,

Ξεκαθάρισμα σχέσεων

Έβλεπε ξανά και ξανά τις ίδιες φωτογραφίες στο κινητό του, τις μεγέθυνε να δει το πρόσωπο, το σώμα, να «πιάσει» εκφράσεις που θα τον βοηθούσαν να καταλάβει τι παραπάνω είχε αυτός από εκείνον… Τι του βρήκε και πήγε μαζί του, τι της έλειψε, τι δεν έδωσε, τι γαμώ, τι; Αγανακτισμένος πέταξε το κινητό με θυμό στο τοίχο του γραφείου και έμεινε θυμωμένος να το κοιτά να σπάει σε χίλια κομμάτια, προσπαθώντας να μαζέψει την σκέψη του. «Δεν θέλω ούτε να την δω» μονολόγησε. Μα πόσο τον πόναγε! Πόσο προδομένος ένιωθε! Εκείνη, εκείνη που τόσο πολύ αγάπησε, εκείνη που του ορκίστηκε αιώνια αφοσίωση, εκείνη που μαζί της έκανε οικογένεια, τον απάτησε! Τον απάτησε με έναν barman, με έναν τελευταίο, με έναν… Πώς του το έκανε αυτό εκείνη; Εκείνη που τον έβλεπε και έλιωνε, που του έλεγε «σ’ αγαπώ» και ο ανόητος την πίστευε! Εκείνη, η ίδια εκείνη, στις φωτογραφίες κοιτά με τον ίδιο τρόπο έναν άλλο, φιλά με τον ίδιο τρόπο έναν άλλο! «Πόσο ανήθικη είσαι ρε;» ρώτησε σαν την είχε απέναντί του. Έβαλε ένα ουίσκι από το mini bar του γραφείου και το κατέβασε μονορούφι. Ο ήχος της εσωτερικής γραμμής του τηλεφώνου χτυπούσε επίμονα.

«Ναι Χριστίνα;» απάντησε βαριά
«Κύριε Βαρόκα είναι η γυναίκα σας εδώ»
«Να περάσει Χριστίνα»

Και τώρα οι δυο τους! Εκείνη και αυτός! Το όμορφο πρόσωπό της, το στόμα που μέχρι εχθές φιλούσε παραδομένος στον έρωτά της, σε απόσταση αναπνοής από τον θυμό του. Το σώμα που ανεβοκατέβαινε στα σκέλια του, παραδομένο σε άλλον πλέον, δυο σπιθαμές μακριά από την καρδιά του! Τα μάτια της καρφωμένα μέσα στα κόκκινα από θυμό δικά του και τα ψέματά της να έχουν γεμίσει τον κενό χώρο ανάμεσά τους. Πόσο ακόμα θα τον κοροϊδεύει; Πόσο ανειλικρινής την παίρνει να είναι; Πόσο;

Εκείνη μπαίνει ανάλαφρα στο γραφείο με τον αέρα της μοναδικής, τον φιλά στο στόμα πεταχτά και μιλάει, δεν ακούει τι του λέει. Σοβαρός και ακίνητος την παρατηρεί. Την επεξεργάζεται, προσπαθεί να την δει καθαρά, να είναι δίκαιος μαζί της, μα μπροστά του ξεπροβάλει η εικόνα του άλλου. Και όλα όσα φαντάζεται πως έκαναν μαζί. Θα τρελαθεί, θα σπάσει το μυαλό του δεν αντέχει άλλο.

«Λίζα…» την διακόπτει και την κοιτά στα μάτια. Εκείνη σταματά να φλυαρεί, αντιλαμβάνεται πως κάτι συμβαίνει. Τον γνωρίζει τον άνδρα της, τώρα παρατηρεί πως δεν είναι καλά. Είναι χλωμός, πολύ σοβαρός, πολύ σκεπτικός.
«Μάνθο, τι συμβαίνει;»
«Στέλιος Παριανός, τον γνωρίζεις;» την ρωτά κοφτά, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Δεν το αρνήθηκε. Φυσικά και τον γνωρίζει και υποθέτει πως εκείνος τον γνωρίζει σωστά; Σωστά…!

Χαμηλώνει το βλέμμα, δεν μπορεί να τον αντικρίσει, δάκρυα γεμίζουν το αγγελικό πρόσωπό της. Την κοιτά παγωμένος, μουδιασμένος, δεν νιώθει, έχει νεκρώσει. Βγάζει και αφήνει την βέρα της στην άκρη του γραφείου, δεν απολογείται καν, εκείνος δεν είναι σε θέση να ρωτήσει λεπτομέρειες. Δεν θέλει προς το παρόν. Μαζεύει όλη την απογοήτευσή του, της λέει πως μέχρι να επιστρέψει σπίτι, να έχει φύγει. Τελεσίγραφο. Μπουμ. Έσκασε. Θέλει να την πληγώσει, θέλει να την πονέσει όπως πονάει εκείνος. «Να σε δω τώρα» σκέφτεται.

«Δεν θέλω να φύγω έτσι Μάνθο, έχουμε τα παιδιά. Δεν μπορώ να φύγω ξαφνικά» του απαντά όσο πιο ψύχραιμα μπορεί.
«Ας τα σκεφτόσουν τα παιδιά μας πριν πηδηχτείς με άλλον» το ξεστόμισε, το έβγαλε από μέσα του, έγινε ο πόνος λέξεις, μα περίεργο… δεν αισθάνεται καλύτερα.
«Μάνθο σε παρακαλώ, έχει να κάνει με τους δυο μας, μην τιμωρείς τα παιδιά μας» του αντιλέγει εκείνη πιο ψύχραιμη.
Έξαλλος. Σηκώνεται την πιάνει από το μπράτσο ρωτά να μάθει. Όχι, όχι μην το κάνεις, δεν θα καταλήξει καλά.
«Έκανες ό,τι έκανες με τον άλλο και ερχόσουν και σε εμένα, στο κρεβάτι μας χωρίς τύψεις, χωρίς ενοχές να κάνεις τα ίδια; Τι σκατά άνθρωπος είσαι εσύ; Δεν είσαι άξια να είσαι δίπλα μου, δεν είσαι άξια να ζεις με τα παιδιά μου. Εξαφανίσου, εξαφανίσου να μην σε βλέπω!» την πετά με ορμή στον τοίχο, ευτυχώς για εκείνη με την πλάτη, χτυπώντας με την γροθιά του την πόρτα του γραφείου. Έχει βγει εκτός εαυτού. Έχει θολώσει.
«Μην το κάνεις αυτό σε παρακαλώ» τον πλησιάζει, τον ικετεύει. Θα το κάνει όμως, είναι αποφασισμένος! Της ανοίγει την πόρτα, της φωνάζει να φύγει. Όχι, όχι με το αυτοκίνητο που της αγόρασε, θα αφήσει τα κλειδιά δίπλα στην βέρα, θα αφήσει την ζωή της μαζί του εκεί, στο γραφείο του, σήμερα, τώρα… ένα δαχτυλίδι αιώνιων όρκων και μια ζωή, δίπλα το ένα στο άλλο. Όσο για τον άλλο, έχει σκεφτεί από την πρώτη στιγμή τι θα κάνει μαζί του.
«Θα περιμένετε να φύγω» είχε ήδη μιλήσει με τους κατάλληλους ανθρώπους.

Το βραδάκι μπήκε στο μπαρ του. Τον «λόκαρε» από μακριά πίσω από το bar, δούλευε, ήταν μυώδης, δεν φαινόταν στις φωτογραφίες. Μετρήθηκε μαζί του με το βλέμμα. Αυτός ένας κύριος με το μπλε κουστούμι και ο άλλος με το λευκό ανοιχτό πουκάμισο και πλήθος χαϊμαλιά κρεμασμένα στον λαιμό. «Αλήτη» είπε από μέσα του. Κάθισε στο μπαρ παρήγγειλε ένα ουίσκι και άλλο ένα. Παραδόξως είχε μια διαύγεια σκέψης μοναδική. Έπιασαν την κουβέντα, σαν να γνωρίζονταν από παλιά, του είπε πως είχε γυναίκα παιδιά. Δυο τρεις άλλες χαζομάρες, δεν καταλάβαινε. «Και εγώ!» του είπε ο Μάνθος «έχω γυναίκα και παιδιά» έβγαλε το εταιρικό κινητό, είχε κάποιες φωτογραφίες τους, όταν ζοριζόταν πολύ στην δουλειά τους χάζευε στο κινητό και έπαιρνε κουράγιο.

«Να, στάσου να τους δεις» έγνεψε στον barman και έστρεψε την οθόνη στο μέρος του. Η αντίδραση του άλλου ήταν ακαριαία. Πάγωσε μόλις είδε το πρόσωπο της Λίζας στο κινητό! Όχι γιατί περίμενε πως ποτέ δεν θα μαθευόταν, αλλά γιατί εκείνη την ώρα μπήκαν στον μπαρ του, δυο τύποι περίεργοι. Ο Μάνθος τους έγνεψε και σηκώθηκε από το μπαρ.
«Ευχαριστώ για το κέρασμα. Στο ανταπόδωσε η γυναίκα μου φαντάζομαι» είπε σαρκαστικά φεύγοντας.

Τον είδε την άλλη ημέρα στις ειδήσεις, «Άγνωστοι ξυλοκόπησαν ιδιοκτήτη μπαρ, ο οποίος νοσηλεύεται με πολλαπλά κατάγματα στο νοσοκομείο. Η αστυνομία θεωρεί πως αφορά ξεκαθάρισμα λογαριασμών της νύχτας» διάβασε στο σχετικό άρθρο.

Μειδίασε ειρωνικά και έκλεισε το laptop. «Ξεκαθάρισμα σχέσεων, όχι λογαριασμών» μονολόγησε και έγειρε το κεφάλι στο προσκέφαλο της καρέκλας του γραφείου με μια άρρωστη εκδικητική ευχαρίστηση.

Ευτυχισμένος; Όχι ευτυχισμένος δεν ήταν, διέλυσε ό,τι υπήρχε, δεν ζήτησε εξηγήσεις, δεν άκουσε καμία απολογία, δεν χαρίστηκε σε κανέναν, θεωρούσε ότι είχε δίκιο. Και τα παιδιά; Τα παιδιά θα προσαρμοστούν, είπε μέσα του και έκρυψε βαθιά την πίκρα, τον έρωτά του και τον εγωισμό του. Δεν είχε δίκιο, το ήξερε και εκείνος απάτησε και μάλιστα πρώτος, αλλά ποτέ δεν το παραδέχτηκε. «Ξεκαθάρισμα σχέσεων» ξαναείπε και έκλεισε τα μάτια.

Ελένη Ρέγγα

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading