Τεντώθηκε αφήνοντας ένα τεράστιο χασμουρητό μέσα από τα μεταξωτά υφάσματα που ήταν στρωμένα στο υπέροχο κρεβάτι του. Ένα δωμάτιο έργο τέχνης με έπιπλα αναγεννησιακού ρυθμού, με τον πρωινό ήλιο να δημιουργεί ευφάνταστα χρώματα από το παιχνίδι του πάνω στα κρυστάλλινα φωτιστικά. Στην κουζίνα ήταν στρωμένο το τραπέζι με όλων των ειδών τις λιχουδιές για πρωινό. Η μαμά του πανέμορφη με τα λαμπερά της ξανθά μαλλιά στέκονταν όρθια με το υπέροχο φόρεμα της και την άσπρη ποδιά με δαντέλα στις άκρες. Η μέρα του συνεχίστηκε στην πισίνα με τα φουσκωτά για παιχνίδι, μπάνιο και ηλιοθεραπεία. Όταν ο ήλιος άρχισε να δύει πήγε στο δωμάτιο με τα video games. Ο τεράστιος προτζεκτορας μπροστά στην πολυθρόνα, τον περίμενε για να παίξει το τελευταίο παιχνίδι κυκλοφορίας στην πιο σύγχρονη παιχνιδομηχανή. Για δείπνο θα πήγαιναν στο βραβευμένο εστιατόριο που άνοιξε πρόσφατα. Τα υπέροχα και νόστιμα φαγητά του γαργάλαγαν τον ουρανίσκο. Φυσικά το δείπνο θα έκλεινε με ένα περίτεχνο γλύκισμα από τα χέρια ενός καταξιωμένου σεφ.
Σήμερα θα ξύπναγε στο Παρίσι στην σουίτα ενός πολυτελέστατου ξενοδοχείου με θέα τον πύργο του Άιφελ. Ξενάγηση σε όλα τα αξιοθέατα του Παρισιού και φυσικά φαγητό στα καλύτερα εστιατόρια. Φυσικά δεν θα παρέλειπαν να επισκεφθούν και τα διάσημα πολυκαταστήματα για τις αγορές τους. Οι γονείς του ντυμένοι με την τελευταία λέξη της μόδας έστεκαν πανέμορφοι δίπλα του. Πάντα με πλατύ χαμόγελο πόζαραν στα διάφορα μνημεία της πόλης άψογα ντυμένοι ανάλογα την κάθε περίσταση. Εξουθενωμένος από την γεμάτη μέρα του, βυθίστηκε σε ένα γλυκό ύπνο στο μαλακό κρεβάτι της σουίτας του.
Ο ήλιος ήταν αυτός που τον ξύπναγε πάλι σε κάποια άλλη γωνία του πλανήτη αυτή την φορά. Η χρυσαφένια αμμουδιά της Καραϊβικής τον περίμενε ακριβώς έξω από το δωμάτιο του ξενοδοχείου που βρισκότανε κυριολεκτικά πάνω στο κύμα. Δεν είχε ξαναδεί στην ζωή του τόσο κρυστάλλινη και καθαρή θάλασσα και δεν χόρταινε το κολύμπι στα γαλαζοπράσινα νερά της. Οι γονείς του πάντα δίπλα του πιο ευτυχισμένοι και ερωτευμένοι από ποτέ. Κολυμπούσαν όλοι μαζί και τα γέλια τους από τα παιχνίδια γέμιζαν την ατμόσφαιρα γύρω τους.
Άνοιξε τα μάτια του και το κορμί του πονούσε. Το σκληρό στρώμα σε συνδυασμό με την υγρασία έκανε τα κόκαλα του να πονάνε. Ο ήλιος θα αργούσε να κάνει την εμφάνισή του στο μικρό ημιυπόγειο που ζούσε. Η ατμόσφαιρα μύριζε αλκοόλ και νικοτίνη. Σηκώθηκε ανόρεχτα και σχεδόν σύρθηκε ως την κουζίνα. Το ψυγείο ήταν άδειο και μόνο ένα κομμάτι προχθεσινό ψωμί βρήκε. Το μούσκεψε με νερό, έριξε λίγη ζάχαρη πάνω και έκατσε να το φάει. Είχε λίγο χρόνο ηρεμίας μέχρι να ξυπνήσουν οι γονείς του. Η μητέρα του ξύπνησε και πήγε στην κουζίνα. Έφτιαξε ένα φραπέ σκέτο και άρχισε να σιχτιρίζει που τελείωσε η ζάχαρη. Ο μικρός την κοίταζε ανέκφραστος, αυτή δεν του έδωσε καμία σημασία. Άνοιξε την τηλεόραση να δει την αγαπημένη της πρωινή εκπομπή και άναψε τσιγάρο. Η φωνή του πατέρα του ακούστηκε από το υπνοδωμάτιο που ζήταγε μπύρα. Τα μάτια του μικρού αστράψαν, ήταν η ευκαιρία που περίμενε, ήλπιζε να είναι τυχερός και να κρατούσε την υπόσχεσή του. Μπήκε διστακτικά στο δωμάτιο και του ζήτησε τα λεφτά να πάει να πάρει μπύρες. Το αντίτιμο έφτανε για μια εξάδα μπύρες ακριβώς. Διστακτικά τότε του είπε: «μου είχες υποσχεθεί ότι αν έκανα όλες τις δουλειές για αυτό το μήνα και δεν σας ενοχλούσα καθόλου, θα μου έδινες τα λεφτά που σου ζήτησα». Ο πατέρας του τον κοίταξε με απορία, μέσα από το μεθύσι του προσπαθούσε να ανασύρει από την μνήμη του την υπόσχεση που του είχε δώσει. Το σκέφτηκε λίγο και τελικά του έδωσε τα χρήματα. Ο μικρός ενθουσιάστηκε και έλαμψε από χαρά. Τα πόδια του έκαναν φτερά μέχρι το γειτονικό περίπτερο. Πήρε τις μπύρες και το περιοδικό που του είχε φυλάξει ο περιπτεράς. Άφησε τις μπύρες στο ψυγείο και έδωσε μια στον πατέρα του. Ύστερα μπήκε στο δωμάτιό του και χάιδεψε με ευλάβεια το περιοδικό που κρατούσε στα χέρια του. Ο τίτλος έγραφε με γυαλιστερά γράμματα ΖΩ ΌΜΟΡΦΑ ΚΑΙ ΤΑΞΙΔΕΥΩ.
Ήταν έτοιμος να ζήσει ακόμη μια φορά νέους προορισμούς και ταξίδια με όμορφα σπίτια και ευτυχισμένες οικογένειες. Μέσα από τις σελίδες του νέου τεύχους θα έδινε χρώμα στην άχρωμη και μίζερη ζωής του. Άραγε που θα ταξίδευε αυτή την φορά και σε ποιο όμορφο σπίτι θα ξυπνούσε;
Σοφία Λακιώτη