,

Ταξίδι στο φεγγάρι

Δεν τα είχε πάει και άσχημα η Αναστασία μετά από όλα αυτά που πέρασε τα τελευταία χρόνια. Πήρε την ζωή στα χέρια της και μετά από το χαρτί του διαζυγίου είχε φτιάξει την ζωή της και όλα θα πήγαιναν καλά. Ναι έπρεπε να πάνε καλά το χρωστούσε στον εαυτό της και τον γιό της. Το μικρό διαμέρισμα που νοίκιασε το είχε κάνει κουκλίστικο και η δουλειά στο σούπερ μάρκετ ήταν ιδανική περίπτωση. Δίπλα στο σπίτι της και πάντα πρωινή βάρδια. Το Σάββατο και τις μέρες που δεν είχε σχολείο ο μικρός, τον πρόσεχε η γειτόνισσα της που είχε μια κόρη στην ίδια ηλικία και σχολείο.

Ο κύριος Σωτήρης ήταν ένας γλυκός ηλικιωμένος κύριος που ήταν λίγο αργός στην σκέψη και στις κινήσεις του. Πάντα τον αντιμετώπιζε με συμπόνια και κατανόηση. Τι κι αν αργούσε στο ταμείο, τι κι αν οι υπόλοιποι πελάτες δυσανασχετούσαν στην ουρά. Η Αναστασία έκανε τα πάντα για να τον βοηθήσει. “Μην αγχώνεστε κύριε Σωτήρη με την ησυχία σας, σίγουρα δεν υπάρχει πρόβλημα να περιμένει λίγο η κυρία πίσω σας”. Με το γλυκό της χαμόγελο και την ήρεμη φωνή της κατάφερνε να κατευνάσει και τον πιο ιδιότροπο πελάτη. Μια μέρα στο σχόλασμα της βάρδιάς της, βρήκε τον κύριο Σωτήρη αναστατωμένο έξω από το σούπερ μάρκετ. Είχε σκιστεί η σακούλα με τα ψώνια του μπροστά στην είσοδο του πάρκινγκ. Τα αυτοκίνητα είχαν κάνει ουρά και κάποιοι κόρναραν εκνευρισμένοι από την καθυστέρηση. Τον βοήθησε να μαζέψει τα πράγματά του και τον συνόδευσε μέχρι το σπίτι του. Δεν έφυγε μέχρι να σιγουρευτεί πως είχε ηρεμήσει εντελώς.

Από εκείνη την ημέρα ξεκίνησε μια τρυφερή φιλία με τον ηλικιωμένο κύριο. Είχε μάθει πως ήταν χήρος εδώ και δέκα χρόνια χωρίς παιδιά. Δύο χρόνια πριν πεθάνει η αγαπημένη του σύζυγος, είχε γίνει ο φύλακας άγγελος της πολυαγαπημένης του γυναίκας. Με την περιποίηση και την φροντίδα που της πρόσφερε κατάφερε να παρατείνει ένα χρόνο την ζωή της με τον άνισο αγώνα που έδινε με τον καρκίνο. Η απώλειά της τον έκαναν δυστυχισμένο και χρόνο με τον χρόνο άρχισε να τα χάνει λιγουλάκι. Έμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα και με τη σύνταξή του κατάφερνε να τα βγάζει πέρα με αξιοπρέπεια.

Ο μικρός Δημήτρης συμπάθησε από την πρώτη στιγμή τον ηλικιωμένο κύριο και η παρέα του τον ζωντάνεψε. Πολλές Κυριακές τρώγανε μαζί και αν τους έβλεπε κάποιος θα νόμιζε πως ήταν συγγενείς.

Η Αναστασία ήταν χαρούμενη με αυτή την γνωριμία. Για πρώτη φορά έβλεπε τον Δημήτρη ισορροπημένο και ευτυχισμένο. Ορφανή από γονείς η ίδια, δεν γνώρισε ο Δημήτρης παππού και γιαγιά. Τα πεθερικά της ποτέ δεν αγκάλιασαν τον Δημήτρη σαν εγγόνι. Ήταν καταπιεστικοί και απόμακροι σαν τον πατέρα του. Δεν αποδέχτηκαν τον γάμο της ποτέ και έδειξαν να χαίρονται με το διαζύγιο και την απομάκρυνσή τους.

Μια από τις καθημερινές συνήθειες της παρέας ήταν να αγοράζουν Ξυστό και να κάνουν όνειρα με τα λεφτά που θα κέρδιζαν. Μέχρι και στο φεγγάρι είχαν αποφασίσει να ταξιδέψουν όταν θα ξεκίναγαν τα διαστημικά ταξίδια.

Η ευγενική παρουσία της Αναστασίας δεν είχε κερδίσει μόνο τον κύριο Σωτήρη, αλλά και τον Μάρκο που έμενε και αυτός στην γειτονιά.

Άρχισε να βγαίνει με τον Μάρκο η Αναστασία και όλα έδειχναν πως είχε επιτέλους βρει έναν καλό σύντροφο. Ήταν πολύ προστατευτικός, πρόσεχε τον Δημήτρη σαν δικό του παιδί και όλα κυλούσαν άψογα. Τον μόνο που δεν καλό έβλεπε ο Μάρκος ήταν ο κύριος Σωτήρης.

Τι θες και τον μαζεύεις κάθε τρεις και λίγο σπίτι σου αυτόν τον μισόμουρλο γερό; Αφήνεις και τον Δημήτρη μαζί του, αν είναι κανένας παιδεραστής; Το έχεις σκεφτεί ποτέ;

Η Αναστασία ήξερε πως ο Μάρκος γινόταν άδικος, αλλά δεν ήθελε να τσακώνονται. Προσπάθησε να περιορίσει τις συναντήσεις της με τον κύριο Σωτήρη και σιγά σιγά απομακρύνθηκε. Ο κύριος Σωτήρης αν και δεν του έκοβε πολύ, κατάλαβε ότι είχε δημιουργηθεί θέμα και σταμάτησε να έχει πάρε δώσε με την Αναστασία και τον Δημήτρη. 

Όταν πλέον άρχισαν να μένουν μαζί η Αναστασία με τον Μάρκο, άρχισαν και τα προβλήματα. Μονίμως ο Μάρκος έλειπε και όταν ήταν σπίτι είχε νεύρα. Φώναζε για το παραμικρό και του έφταιγαν όλα. Η Αναστασία είχε περάσει μια φορά άσχημα, δεν θα επέτρεπε στον εαυτό της και τον Δημήτρη να το ξαναπεράσουν. Σε μια συζήτησή τους, ο Μάρκος της εκμυστηρεύτηκε ότι είχε κάποια οικονομικά προβλήματα με την δουλειά του. Μόλις έβρισκε τα χρήματα όλα θα ήταν όπως τον πρώτο καιρό. Η Αναστασία δεν το σκέφτηκε και πολύ, μπροστά στην ευτυχία τους αν τα λεφτά ήταν το πρόβλημα θα το έλυνε. Πήρε δύο προκαταβολές του μισθού της και ότι είχε στην άκρη και τα έδωσε στον Μάρκο να ορθοποδήσει.

Αυτό ήταν, ο Μάρκος πέτυχε αυτό που αρχικά ήθελε να καταφέρει. Πήρε τα χρήματα της Αναστασίας και εξαφανίστηκε. Ο τζόγος ήταν η ζωή του και ζούσε παρασιτικά εις βάρος των άλλων. Η Αναστασία ήταν ένα ακόμη θύμα του, όπως και ο κύριος Σωτήρης στο παρελθόν. Είχε αποσπάσει και από εκείνον ένα μεγάλο χρηματικό ποσό με δολοπλοκίες και ψέματα. Δεν ήταν σίγουρος αν θα τον θυμόταν, αλλά γι’ αυτό απομάκρυνε την Αναστασία από εκείνον.

Η Αναστασία μετά την αποκάλυψη της αλήθειας ήταν σε άθλια ψυχολογική κατάσταση και αν δεν ήταν ο Δημήτρης δεν ξέρει τι μπορεί να είχε κάνει. Την ίδια χρονική περίοδο έμαθε ότι και ο κύριος Σωτήρης ήταν στο νοσοκομείο μετά από ένα επεισόδιο με την καρδιά του. Ντρεπόταν πολύ να τον συναντήσει, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να μην τον επισκεφθεί. Με δάκρυα στα μάτια του ζήτησε συγγνώμη και του είπε όλα όσα είχαν συμβεί με τον Μάρκο. Στο άκουσμα του ονόματός του ένιωσε δυσφορία. Όταν της εξιστόρησε και την δική του περιπέτεια η Αναστασία ένιωσε δύο φορές χάλια.

“Μην σε νοιάζει για τα λεφτά θα σε βοηθήσω εγώ”, της είπε και η Αναστασία έκλαιγε πάνω στα χέρια του που είχαν δεθεί σφικτά με τα δικά της.

Οι μέρες πέρασαν και μαζί με αυτές και τα προβλήματα υγείας του κυρίου Σωτήρη. Το ενοίκιο της Αναστασίας και κάποια ήδη πρώτης ανάγκης καλύφθηκαν από τον καλό της φίλο και μπήκαν πάλι στην καθημερινή τους ρουτίνα.

Την ημέρα που έμαθαν ότι ο Μάρκος βρέθηκε στην φυλακή από χρέη, η τύχη τους χαμογέλασε διπλά. Ένα από τα Ξυστά ήταν κερδοφόρο με τέτοιο πόσο που ούτε είχαν ποτέ ονειρευτεί.

Ίσως τελικά να έκαναν και εκείνο το ταξίδι στο φεγγάρι που είχαν κάποτε σχεδιάσει.

Σοφία Λακιώτη

Απάντηση


Αρέσει σε %d bloggers: