,

Περιμένοντας το λεωφορείο…

Σταθμός λεωφορείων ΚΤΕΛ. 45χρονος άντρας περιμένει τη σύντροφό του να έρθει με υπεραστικό λεωφορείο. Μαζί θα έρθει και η 10χρονη κορούλα της. Ο άντρας θα γνωριστεί πρώτη φορά με τη μικρή. Κόβοντας βόλτες και περιμένοντας, συναντά ένα μικρό κορίτσι, 8-10 χρονών να περιφέρεται μόνο του και να μοιάζει ‘χαμένο’.

«Είσαι καλά μικρή; Περιμένεις κάποιον; Έχεις χαθεί μήπως;»

«Κύριε μου δίνετε χρήματα να βγάλω κι εγώ ένα εισιτήριο; Σας παρακαλώ! Είναι μεγάλη ανάγκη!»

«Και για πού το ’βαλες; Δε θα μου πεις;»

«Θέλω να πάω στη Καλαμάτα»

«Ποιος είναι εκεί;»

«Η μαμά μου… μάλλον»

«Τι εννοείς, μάλλον; Δε μένεις με τη μαμά σου;»

«Όχι κύριε, δεν την έχω δει ποτέ. Αλλά στο ίδρυμα άκουσα μια μέρα να λένε ότι εκεί μένει»

«Και πώς τη λένε τη μαμά σου;»

«Αυτό δεν το ξέρω. Δεν το είπαν. Σας παρακαλώ κύριε θα με βοηθήσετε;»

«Για στάσου να τα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Θέλεις να πας να βρεις τη μαμά σου, που δεν ξέρεις πως τη λένε, στην Καλαμάτα και να σου δώσω χρήματα για το εισιτήριο. Καλά έχω καταλάβει μέχρι εδώ;»

«Ναι»

«Και δε μου λες, εσένα πως σε λένε;»

«Μαρία»

«Χαίρω πολύ Μαρία. Είμαι ο Σταύρος. Και δε μου λες, τώρα πού μένεις, σε ίδρυμα είπες;»

«Ναι, σε ίδρυμα αλλά εκεί μας βαράνε και μας βρίζουν. Έτσι κι εγώ το’ σκασα. Ψάχνω τη μαμά μου. Τους άκουσα καλά. Είπαν ότι μένει στην Καλαμάτα.»

«Και πώς είσαι σίγουρη ότι έλεγαν για τη δική σου μητέρα;»

«Ε να, μια μέρα που με πήγε η κυρία Σοφία στο γραφείο της διευθύντριας και με τράβαγε από τα μαλλιά, να έτσι, με όλη της τη δύναμη, το άκουσα. ‘Να τη στείλουμε πίσω από κει που μας ήρθε, την ανάγωγη, τη κλέφτρα, το παλιοκόριτσο με δάγκωσε κιόλας’, φώναζε η κυρία Σοφία. Εκεί είπαν για την Καλαμάτα. Είμαι σίγουρη»

«Θυμάσαι πώς λέγεται το ίδρυμα; Είναι μακριά από δω;»

Η μικρή δεν απαντούσε. Ο άντρας έβγαλε το κινητό του.

«Όχι κύριε σας παρακαλώ, μη παίρνετε την αστυνομία! Δεν θέλω να με ξαναστείλουν εκεί! Σας παρακαλώ κύριε!», τον ικέτευε χαμηλόφωνα η μικρή και έκανε να φύγει. Ο άντρας την τράβηξε προς το μέρος του.
«Έλα, έλα μαζί μου μη φοβάσαι», της έλεγε επανειλημμένως και την κρατούσε με δύναμη. Αυτή αντιστεκόταν. Άρχισε ο κόσμος να κοιτάει.
«Άφησέ με, άφησέ με, Βοήθεια, Βοήθεια!», άρχισε να τσιρίζει η μικρή

«Τζωρτζίνα! Παιδί μου!», κραύγασε μία γυναίκα που φορούσε ένα μάρσιπο με ένα μωρό. Μαζί της ήταν μία ηλικιωμένη κυρία.

«Μανούλα μου, μαμά μου βοήθεια!»

«Είσαι καλά μωρό μου; Γιατί απομακρύνθηκες; Τι συμβαίνει εδώ;»

«Αυτός ο άντρας με τράβαγε να με πάρει. Εγώ έψαχνα να δω αν ήρθε η γιαγιά από την Καλαμάτα.»

«Σάτυρε, παλιάνθρωπε!»

«Σταύρο, τι συμβαίνει; Τι γίνεται εδώ;»

«Ελπίδα να σου εξηγήσω»

«Ελάτε μαζί μας κύριε, θα μας ακολουθήσετε στο αστυνομικό τμήμα.»

Αναστασία Λαζαράκη

Απάντηση


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading