Σήμερα είναι Τρίτη. Ο μήνας έχει 19. Έχουμε μήνα Ιανουάριο και έτος 2021. Το γράφω για να το εμπεδώσω. Γιατί την τελευταία φορά που τσέκαρα, ήμουν στο έτος 2014. Ο χρόνος κύλησε, έτρεξε, έκανε κύκλους χωρίς εγώ να το καταλάβω. Ξύπνησα σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου. Μία γιατρός με εξέτασε και απάντησε προσεκτικά στις ερωτήσεις μου. Με ακόμα μεγαλύτερη προσοχή ανέλυσε τη κατάστασή μου.
«Παλινδρομική αμνησία». Δεν έχω καμία ανάμνηση από τα τελευταία επτά χρόνια. Έχασα επτά χρόνια. Βγήκα, πήγα στο αγαπημένο μου μαγαζί, πήρα τα μακαρόνια alle vongole. Ξαφνικά ζαλίστηκα και όλα μαύρισαν. Αυτό ήταν. Αυτό είναι το τελευταίο που θυμάμαι. Όταν ξύπνησα νόμιζα ότι είχαν περάσει λίγες ώρες από αυτό το γεγονός. Και είχαν περάσει επτά χρόνια. Ήρθε η μητέρα μου. Άρχισε να μου λέει ότι όσο καιρό ήμουν σε κώμα, ο χρόνος είχε σταματήσει. Εγώ ένιωθα ακριβώς το αντίθετο. Ότι ο χρόνος πέρασε με τέτοια ταχύτητα και ούτε που με ακούμπησε. Άκουγα εκείνη, τους γιατρούς να μου μιλούν, αλλά η σκέψη μου έτρεχε μακριά. Σε ένα μάθημα αστροφυσικής χρόνια πριν. Ο καθηγητής έλεγε ότι ο χρόνος δεν είναι μια γραμμική μεταβλητή. Παρελθόν, παρόν, μέλλον δεν είναι παρά σχετικές έννοιες. Ο χρόνος συμπιέζεται, επιμηκύνεται, γυρίζει πίσω, πάει έτη φωτός μπροστά. Αναρωτιέμαι τι θα έλεγε αν ήξερε πώς ο χρόνος συμπεριφέρθηκε σε μένα.
Σήμερα είναι Παρασκευή 19 του μηνός Ιανουάριου του έτους 2021. «Κατάπια επιτέλους ότι έχουμε 2021. Είμαι ακόμη στο νοσοκομείο. Μετά από ατελείωτες ώρες εξετάσεων βρίσκομαι μόνη στο δωμάτιό μου. Η μαμά πήγε σπίτι να κάνει ένα μπάνιο. Εγώ καταγράφω το παρόν μου. Αυτό που αύριο θα είναι το παρελθόν μου. Έχασα επτά χρόνια από τη ζωή μου. Δε την ξαναπατάω έτσι. Γράφω για να αιχμαλωτίσω το χρόνο. Να μη με προσπεράσει πάλι χωρίς να με αγγίξει.
Σήμερα είναι Δευτέρα 25 του μηνός Ιανουαρίου του έτους 2021. Το έχω χωνέψει πλέον. Παραμένω στο νοσοκομείο αν και σωματικά έχω αναρρώσει. Επιτέλους αρχίζω να θυμάμαι. Μικρά περιστατικά. Όπως ότι η spaghetti alle vongole που αγόρασα, στην τελευταία ξεκάθαρη ανάμνηση, ήταν άνοστη. Και ότι μάλωσα με τη μαμά επειδή έτρωγα συχνά απ’ έξω. Κανένα όμως μεγάλο γεγονός. Με παρακολουθεί ένας ψυχίατρος. Αποκάλεσε με στόμφο την κατάστασή μου ελπιδοφόρα. Μου είπε να μην πιέζομαι. Είναι νωρίς ακόμα. Με το πέρασμα του χρόνου η μνήμη μου θα επανέλθει. Μόνο που το φοβόμουν το πέρασμα του χρόνου. Δεν ήξερα ούτε τι έφερε, ούτε τι θα φέρει. Ο καθηγητής μου είχε σίγουρα δίκιο για ένα πράγμα. Παρελθόν, παρόν, μέλλον είναι έννοιες σχετικές.
Σήμερα είναι Τετάρτη 27 Ιανουάριου του έτους 2021. Λίγος χρόνος απέμεινε για να βγω από το νοσοκομείο. Σήμερα αναμετρήθηκα επιτέλους με το χρόνο που έχασα. Όταν ξύπνησα το πρωί, αντίκρισα έναν ψηλό άντρα με έντονο βλέμμα να στέκεται στην άκρη του κρεβατιού μου. Τον ρώτησα αν ήταν γιατρός. Μου απάντησε ότι ήταν ο άντρας μου. Μου είπε να κοιτάξω το δεξί μου χέρι. Υπάρχει σημάδι από βέρα. Δε τον πίστεψα. Αισθανόμουν 22 χρονών, ανέμελη και ανεξάρτητη. Γιατί να παντρευτώ από τόσο μικρή; Αυτή ήταν η πρώτη μου σκέψη. Μου μιλούσε συγκαταβατικά. Είπε ότι έλειπε για δουλειά όταν ξύπνησα. Όταν έφτασε στο νοσοκομείο οι γιατροί συνέστησαν να μην εμφανιστεί αμέσως. Για αυτό ήρθε σήμερα. Φαινόταν να έχει θάρρος, οικειότητα μαζί μου. Αλλά εγώ δεν τον ξέρω. Όσο περνούσε η ώρα ξεθάρρευε και άλλο. Μου είπε ότι θα αναπληρώναμε το χρόνο που δε θυμάμαι. Του απάντησα ότι ο χρόνος δεν αναπληρώνεται, είναι κάτι που διασκορπίζεται στην απεραντοσύνη του κόσμου.
Κυριακή 1η Φεβρουάριου 2021. Επιτέλους πήρα εξιτήριο. Ο άντρας που δε θυμάμαι ότι παντρεύτηκα, μου έφερε ρούχα που δε θυμάμαι ότι αγόρασα και με πήγε στο σπίτι που δε θυμάμαι ότι έζησα. Κάποιες αναμνήσεις σιγά σιγά επιστρέφουν αλλά είναι χαοτικές. Προσπαθώ να μην δείξω την ένταση που με κυριεύει. Έκανα μια γύρα μέσα στο σπίτι και πρώτη φορά από την ήμερα που συνήλθα ένιωσα να πατάω σε γνώριμο έδαφος. Δεν έχω αναμνήσεις από αυτό το σπίτι αλλά αναγνώρισα τη προσωπική μου πινελιά εδώ μέσα. Τα έπιπλα, οι πίνακες, η διακόσμηση. Μπήκα στην κρεβατοκάμαρα. Αυτός που λέει ότι είναι άντρας μου, είπε διστακτικά ότι δε θα κοιμάται μαζί μου. Τουλάχιστον μέχρι να νιώσω πιο άνετα. Με κοίταξε με αυτά τα σκούρα διαπεραστικά μάτια. Δε ξέρω τι περίμενε να απαντήσω. Μόνο ο χρόνος θα δείξει πώς θα νιώσω.
Σάββατο 7 Φεβρουάριου 2021. Σήμερα βγήκα για ψώνια. Η αγορά της πόλης μου ήταν σχεδόν όπως τη θυμόμουν. Εκτός από μια μικρή αλλά σημαντική λεπτομέρεια. Οι πάντες έπρεπε να κυκλοφορούν φορώντας μάσκες προστασίας. Το ίδιο και εγώ. Παγκόσμια πανδημία Covid-19. Όσο και να με είχαν προετοιμάσει για αυτή την κατάσταση, αισθανόμουν ότι ξύπνησα σε έναν δυστοπικό κόσμο βγαλμένο από μυθιστόρημα του Όργουελ ή της Άτγουντ. Σε όλη τη διαδρομή προς το σπίτι αναρωτιόμουν. Ήταν τιμωρία ή τύχη που έπαθα αμνησία; Δεν είχα συνειδητοποιήσει ως τώρα ότι ίσως υπήρχαν πράγματα που ήθελα να ξεχάσω.
Κυριακή 8 Φεβρουάριου 2021. Σήμερα ο άντρας μου μου επιφύλασσε μια έκπληξη. Οργάνωσε ένα πάρτι όπου κάλεσε όλους τους φίλους μας. Μόνο που μαζεύτηκαν σταδιακά και έμειναν συγκεκριμένη ώρα. Αυτό λόγω των περιορισμών στις συναθροίσεις για αποφυγή μετάδοσης της πανδημίας.
Φαίνονταν όλοι τόσο συμβιβασμένοι με αυτή τη νέα πραγματικότητα. Τη βίωναν ένα χρόνο τώρα. Εγώ θυμάμαι σα να ήταν χθες τις εξόδους μου σε ασφυκτικά γεμάτα μαγαζιά. Θυμάμαι ότι πάρτι με λιγότερο από πενήντα άτομα ήταν αποτυχία. Και τώρα απαγορεύεται μάζωξη άνω των εννέα ατόμων. Είχαν όλοι καλή πρόθεση αλλά περιορισμένο χρόνο. Ευτυχώς που και εγώ δεν είχα χρόνο να τους βρίσω έναν – έναν ξεχωριστά. Μαζί και τον άντρα μου. Αυτό ήταν το μόνο που ήθελα. Μόλις έφυγε και ο τελευταίος καλεσμένος ξέσπασα. «Αυτή τη στιγμή δεν είμαι παρά ένας άγραφος πίνακας» φώναξα εκτός εαυτού. «Γιατί επιχειρείς εσύ να με γράψεις;»
Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2021. Σήμερα ο άντρας μου κατέφτασε με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα. Για την ήμερα του Αγίου Βαλεντίνου. Έλαβε ως απάντηση τη σιωπή μου. Μια σιωπή αυστηρή. Έτσι είχαν τα πράγματα μεταξύ μας τις τελευταίες μέρες. Συμφωνήσαμε σιωπηρά να σιωπούμε.
Κυριακή 16 Φεβρουάριου 2021. Πήρα μια απόφαση. Θα φύγω από αυτό το σπίτι. Θα γυρίσω στο περιβάλλον και στη ζωή που θυμάμαι. Στο μυαλό μου εξακολουθεί να επικρατεί χάος. Θα σταματήσω να γράφω για αυτό το χάος. Θα κάνω εντατική ψυχοθεραπεία για να ξεκαθαρίσει. Όταν ανακοίνωσα την απόφασή μου στον άντρα μου, το μόνο που μου είπε ήταν να πάρω όσο χρόνο χρειαστώ. Αυτό και έναν πίνακα από το δωμάτιό μου. Δεν κατάλαβα γιατί το ζήτησε και ούτε εκείνος εξήγησε. Μου άρεσε αυτός ο πίνακας.
Τρίτη 19 Μαρτίου 2021. Σηκώθηκα τόσο απότομα σήμερα, που κόντεψα να πέσω από το κρεβάτι. Η μητέρα νόμιζε ότι είχα εφιάλτες. Δεν ήταν αυτό. Έχω αρχίσει να θυμάμαι. Όχι ασήμαντα περιστατικά. Μεγάλα γεγονότα. Το ίδιο και η ανάγκη μου να γράψω. Όχι για το χρόνο που έχω τώρα αλλά για αυτόν που έχασα. Η πρώτη και σημαντικότερη ανάμνηση αυτού του λησμονημένου χρονολογίου ήταν τόσο καιρό μπροστά μου. Ο πίνακας. Η σουρεαλιστική απεικόνιση μιας γυναίκας που πετάει κρατώντας ένα τριαντάφυλλο και ενός άντρα που προσπαθεί να την πιάσει ενώ ταυτόχρονα παίζει βιολί.
Τρίτη 19 Μαρτίου 2014. Βρισκόμουν στο πολυσύχναστο Petit Palais στο Παρίσι, μπροστά από την αυθεντική εκδοχή του πίνακά μου. «Δεν είναι και ο πιο ρομαντικός πίνακας της έκθεσης» άκουσα να μου λέει κάποιος στα ελληνικά. Γύρισα και αντίκρισα αυτά τα έντονα σκούρα μάτια που νομίζεις ότι διαβάζουν τη σκέψη σου. «Εγώ πιστεύω ακριβώς το αντίθετο» του απάντησα.
Κυριακή 31 Μαρτίου 2021. Η επιστροφή όλων στην κανονικότητα είναι πλέον γεγονός. Αλλά έμενα με απασχολούσε η δική μου επιστροφή. Πήγα για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό στο άλλο μου σπίτι. Χτύπησα την πόρτα. Εκείνος άνοιξε. Δεν φάνηκε έκπληκτος που με είδε. Του έδειξα τον πίνακά μας και του είπα ότι μάλλον είχε δίκιο, ότι δεν ήταν και ο πιο ρομαντικός. Με ρώτησε αν θυμήθηκα. Απάντησα ότι θυμήθηκα εκείνον.
Ντόρα Βάγγια