Γεια σου. Με λένε μυαλό κι απόψε θέλω να σου πω δυο πραγματάκια.
Για να τα πάρουμε από την αρχή όμως, ας συστηθώ λίγο καλύτερα. Είμαι κάτι που, όπως σου λένε, υπάρχω μέσα στο κεφάλι σου. Κάτι που είναι υπεύθυνο για τις σκέψεις και τις πράξεις σου. Για την ύπαρξή σου σ’ ένα βαθμό, γιατί χωρίς εμένα θα τρελαινόσουν. Βέβαια, η δουλειά μου πρακτικά, να σε τρελαίνω είναι, αλλά οι άνθρωποι δεν το έχουν πάρει πρέφα ακόμα κι έτσι εγώ μπορώ αμέριμνο να κάνω τη δουλειά μου χωρίς επιπλήξεις κι επεμβάσεις. Ξέρεις, παίζει μοναξιά εδώ πάνω στο κεφάλι κι έχω το μονοπώλιο για ό,τι γίνεται. Ε, και δεν έχει πλάκα. Έτσι πρέπει να βρίσκω μόνιμα τρόπους να σε κρατώ απασχολημένο.
Έχω ένα ολόκληρο γραφείο γεμάτο συρτάρια, το καθένα μέσα του κρύβει αρχειοθετημένους φακέλους με ζητήματα που σ’ έχουν απασχολήσει κατά καιρούς, με θέματα που σε καίνε αυτή την περίοδο και με μελλοντικά πονηρά, δικά μου σχέδια.
Όταν βαριέμαι, ανοίγω, διαλέγω ένα γράμμα στην τύχη και τσουπ, σου πετάω κάτι να έχεις να τρώγεσαι. Να, σήμερα ας πούμε, ενώ ξύπνησα μια χαρά με κέφι κι είπα να μη σε πολυπειράξω, εσύ βάλθηκες να μου αλλάξεις γνώμη. Πολύ βαρετός είσαι ρε πουλάκι μου! Έ, τι να κάνω κι εγώ, άνοιξα τα κιτάπια μου και σου έστειλα ό,τι βρήκα πρώτο. Στην αρχή, δεν τσίμπησες. Έδιωχνες τις σκέψεις σαν σύννεφο καπνού. Αλλά μου τη βίδωσες κι επέμεινα παραπάνω. Και το ‘φαγες το τυράκι σου σαν καλό ποντικάκι κι έπεσες πάλι στη φάκα. Έχει φτάσει 2 το βράδυ κι εσύ εκεί, κόλλησες και δε λες να μπετώσεις λίγο στον ύπνο μπας και ξεκουραστούμε κι εμείς. Αλλά όχι, εκεί, παρτάκιας είσαι φίλε μου. Ε, λοιπόν, αφού δε λες εσύ να κοιμηθείς, θα κλείσω εγώ τους διακόπτες γι’ απόψε. Είπαμε να παίξουμε ένα παιχνίδι να περάσει η ώρα κι εσύ το πήρες στα σοβαρά.
Μα καλά, πόσο βλάκας είσαι, τέλος πάντων; Εγώ μόνο να διασκεδάζω θέλω κι αυτό θα κάνω μόνιμα. Θα σου στέλνω σκέψεις να έχεις ν’ απασχολείσαι μέσα στη μέρα σου για να μη βαριέμαι. Αλλά δεν έχει πλάκα αν είσαι τόσο ψάρι και δε με δυσκολεύεις καθόλου. Σ’ εμένα έπρεπε να τύχεις, ρε γαμώτο; Πφφφ! Άντε πέσε κοιμήσου τώρα, γιατί έχεις κάτσει σαν ροφός και προσπαθείς να καταλάβεις ποιος σου μιλάει. Εγώ είμαι ηλίθιε, μόνο εγώ σου μιλάω, ΠΑΝΤΑ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΛΕΜΕ. Εγώ είμαι εκείνος που σε βασανίζει, αν και δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Εσύ απλά δεν το ‘χεις καταλάβει και παιδεύεσαι μόνος σου. Πέσε κοιμήσου κι αύριο θα νομίζεις ότι είναι όνειρο. Μην πεις ότι δεν έκανα το χρέος μου πάντως. Εγώ σε προειδοποίησα, εσύ δε θέλησες ν’ ακούσεις. ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ ΛΕΜΕ, ΡΕ ΠΑΙΔΑΚΙ ΜΟΥ. Μπα σε καλό σου.
Δώρα Κουτσογιάννη