,

Πειρατές, τυχοδιώκτες της αγάπης…

«Μπορείς σήμερα;», μήνυμα στις 09.00 το πρωί. Το διάβασε από την προεπισκόπηση. Μόλις είχε ξυπνήσει και είχε φτιάξει καφέ. Κάθε Κυριακή χουζουρεύει λίγο παραπάνω και χαλαρώνει. Είναι αυτές οι μικρές οι πολυτέλειες που επιτρέπει στον εαυτό της πού και πού. Ήπιε λίγο καφέ, χάθηκε λίγο στην απόλαυση της στιγμής και έπιασε το κινητό στα χέρια. «Δεν μπορώ σήμερα». «Θέλω να σε δω. Χωρίζω…» έσκασε το μήνυμα από την άλλη πλευρά σαν βόμβα.

Τον ήξερε πολλά χρόνια πίσω, φίλος φίλης και μέλος κοινής παρέας. Ολοι είχαν να σχολιάσουν το λόγο για τον οποίο παντρεύτηκε. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί να επιλέξει αυτήν την οδό αφού δεν του άρεσαν οι δεσμεύσεις, ήταν ενάντια σε οτιδήποτε κατεστημένο και παιδιά δεν ήθελε να κάνει. Τελικό συμπέρασμα δεν βγήκε ποτέ. Ψιλοαναρχικός με φιλελεύθερες ιδέες, αντιδραστικός, δεν συμβιβαζόταν εύκολα σε καταστάσεις εις βάθος. Άνθρωπος διαβασμένος και έμπειρος ταυτόχρονα, πολυπράγμων. Με ό,τι καταπιανόταν το έφερνε εις πέρας. Υπερβολικά κοινωνικός με πολλές παρέες και γνωστούς που φρόντιζε να συναναστρέφεται ώστε να είναι μόνιμα απασχολημένος. Η ασπίδα του για να μην χρειαστεί να αγγίξει το μέσα του.

Υπήρξε εκείνη η περίοδος που έτυχε να συναντιούνται πολύ συχνά. Η επικοινωνία τους άρχισε να γίνεται συστηματική, μέσω μηνυμάτων αρχικά. Στην αρχή περί ανέμων και υδάτων, για τη δουλειά που είχαν ως κοινό παρανομαστή. Όταν άρχισε να τη διεκδικεί σθεναρά και τα πράγματα άρχισαν να ξεφεύγουν, εκείνη προσπαθούσε να βάλει όρια και κανόνες στην συνομιλία τους, γνωρίζοντας τις βάσεις και τα δεδομένα εξ΄αρχής. Έκανε πως δεν καταλάβαινε τα υπονοούμενα που αιωρούνταν στον αέρα. Εκείνος επέμενε συνεχώς, δεν τα παρατούσε. Είχε βάλει στόχο να να καταλάβει το απόρθητο φρούριο και να στεφθεί κατακτητής.

Την εξίταρε, βρισκόταν σε μια συνεχή έκσταση, σε ένα αναπάντεχο ερέθισμα, μια ηδονή… τον σκεφτόταν και δεν έπρεπε. Η λογική προσπαθούσε να κατευνάσει το συναίσθημα, αλλά αυτό επαναστατούσε!

Θαύμαζε το κρυφό του είναι, αυτό το μυστήριο που δεν τολμούσε κανείς να δει, την διέγειρε, μόνο η σκέψη την αναστάτωνε, κάτι υπήρχε στο βλέμμα, κάτι υπήρχε στον αέρα, όσο και αν εθελοτυφλούσε ότι δεν το βλέπει, σταθερό εκεί να την κατατρώει κάθε λεπτό, κάθε στιγμή. Άραγε τι θα κάψει η λάβα στο πέρασμά της… προσπαθούσε να το κατευνάσει όσο μπορούσε, να το γειώσει, να το υποτιμήσει, να εξαφανιστεί με κάθε δυνατό τρόπο. Όσο πάλευε να απομακρυνθεί, τόσο φούντωνε, φοβόταν την τρέλα της στιγμής, πάλευε μέσα της να μην αφεθεί, να κρατάει ψηλά τις άμυνες για να μην πολιορκηθεί.

Φοβόταν, τρόμαζε… Δεν ήθελε. Είχε βάλει όρια στο μυαλό της, από εδώ έως εκεί, ούτε σπιθαμή παραπέρα. Αυστηρές, λιτές γραμμές αρχής και τέλους, χωρίς περιθώρια ελιγμών. Οι καταστάσεις, οι χαρακτήρες έτσι κι αλλιώς δεν ευνοούσαν, ούτε θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη φάση που τόσο επιθυμούσε.

Αντιστάθηκε για έξι ολόκληρους μήνες. Της είχε γίνει συνήθεια η καθημερινή τους επαφή. Αφέθηκε. Στην αρχή η σαρκική επαφή ήταν επιφανειακή, κλασική, συνηθισμένη. Εκείνη όμως δεν ήταν μαθημένη έτσι. Βωμός συναισθημάτων με άγγιγμα ψυχής και σώματος. Τον έμαθε να αγγίζει, να βιώνει την αγκαλιά, να αφήνεται να νιώσει όλα εκείνα τα συναισθήματα που ξεχειλίζουν από την ερωτική συνεύρεση. Στην αρχή αντιστάθηκε. Μια φορά ήταν αρκεί ώστε να γευτεί πώς είναι η άλλη πλευρά του έρωτα. Τον αισθησιασμό, το ρομαντισμό, την απόλαυση με όλες τις αισθήσεις. Την εναποθέτηση του εαυτού στα χέρια του άλλου, ιεροτελεστία να αφεθείς να σε ικανοποιήσει και να σε θεοποιήσει μέσω της ερωτικής πράξης και της αγκαλιάς.

Οι συνευρέσεις κρυφές, συχνές και ερωτικές. Ο καιρός περνούσε και τα συναισθήματα άρχισαν να φουντώνουν. Η ανάγκη να ειδωθούν ήταν πεισματική και αγενής, δεν έδινε σημασία στα πρέπει. Εκείνη άρχισε να έχει συναισθήματα πέραν των ορίων. Είχε αρχίσει δειλά δειλά να τον ερωτεύεται. Γνώριζε την κόκκινη γραμμή, ίσως γι’ αυτό επέλεξε να του το πει. Για να επέλθει γρήγορα το τέλος και να γλυτώσει από τις τύψεις και τις ενοχές που την κατέτρωγαν, κυρίως τα βράδια που δεν μπορούσε να ξεφύγει από τον εαυτό της και αναγκαστικά έπρεπε να τον αντιμετωπίσει.

Εκείνος φοβήθηκε, γιατί όταν νιώσεις τον ήλιο δεν μπορείς να ξαναγυρίσεις στο σκοτάδι. Φοβήθηκε, γιατί όταν θα μάθεις να μπορείς να αφήνεσαι να είσαι ο εαυτός σου, χωρίς προσωπεία και χωρίς άμυνες, δεν θα μπορείς να ξανασυμβιβαστείς με κάτι λιγότερο και δίπλα τους μπορούσε. Φοβήθηκε γιατί είχε αρχίσει ήδη να την ερωτεύεται και ο ίδιος και ασφαλώς και δεν έπρεπε. Αντίκρισε την δική του αλήθεια, δεν μπόρεσε να το διαχειριστεί και το έβαλε στα πόδια.

Εκείνη πάγωσε. Δεν είχε ζητήσει τίποτα άλλο πέρα από την πάσα ειλικρίνεια και τα κότσια του να μπορείς να σταθείς στα πόδια, να κοιτάξεις τον άλλο στα μάτια και να πεις με στόμφο όλα αυτά που θες και πιστεύεις. Ας πληγώσεις, ας χαρακώσεις, ας είναι όμως η κοφτερή λεπίδα της αλήθειας και όχι καμουφλαρισμένα ψεματάκια που αργά ή γρήγορα θα σκάσουν σαν βόμβα και θα πάρουν παραμάζωμα την ουτοπία που πάλαι πίστευες. Εκείνα τα αγκάθια στη ψυχή είναι που βγάζουν το πιο πολύ αίμα.

Το Ικάριο δίλημμα. Αν θες να ρισκάρεις να πετάξεις, επέλεξε να πας ψηλά. Χαμηλά δεν είναι ωραία η θέα, η υγρασία θα νοτίσει τα φτερά σου. Αν όμως πας ψηλά, η ηδονή θα σε φέρει πιο κοντά στον φτερωτό ήλιο. Οι ακτίνες του θα σου κάψουν τα φτερά. Θα αποκολληθούν και η πτώση θα είναι απότομη και οδυνηρή. Απερίσκεπτη χρήση γνώσης ή απλά μπλεγμένη στο λαβύρινθο του νου και της καρδιάς; Σκότωσε όλα τα συναισθήματα μέσα της, τα μάδησε ένα ένα, έβαλε και πάγο στις πληγές για να μουδιάσουν τον πόνο. Έκλεισε τις αναμνήσεις στο σεντούκι της ψυχής και πέταξε το κλειδί. Δεν είναι τραμπάλα τα συναισθήματα, ούτε σκωτσέζικο ντουζ οι επιθυμίες.
Απομονώθηκε, απομακρύνθηκε από τους κοινούς τους φίλους, απομακρύνθηκε και από τον ίδιο…

Η τυχαία τους συνάντηση, ήταν εκείνη η σπίθα που του ξύπνησε όλα εκείνα που με κόπο προσπαθούσε ακόμα να θάψει. Άδικος κόπος. Ήταν εκείνη που τον έβγαλε από το σκοτάδι και του έδειξε το φως. Ήταν εκείνη που στεκόταν πλάι του όταν προσπαθούσε να φύγει από το πλατσούρισμα της επιφάνειας και να κάνει κατάδυση στο μέσα του. Βουτιά χωρίς ανάσα και χωρίς αναπνευστήρα. Ήταν εκείνη που τον περίμενε στην άνοδό του από τα άδυτα του δικού του βυθού. Ήταν εκείνη που του χάραξε τον δρόμο των αισθήσεων. Ήταν εκείνη που απλά ήταν διαφορετική από όλες τις άλλες… Γνήσια, ντόμπρα, ειλικρινής, ευαίσθητη, μαχήτρια, ονειροπόλα και επαναστάτρια. Η εξαίρεση στον κανόνα.
-Υπάρχει τρόπος να συνυπάρξουμε κάποτε εμείς οι δύο;

Πειρατές, τυχοδιώκτες της αγάπης. Ανασύρονται στην επιφάνεια διεκδικώντας την ανάσα, το οξυγόνο, το μερίδιο του ουρανού που τους αναλογεί ή… βουλιάζουν στα βαθιά προσπαθώντας να βρουν το θησαυρό, να απαγκιστρωθούν από τα πρέπει για να διεκδικήσουν τα θέλω τους!
Καταδύονται στα άδυτα του βυθού με την πιο μακρύπνοη ανάσα, ψάχνοντας το ναυάγιο στα χαλάσματα των περασμένων τους στιγμών.

Stella

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading