέρουμε εμείς και τρία οικοδομικά τετράγωνα μαζί με μας, τόσες είναι οι τσιρίδες “ΤΟΥΡΤΑ,ΤΟΥΡΤΑΑΑΑΑ!!!” και φυσικά το τραγουδάκι, «να ζήσεις Δανάη, Δάφνη, Νεφέλη, Φαίδωνα, Απόλλωνα, Ερμή»- Μαιρούλα και Γιωργάκης έχουν σβηστεί από τον χάρτη εδώ και χρόνια. Τραγουδάκι στα Ελληνικά, στα Αγγλικά οφ κορς και ξανά και ξανά γιατί η Δανάη-Δάφνη-Νεφέλη παρεξηγήθηκε που φύσηξε κι άλλο παιδάκι τα κεράκια, πάμε πάλι από την αρχή, δώσ’ του, τα σβήσαμε, μάλλον κάπου εδώ πρέπει να τελειώνει το μαρτύριο.
Το βράδυ, την ώρα που σαν ζόμπι βεβαιωνόμαστε πως τα ησυχάκια μας ξεράθηκαν επί τέλους, πως είμαστε ακόμη ζωντανές, πως άλλη μια Σαββατιάτικη αργία έφτασε στο τέλος της, λίγο πριν σβήσουμε το φως, είμαι σίγουρη πως αν κάνουμε απόλυτη ησυχία, θ’ ακούσουμε το σύμπαν να καγχάζει εν χορώ με όλους εκείνους των προηγούμενων εποχών, τέτοια ώρα με γεμάτη τσέπη από το βδομαδιάτικο, ετοιμάζονταν για ν απολαύσουν την Κυριακή του Θεού!
Μάτα Βισβίκη