,

Το πιο μεγάλο ψέμα

«Τι κάνουν τα παιδιά σου;» τη ρώτησα κι αμέσως είδα να πεταρίζουν τα βλέφαρά της.
«Καλά είναι» απάντησε σιγά «Στην ξενιτιά και τα δύο. Τα δικά σου;»

Χωρίσαμε, αμέσως μετά τα τυπικά. Καιρό είχα να την δω. Δεν είχε αλλάξει πολύ , αλλά είχε αλλάξει τελείως. Βλέπεις η χρόνια λύπη δεν κάνει ρυτίδες, όπως το γέλιο. Χτυπάει ύπουλα, καμπουριάζει τους ώμους, κατεβάζει τις άκρες των χειλιών, σκοτεινιάζει τα μάτια. Είναι άλλες οι φθορές της, ύπουλες και μόνιμες.

Ήξερα, μα δεν της είπα τίποτε.
Ήξερα πως το παιδί της δεν ήταν στην ξενιτιά.
Ίσα ίσα, ζούσε μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα, μέσα στην ίδια πόλη.

Δυο παιδιά είχε η φίλη μου η αγαπημένη, δυο παιδιά μοσχαναθρεμμένα, δυο αδέλφια αγαπημένα (όπως ονειρευόταν εκείνη να είναι, όπως κι εκείνη ήταν με τον αδελφό της).
Δυο παιδιά σπουδαγμένα, με όλα τα καλά, με καλές δουλειές και σπίτια ιδιόκτητα.
Δυο παιδιά όμορφα. Δυο κουκλιά, όπως της έλεγαν, μα εκείνη ήταν περήφανη γιατί νόμιζε πως ήταν όμορφα στην ψυχή.
Ώσπου το ένα, αποφάσισε να κάνει την επανάστασή του.
Δεν ήταν μικρό, πλησίαζε τα τριάντα όταν έγινε το κακό. Βρόντηξε την πόρτα πίσω του κι έφυγε.
Έτσι απλά, έφυγε
Κλότσησε τα πάντα: οικογένεια, δουλειά, σπίτι, αδέρφι, τα πάντα.
Με μια μαυρίλα στην ψυχή και φαρμάκι στο στόμα, πότισε το δηλητήριο της ψυχής του τα πάντα γύρω του.
Κι η μάνα. Αχ αυτή η μάνα…
Δεν ήταν η πρώτη φορά που με πρόσχημα έναν έρωτα έφευγε από το σπίτι αυτό το παιδί της.
Πάντα έναν ακατάλληλο έρωτα, πάντα έφευγε, ζυγίζοντας λάθος τις αντοχές, τις καταστάσεις και τα ίδια τα γεγονότα που φώναζαν όπως κι η μάνα «πού πας παιδί μου;»
Εκείνο όμως έφευγε.
Και ξαναγύριζε αποτυχημένο, πληγωμένο, ζητούσε και υποκριτικά συγνώμη, καθησύχαζε με το θέατρο του μεταμελημένου, μέχρι να ξαναβρεί τον επόμενο άχρηστο κι ακατάλληλο έρωτα, να τον ακολουθήσει στην μιζέρια και την μαυρίλα.

Αυτή τη φορά όμως, η μάνα αποφάσισε να σφίξει τα δόντια και την καρδιά και να μην μιλήσει.
Βουβή το είδε ν’ ανοίγει την πόρτα, δεν μίλησε κι ας ούρλιαζαν όλα μέσα της.
Οι μέρες περνούσαν κι όσο η πόρτα δεν ξανάνοιγε, τόσο έκλεινε η ψυχή της.
Ώσπου αμπαρώθηκε με λουκέτα βαριά, ασήκωτα, με λουκέτα χωρίς κλειδί.
Το ξερίζωσε αυτό το κομμάτι της και το έθαψε βαθιά μέσα της.

Περνούσε ο καιρός, τα χρόνια, το παιδί βολόδερνε με τις λάθος επιλογές του, μα ακόμη φαρμάκι έσταζε το στόμα του, για την μάνα, για τον πατέρα, για την οικογένεια, για όλα.
Άρχισε να χάνει την ισορροπία της η οικογένεια, μια κι εκείνο φρόντιζε να διαδίδει τέρατα και ψέματα, να διαβάλλει.
Η ανικανότητά του να ορθοποδήσει, η πίκρα και η μεταμέλεια για όσα έχασε, το έκαναν να ξερνάει κακίες, συκοφαντίες.
Έπιανε φίλους και γνωστούς και δεν καταλάβαινε πόσο γελοία ακουγόταν όλα αυτά.
Γιατί πουθενά δεν έβρισκε υποστηρικτή στο παραμύθι που είχε πλάσει.
Ένας μόνο υποστηρικτής βρέθηκε σε όλο αυτόν τον παραλογισμό, ένας υποστηρικτής το ίδιο κακός στην ψυχή, με το ίδιο μεγάλο εγώ. Καλομαθημένος της ζωής, προστατευμένος με ασφάλεια, με χρόνο και διάθεση για κριτική και διδαχές του αέρα.

Κάπου κάπου, μάθαινε νέα, νέα άσχημα, νέα πικρά μα όχι πιο πικρά από την ίδια της την ψυχή.
Κι όσο εκείνο φανέρωνε την ασχήμια της ψυχής του, τόσο εκείνη λυπόταν βαθιά για το φίδι που μεγάλωνε στον κόρφο της όλα αυτά τα χρόνια και χαμπάρι δεν πήρε.

Αμίλητη στεκόταν. το χέρι όμως δεν το άπλωνε.
«Αυτή τη φορά, το μάθημα θα το πάρει, όσο σκληρά χρειάζεται» σκεφτόταν κι έσφιγγε τα χείλη.

Της έλειπε;
Ούτε η ίδια δεν ήξερε πια. Της έλειπε εκείνο το παιδί, το έξυπνο, το γελαστό, το καλοσυνάτο, το τρυφερό. Όχι τούτο το τέρας, η τοξική βόμβα που μόλυνε τα πάντα γύρω του.
Καμιά φορά η ψυχή αμπαρώνεται τόσο πολύ που ξεχνάμε πως υπάρχει.

Την έβλεπα ν’ απομακρύνεται.
Στητό, σταθερό περπάτημα, μα όχι ζωηρό.
Σαν το δέντρο που το χτύπησε ο κεραυνός, μα δεν το κάψε τελείως.
Καινούργια βλαστάρια βγαίνουν, μα το κάψιμο είναι εκεί, ένα νεκρό κομμάτι που δεν θ’ αναστηθεί ποτέ.
Άραγε να έψαχνε με το βλέμμα άλλες καμένες σαν κι εκείνη μάνες;
Μάνες θλιμμένες με παιδιά χαμένα που δεν ήταν όμως πεθαμένα;
Πόσο να ‘κλαιγε κρυφά τις νύχτες, πόσο καυτός και βαθύς να έβγαινε ο αναστεναγμός της κάθε λεπτό της μέρας;
Τι την έκανε άραγε να βολέψει τόσο καλά αυτό το ψέμα στο στόμα της ώστε να βγαίνει τόσο φυσικά κι αβίαστα;
Πόνος, πίκρα, σκληράδα, απελπισία;
Ποιος ξέρει;

«Τα παιδιά; Καλά;»
«Καλά. Στην ξενιτιά και τα δύο»

Μάτα Βισβίκη

9 απαντήσεις στο “Το πιο μεγάλο ψέμα”

  1. Σοκ! Άφωνη! Τέρας; τοξικη βομβα; δηλητήριο; γιατι; γιατι οι επιλογές τιυ παιδιού δεν βρισκουν συμφωνη την μανα της; Μιλαμε για καθαρή προβολη συναισθηματος. Η μητερα αυτή, ο Θεός να την κανει, προβάλει τα συναισθήματα της ως συναισθήματα του παιδιού. Εχω υπάρξει κορη και ειμαι μητέρα. Ευτυχως που ειχω την μητερα που εχω! Σε αντίθετη περίπτωση θα ειχα πράξει ακριβως οπως το παιδι της ιστορίας!

  2. Άφωνη!!!! Δεν τολμώ καν να επαναλάβω τις λέξεις πυ μια μάνα χαρακτηρίζει το παιδί της… Λάθος επιλογές κάνουμε όλοι. Και τις πληρώνουμε… Μόνο που εμείς οι γονείς συχνά ξεχνάμε ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές των παιδιών μας. Εμείς τα μάθαμε έτσι. Εμείς τα ωθήσαμε προς τα εκεί. Εμείς, ακούσια ή εκκούσια. Αλλά εμείς. Εμείς τα πλάσαμε. Εμείς τα γαλουχήσαμε με μηνύματα. Εμείς είμαστε αυτοί που σταλάζουμε δηλητήριο μέχρι η ψυχή τους να μαυρίσει και να τα βλέπει όλα κακοφορμισμένα, δηλητηριασμένα, καμμένα. Αλλά είμαστε και τόσο εγωιστές, που δεν βλεπουμε το κακό που έχουμε κάνει. Δεν καταλαβαίνουμε ότι το φίδι γεννάει φίδια. Όχι το πρόβατο…

  3. Η απόλυτα διαταραγμένη μάνα!!! Νάρκισσος και τοξική. Ένα μεγάλο μπράβο στο παιδί που αποφάσισε να κλείσει την παροχή από το δηλητήριο που την μεγάλωσε. Την συμπάθεια και τον οίκτο μου σε όσους αναγκάζονται να συμβιώνουν μαζί της. Γνωρίζω παρόμοιες περιπτώσεις. Η αθώα Μέγαιρα-μάνα που εννοεί να ελέγχει μέχρι και τις ανάσες όλων γύρω της κι αν κάποιος παρεκκλίνει από τις επιθυμίες της πρέπει να τιμωρηθεί σκληρά. Ένα παιδί δεν φεύγει ποτέ έτσι από το σπίτι του. Ακόμη κι αν η συμπεριφορά του είναι ανάρμοστη, κάτι το οδήγησε να είναι έτσι. Και το καμπανάκι χτυπάει για τη μάνα. Ειδικά αυτήν που μιλάει για δηλητήριο χωρίς ίχνος αγάπης για το πλάσμα που έφερε στον κόσμο. Ο δόκτωρ Φρανκενστάιν ζητάει τα ρέστα για το τέρας που έπλασε….Ακόμη και στην ιστορία του Φρανκενστάιν όμως, η συμπάθεια στρέφεται στο τρομακτικό τέρας που δεν ήταν επιλογή του να γίνει έτσι. Όλη την ηθική ευθύνη την έχει ο δημιουργός του.

  4. Θα διαφωνήσω με τους προηγούμενους σχολιαστές. Δεν γεννιομαστε tabula rasa. Δεν έχει απόλυτη ευθύνη η ανατροφή μας στις επιλογές μας, στη συμπεριφορά μας, στη βελτίωση μας.
    Κάποιοι από εμας γεννιουνται με πραγματικό σκοτάδι στη ψυχή.
    Το κείμενο δεν αναφέρει το πως ακριβώς είναι λάθος οι επιλογές. Αλλά είμαι σίγουρη ότι εάν πχ το παιδί μας ερωτευτεί έναν κατά συρροή δολοφόνο, έναν καταδικασμένο παιδόφιλο, έναν βιαστή, όλοι οι γονεις θα κάνουμε το παν να το προστατεύσουμε.
    Αν το παιδί μας ερωτευτεί έναν άνθρωπο που του καταρρακώνει την προσωπικότητα, που του κόβει τα φτερά, που κάνει την ήδη άρρωστη ψυχή του να αρρωσταίνει περισσότερο, θα κάνουμε το παν να το προστατεύσουμε.
    Όποτε εγώ δεν θα κρίνω τόσο εύκολα αυτή τη μάνα

  5. Συμφωνώ απόλυτα με τις παραπάνω απόψεις γι αυτήν την μάνα, η μόνη που με βρίσκει αντίθετη είναι η ELSA που δεν μπορεί παρά να τρολλάρει.

  6. Εσείς οι τέλειες που κατακρίνετε έτσι ζείτε σε άλλη πραγματικότητα. Οι άνθρωποι δεν υπόκεινται στους νόμους της φυσικής, Φραγκεστάιν θα κάνετε εσείς τα παιδιά σας που νομίζετε ότι είναι πλαστελίνη για να τα κάνετε όπως θέλετε. Και η Ελσα δεν τρολάρει φυσικά, έχει λογική….

  7. Ίσως η συμπεριφορά του παιδιού κάπου να κούρασε την μάνα ..καμιά φορά τα παιδιά μπλέκουν με βρώμικες κακές παρέες κ κλείνουν την πόρτα στην οικογένειά τους με το πρόσχημα ότι οι γονείς ή τα χέρια ή όλο τους το σόι είναι κακοί(γιατί τους μαλώνουν επειδή θέλουν το καλό τους κ ως γνωστόν η αλήθεια ενοχλεί) κ μετά φτιάχνουν κάποιες ιστορίες τα παραστρατημενα παιδιά κ λένε κακίες για όσους τους αγαπάνε…εδώ σε αυτήν την ιστορία η αφηγήτρια λέει ότι το παιδί έλεγε πράγματα στον έξω κόσμο για την οικογένειά του που δεν στέκουν…άρα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το παιδί εκτός από παραστρατημενα ήταν κ βαριά άρρωστο ψυχολογικά…σε αυτό γιατί πρέπει να φταίει η μάνα του κ όχι οι κακές φιλικές ή ερωτικές σχέσεις??

  8. Οτεν ενας ανθρωπος κανει τετοιες κατα συρροη λανθασμενες επιλογες στη ζωη του, λειτουργει παρορμητικα, ανευθυνα, επιπόλαια, δεν εχει αντιληψη της πραγματικοτητας, ψευδεται, διασκορπιζει χρηματα, δεν μπορει να κρατησει σταθερες σχεσεις, πάντα πρεπει να υποψιαζομαστε μια μορφη διπολικης διαταραχης. Και να συστηνουμε θεραπεια. Με ψυχιατρο – νευρολογο. Φαρμακοθεραπεια δηλαδη και επιπλεον συνεδριες με ψυχολογο. Δυστυχως αυτα ακομα ειναι ταμπου στην κοινωνια μας, υπαρχει και αγνοια και το ρίχνουμε στον « κακό χαρακτήρα, την τοξικότητα την ενεργεια» κι αλλα ζαβα .

Απάντηση σε ΣπουρΑκύρωση απάντησης


Discover more from Thebluez

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading