,

Παράνοια;;;

Σκάει μύτη και σου γαμάει το μυαλό και λες ευχαριστώ πολύ, να μας ξανάρθετε. Και ξανάρχεται όντως, παράπονο μην έχεις, έρχεται και στο ξαναπηδάει το μυαλό. Κάθε φορά που το κάνει με τη θέλησή του και την ανοχή σου, το ‘φχαριστιέσαι και πιο πολύ, για όσο κρατήσει. Στο τέλος καίγεσαι και ζορίζεσαι κι αρχίζεις να ξεφυσάς σαν ετοιμόγεννη και δωσ’ του και σκας για το τι έχετε, αν έχετε, πώς το έχετε και πού το βρήκατε και αν το χάσετε, εσύ μετά τι θα κάνεις; Κι αρχίζει ο γαμωγρύλλος και τα γαμωάν και οι γαμωαμφιβολίες και καταλήγεις να γαμάς εσύ μόνη σου το μυαλό σου. Το τέρας που έχεις στο μυαλό; Αυτό…

Έλξη λέγεται; Ικανοποίηση αναγκών; Έρωτας; Μη γελιέσαι, ούτε έρωτας υπάρχει, ούτε αγάπες, ούτε ροζ μονόκεροι με γαλάζια φτερά. Ανάγκες γαμημένες, που δεν καλύπτονται. Όχι ότι θα καλυφθείς ποτέ πλήρως, εννοείται αυτό. Πάντα κάτι θα λείπει… Tο πρόβλημα προκύπτει όταν νιώθεις ένα κενό, όταν σου λείπει κάτι μόνιμα, όταν ξυπνάς το πρωί και ζεις μηχανικά, αγαπάς μηχανικά, κάνεις έρωτα στον αυτόματο, είτε πιάνεις αυτόν είτε τον εαυτό σου, το ίδιο αποτέλεσμα σχεδόν. Περνάς μια ζωή ολόκληρη, πιστεύοντας ότι είδες ό,τι ήταν να δεις, ερωτεύτηκες, αγαπήθηκες, ένιωσες το πάθος, είδες την έξαψη στα μάτια του έρωτά σου, γεύτηκες τα χείλη του, άγγιξες το σώμα του, χάιδεψες το δέρμα του. Πιστεύοντας ότι ο κύκλος άνοιξε κι έκλεισε, ότι παραμεγάλωσες πια. Ότι μετά τον έρωτα έρχεται η αγάπη, μετά η συνήθεια, μετά η ρουτίνα, η καθημερινότητα κι ότι έτσι θα κυλήσει η ζωή σου. Στρωμένη; Σαν των υπολοίπων; Μια από τα ίδια; Πες το όπως θες. Και τότε σκάει ένα πυροτέχνημα και φωτίζει το γαμημένο σκοτάδι μέσα σου. Τη μαυρίλα που συνήθισες, που έκανες κτήμα σου κι έμαθες να ζεις μαζί της… Πυροτέχνημα που σε βάζει φωτιά ολόκληρη και γουστάρεις να καίγεσαι.

Δίνεις, παίρνεις, δίνεις, ξαναδίνεις… ευκαιρίες, τον εαυτό σου, το μυαλό σου, τον χρόνο σου και ό,τι σου ζητηθεί. Δε λες όχι σε τίποτα, τα δίνεις όλα, δε γαμιέται λες, ας δώσω και εκεί που γουστάρω μια φορά, χωρίς να το κάνω από υποχρέωση, χωρίς να πρέπει, μόνο επειδή το θέλω. Μόνο επειδή βλέπω έναν άντρα και μου κόβονται τα πόδια. Μόνο επειδή χαμογελάει και βλέπω αστεράκια, μόνο επειδή με αγγίζει και χάνομαι, μόνο επειδή τα μάτια του, τα γαμημένα μάτια του, με κοιτάζουν και χάνεται ο κόσμος γύρω μου… Ουφ! Δεν έχουμε τίποτα κοινό, άλλες ζωές, δυο διαφορετικοί άνθρωποι. Πώς συναντηθήκαμε; Γιατί; Άλλα ωράρια, άλλα βιώματα, άλλες παρέες. Πώς μπλεχτήκαμε έτσι; Τι στο διάολο σκεφτόμουν; Για την ακρίβεια, τι στο διάολο δε σκεφτόμουν, όταν εισέβαλλες μέσα στο κεφάλι μου και κατσικώθηκες εκεί;

Σκέψου ότι εγώ το κυνήγησα, εγώ λύσσαξα, εγώ έκανα ό,τι μπορούσα για να υπάρξει αυτό που ζω. Έβαλα τα χέρια μου κι έβγαλα τα μάτια μου; Ρητορικό είναι, ξέρω… σκάω τώρα.

Εξαιτίας σου όμως, αγάπησα. Κομμάτια δικά μου, κομμάτια στο σώμα μου, που τα βλέπω και θυμάμαι πώς τα κοιτάς. Πώς τα αγγίζεις, πώς τα φιλάς, πώς τα προσέχεις. Με βλέπω και χαμογελάω, επειδή θυμάμαι το βλέμμα σου και το χαμόγελό σου όταν τα βλέπεις, πώς αλλάζει το πρόσωπό σου σε κάθε κομμάτι δικό μου. Κι είναι τόσο τρελό ρε! Υπάρχει  άνθρωπος που με γουστάρει όπως είμαι, δε θέλει να με αλλάξει και το ακόμα πιο τρελό είναι ότι τον γουστάρω κι εγώ! Πόση παράνοια να αντέξω;

Β.Θ.

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading