Λένε πως όλα είναι κάρμα.
Πως κάθε τι που μας συμβαίνει, γίνεται γιατί επιστρέφει κάποια κακιά μας πράξη πίσω, με διαφορετικό τρόπο. Πως, ίσως, σε κάποια προηγούμενη ζωή μας, υπήρξαμε «κακοί», «άκαρδοι», «εκμεταλλευτές» ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Εγώ, πάντως, αν υποστηρίξω αυτή τη θεωρία, πρέπει να θεωρήσω πως ήμουν πολύ μεγάλο αρχίδι στην προηγούμενη ζωή μου. Δεν μπορώ να βρω άλλη εξήγηση. Και, σίγουρα, σε αυτή τη ζωή, είμαι πολύ μεγάλος μαλάκας. Γιατί μαλάκας λέγεσαι όταν σε πατάνε κι αντί να αντεπιτεθείς, κάθεσαι και δέχεσαι τα πυρά.
Μαλάκας είσαι, όταν έχεις τρόπους να εξευτελίσεις κάποιον και να τον καταστρέψεις ενώ δε θέλεις, την ίδια στιγμή που εκείνος σου έχει γαμήσει ό,τι αγαπάς. Σ’ έχει ποδοπατήσει, σ’ έχει φυλακίσει (κυριολεκτικά), σου έχει φερθεί σαν σκουπίδι. Δεν είναι πως είσαι θύμα, ούτε πως δε θέλεις να τον σαπίσεις στο ξύλο για τα όσα σου έκανε. Είναι που δεν αξίζει καν ν’ ασχολείσαι με τέτοια άρρωστα άτομα. Είναι που αφήνεις το κάρμα να του φερθεί όπως ξέρει. Κι όλα φαίνονται στο τέλος. Κι εσύ, ο «χαμένος», όπως σου έλεγε, εσύ, που «δε θα τα καταφέρεις», εσύ, λοιπόν, δε σταμάτησες να χαμογελάς λεπτό, δε σταμάτησες να έχεις ελπίδα, να έχεις εμπιστοσύνη στους ανθρώπους. Όσο κι αν απογοητεύτηκες, όσο κι αν υπέφερες, όσο κι αν ένιωσες να βουλιάζεις σ’ έναν απύθμενο βυθό. Κι εσύ, που τα πέρασες όλα αυτά, τώρα στέκεσαι πάλι στα πόδια σου, συνεχίζεις να γεμίζεις τον κόσμο χαμόγελα και μαθαίνεις να δέχεσαι βοήθεια από τους συνανθρώπους σου. Από εκείνους, που πριν λίγο καιρό ήταν ξένοι και τώρα έγιναν οικογένειά σου, ενώ άλλοι, ήταν «φίλοι» σου κι έγιναν δήμιοι.
Εσύ, λοιπόν, είσαι καλά, πήρες μαθήματα ζωής, έκανες φίλους, άνοιξες πόρτες για μελλοντικές δουλειές. Κι εκείνος, αυτός, ο «κάποιος», ο «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», ο κύριος «τέλειος» που δεν έχει ευθύνη για τίποτα, αυτός, λοιπόν, δεν μπορεί ν’ αντέξει ούτε τον εαυτό του. Δεν μπορεί να φτιάξει τη δουλειά του, δεν μπορεί να κρατήσει τη σχέση του Δεν έχει φίλους, γιατί κανείς δεν τον αντέχει. Κι εσύ ο βλάκας, λυπάσαι. Λυπάσαι που ζει σ’ αυτή την κατάντια. Μα εκείνος δεν το βλέπει. Κι εσύ προσπάθησες πολύ και δεν μπορείς άλλο.
Εσύ, λοιπόν, σταμάτα να νιώθεις τύψεις που δεν τον βοηθάς πια. Σε εκβίασε, θυμάσαι; Σε πλήγωσε, σε πέταξε στο δρόμο, σε ταπείνωσε. Μη λυπάσαι, κορίτσι μου. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί αν δεν το θέλει, όσο κι αν εσύ παλέψεις. Σταμάτα να γίνεσαι χαλί για τους άλλους, γιατί, στο τέλος, σέρνουν με βία πάνω σου τα πόδια τους μέχρι να σε λιώσουν. Κι ας είναι πεντακάθαρα τα παπούτσια τους. Έτσι, απλά για να νιώσουν εκείνοι σημαντικοί. Προσπέρασε τα όλα κι άστα στο παρελθόν, ή, ακόμα καλύτερα, μετέτρεψέ τα σε ένα μεγάλο μάθημα ζωής. Και να θυμάσαι: Η μεγαλύτερη εκδίκηση, είναι ν’ αφήνεις τον άλλον να ζει με τον εαυτό του.